Τα προβιοτικά μπορούν να βοηθήσουν στην υγεία του εντέρου και στην πρόληψη του καρκίνου ή είναι μύθος;

Τα προβιοτικά είναι ζωντανοί μικροοργανισμοί, κυρίως βακτήρια και ζυμομύκητες, που όταν καταναλώνονται σε επαρκείς ποσότητες μπορούν να προσφέρουν οφέλη. Βρίσκονται φυσικά στο σώμα μας αλλά και σε ορισμένα τρόφιμα, όπως το γιαούρτι, το κεφίρ και το ξινολάχανο, αλλά πολλοί τα λαμβάνουν επίσης σε μορφή συμπληρωμάτων διατροφής.
Αν και τα προβιοτικά έχουν γίνει ιδιαίτερα δημοφιλή και προωθούνται έντονα από τη βιομηχανία των συμπληρωμάτων, η επιστήμη δεν έχει ακόμη αποδείξει ότι βοηθούν. Από τις περισσότερες από 1.000 κλινικές δοκιμές που έχουν γίνει για τα προβιοτικά, υπάρχει τεράστια διαφοροποίηση μεταξύ τους- διαφορετικοί βακτηριακοί τύποι, διαφορετικές δόσεις και διαφορετικά μετρούμενα αποτελέσματα. Κάποιες λαμβάνουν υπόψη τα χαρακτηριστικά του μικροβιώματος του εκάστοτε ατόμου, ενώ άλλες εστιάζουν κυρίως στα συμπτώματα ή σε άλλους δείκτες υγείας.
Αυτό δημιουργεί ένα συγκεχυμένο ερευνητικό πεδίο γεμάτο τόσο με θετικά όσο και με αρνητικά αποτελέσματα. Ακόμα και όταν τα δεδομένα συγκεντρώνονται σε μετα-αναλύσεις, τα συμπεράσματα ποικίλλουν.
Η βασική τους δράση συνδέεται με τη διατήρηση της ισορροπίας του μικροβιώματος του εντέρου, δηλαδή του συνόλου των μικροοργανισμών που ζουν στο πεπτικό μας σύστημα. Το μικροβίωμα παίζει σημαντικό ρόλο στη συνολική υγεία, επηρεάζοντας όχι μόνο την πέψη, αλλά και τη λειτουργία του ανοσοποιητικού συστήματος.
Η επιστημονική κοινότητα δεν έχει καταλήξει σε οριστικά συμπεράσματα σχετικά με το πόσο αποτελεσματικά είναι τα προβιοτικά για διάφορες παθήσεις. Η πιθανή προστατευτική δράση των προβιοτικών απέναντι στον καρκίνο του παχέος εντέρου είναι ένα πεδίο έρευνας, αλλά τα μέχρι στιγμής επιστημονικά δεδομένα δεν είναι αρκετά ισχυρά για να επιβεβαιώσουν ότι η λήψη προβιοτικών μειώνει τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου.
Ορισμένες μελέτες έχουν δείξει ότι τα προβιοτικά μπορούν να επηρεάσουν θετικά το μικροβίωμα του εντέρου, μειώνοντας τη φλεγμονή, καταστέλλοντας την ανάπτυξη επιβλαβών βακτηρίων και παράγοντας ουσίες με πιθανή αντικαρκινική δράση. Επιπλέον, φαίνεται ότι ορισμένα προβιοτικά στελέχη μπορούν να βοηθήσουν στη διάσπαση καρκινογόνων ουσιών που υπάρχουν στη διατροφή ή να ενισχύσουν την ανοσολογική απόκριση του οργανισμού.
Μια διατροφή χαμηλή σε φυτικές ίνες οδηγεί στην απώλεια ολόκληρων κατηγοριών βακτηρίων — και μόλις χαθούν ορισμένες ομάδες, μπορεί να χαθούν για πάντα, ακόμα κι αν αργότερα προσπαθήσουμε να αυξήσουμε την πρόσληψη φυτικών ινών. Οι ειδικοί λένε πως όσο πιο ποικίλη είναι η διατροφή μας, τόσο πιο ποικίλο είναι το μικροβίωμά σας και τόσο πιο υγιείς είμαστε.
Αντί για συμπληρώματα προβιοτικών, συνιστούν την υιοθέτηση μιας υγιεινής διατροφής πλούσιας σε φυτικές ίνες, φρούτα, λαχανικά και ζυμωμένα τρόφιμα, που μπορούν να προάγουν την ανάπτυξη ευεργετικών βακτηρίων στο έντερο. Ο συνδυασμός αυτών των παραγόντων φαίνεται να συμβάλλει στη μείωση του κινδύνου εμφάνισης καρκίνου του παχέος εντέρου πολύ περισσότερο από την απλή λήψη ενός προβιοτικού σκευάσματος.