Ύπνος: Το κλειδί για μεγαλύτερη απόκριση στα εμβόλια
Μετα-ανάλυση μελετών έδειξε ότι άτομα που κοιμούνταν λιγότερες από 6 ώρες κάθε νύχτα παρήγαγαν πολύ λιγότερα αντισώματα μετά τον εμβολιασμό τους σε σύγκριση με όσους κοιμούνταν 7-9 ώρες
Είναι γνωστό ότι ο ύπνος αποτελεί «φάρμακο» για την ψυχική και τη σωματική υγεία. Δεν ήταν όμως γνωστό ως τώρα ότι ένας καλός και επαρκής νυχτερινός ύπνος μπορεί να αποτελέσει τον καλύτερο «ενισχυτικό» παράγοντα για μεγαλύτερη απόκριση στα εμβόλια. Αυτό ακριβώς έδειξε μια νέα μετα-ανάλυση προηγούμενων μελετών που δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση «Current Biology». Με βάση τη μελέτη άτομα που κοιμούνταν λιγότερες από 6 ώρες κάθε βράδυ παρήγαγαν πολύ λιγότερα αντισώματα μετά τον εμβολιασμό τους σε σύγκριση με όσους κοιμούνταν επαρκώς κάθε νύχτα – κοινώς 7-9 ώρες. Η μείωση της παραγωγής αντισωμάτων ήταν μάλιστα τέτοια που αντιστοιχούσε σε δύο μήνες μείωσης των τίτλων αντισωμάτων.
Μεγαλύτερη διάρκεια της προστασίας των εμβολίων
«Ο καλός ύπνος όχι μόνο ενισχύει αλλά επίσης επιμηκύνει τη διάρκεια της προστασίας των εμβολίων» ανέφερε η κύρια συγγραφέας της μελέτης Ιβ Φαν Κάουτερ, ομότιμη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Σικάγου η οποία μαζί με την πρώτη συγγραφέα Καρίν Σπίγκελ από το Εθνικό Ινστιτούτο για την Υγεία και την Ιατρική της Γαλλίας είχαν δημοσιεύσει μια μελέτη-ορόσημο σχετικά με την επίδραση του ύπνου στην αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού το 2002.
Η μετα-ανάλυση
Οταν εμφανίστηκε πριν από τρία και πλέον έτη η πανδημία της COVID-19 και ο μαζικός εμβολιασμός εναντίον της έγινε παγκόσμια προτεραιότητα, η Φαν Κάουτερ και η Σπίγκελ αποφάσισαν να εξετάσουν
την υπάρχουσα γνώση σχετικά με την επίδραση της διάρκειας του ύπνου στην απόκριση του ανθρώπινου οργανισμού στα εμβόλια. Στο πλαίσιο αυτό συνέκριναν και επανανέλυσαν τα αποτελέσματα επτά μελετών που αφορούσαν εμβολιασμό για τη γρίπη καθώς και για τις ηπατίτιδες Α και Β.
Στην ανάλυσή τους οι ερευνήτριες συνέκριναν την αντισωματική απόκριση ατόμων που κοιμούνταν τις 7-9 συνιστώμενες για τους ενηλίκους ώρες με εκείνη ατόμων που κοιμούνταν ανεπαρκώς, δηλαδή λιγότερες από 6 ώρες κάθε νύχτα. Συνέκριναν επίσης την επίδραση του ύπνου στην αντισωματική απόκριση στα εμβόλια μεταξύ των δύο φύλων καθώς και μεταξύ νεότερων ενηλίκων και ατόμων άνω των 65 ετών.
Οι περιορισμοί στις μελέτες για τα δύο φύλα
Συνολικά εντόπισαν ισχυρές ενδείξεις σχετικά με το ότι λιγότερες από έξι ώρες ύπνου κάθε νύχτα μειώνουν την ανοσολογική απόκριση στον εμβολιασμό. Οταν ανέλυσαν τα στοιχεία για τα δύο φύλα, τα αποτελέσματα φάνηκε να είναι στατιστικώς σημαντικά μόνο για τους άνδρες ενώ σε ό,τι αφορούσε τις γυναίκες η επίδραση της διάρκειας του ύπνου στην παραγωγή αντισωμάτων εμφάνιζε μεγάλες διαφορές. Σύμφωνα με τις συγγραφείς της μελέτης αυτή η διαφορά οφείλεται πιθανότατα στις μεγάλες διακυμάνσεις που εμφανίζουν σε εκείνες τα επίπεδα των ορμονών του φύλου. «Γνωρίζουμε από ανοσολογικές μελέτες ότι οι ορμόνες του φύλου επηρεάζουν το ανοσοποιητικό σύστημα» σημείωσε η δρ Σπίγκελ και εξήγησε: «Στις γυναίκες η ανοσία επηρεάζεται από τον εμμηνορροϊκό κύκλο, από τη χρήση αντισυλληπτικών, από την εμμηνόπαυση. Δυστυχώς όμως καμία από τις μελέτες που αναλύσαμε δεν περιείχε δεδομένα σχετικά με τα επίπεδα των ορμονών του φύλου».
Μεγαλύτερη η αρνητική επίδραση του ανεπαρκούς ύπνου στους νεότερους
Η μετα-ανάλυση έδειξε επίσης ότι η αρνητική επίδραση του ανεπαρκούς ύπνου ήταν μεγαλύτερη στα άτομα 18-60 ετών σε σύγκριση με τα άτομα άνω των 65 ετών. Αυτό, σύμφωνα με τις ερευνήτριες, είναι αναμενόμενο καθώς γενικώς τα μεγαλύτερα σε ηλικία άτομα τείνουν να κοιμούνται λιγότερο.
Τροποποιήσιμος παράγοντας
Οι συγγραφείς της νέας μετα-ανάλυσης υπογραμμίζουν ότι το να γνωρίζει ο πληθυσμός ότι η διάρκεια του ύπνου επιδρά στην αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού μπορεί να προσφέρει έναν βαθμό ελέγχου της ανοσίας. «Ο εμβολιασμός για την COVID-19 έδειξε ότι υπάρχουν μεγάλες διαφορές στην προστασία που παρέχουν τα εμβόλια σε διαφορετικές ομάδες του πληθυσμού – για παράδειγμα τα άτομα με υπάρχοντα προβλήματα υγείας προστατεύονται λιγότερο, οι άνδρες προστατεύονται λιγότερο από τις γυναίκες, τα παχύσαρκα άτομα προστατεύονται λιγότερο σε σύγκριση με όσα δεν έχουν περιττά κιλά. Ολοι αυτοί είναι παράγοντες επάνω στους οποίους οι άνθρωποι δεν μπορούν να έχουν έλεγχο – μπορούν όμως να έχουν έλεγχο στον ύπνο τους τροποποιώντας τον αν χρειάζεται» τόνισε η Φαν Κάουτερ.
Οι άγνωστες πτυχές που πρέπει να γίνουν γνωστές
Σε κάθε περίπτωση είναι πολλά αυτά που παραμένουν άγνωστα σχετικά με τον ύπνο και τον εμβολιασμό. «Χρειάζεται να κατανοήσουμε τις διαφορές των φύλων, πόσες ημέρες πριν και μετά τον εμβολιασμό είναι οι πιο σημαντικές για επαρκή ύπνο καθώς και πόσος ακριβώς ύπνος χρειάζεται, ώστε να καθοδηγήσουμε σωστά τον πληθυσμό. Στα επόμενα χρόνια αναμένεται να εμβολιαστούν και πάλι μόνο για την COVID-19 εκατομμύρια άνθρωποι και είναι σημαντικό το γεγονός ότι ο ύπνος φαίνεται να αποτελεί μια παράμετρο που βοηθά στο να επιτευχθεί υψηλή προστασία από τους εμβολιασμούς» κατέληξε η δρ Σπίγκελ.