Οι σοβαρότερες κατηγορίες στρες που επιβαρύνουν την ψυχική υγεία
To γονεϊκό, το εργασιακό και το προσωπικό στρες αναδεικνύονται ως τις τρεις σοβαρότερες επιπτώσεις που επηρεάζουν περισσότερο από οτιδήποτε άλλο την ψυχική υγεία των εργαζόμενων.
To γονεϊκό, το εργασιακό και το προσωπικό στρες αναδεικνύονται ως τις τρεις σοβαρότερες επιπτώσεις που επηρεάζουν περισσότερο από οτιδήποτε άλλο την ψυχική υγεία των εργαζόμενων και συνδέονται και με τις ιδιαίτερες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες τις οποίες βιώνει η χώρα μας τα τελευταία χρόνια.
Όπως προκύπτει από στοιχεία έρευνας που διενεργεί συστηματικά την τελευταία πενταετία η Hellas EAP για τις σοβαρότερες συνέπειες της οικονομικής κρίσης στην ψυχική υγεία των εργαζομένων και παρουσιάζει σήμερα με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρας Ψυχικής Υγείας, στις σημαντικότερες πηγές άγχους συγκαταλέγονται το γονεϊκό στρες με 47%, το εργασιακό στρες με 38% και το προσωπικό με 36%, ενώ ακολουθούν τα ευαίσθητα θέματα όπως πένθος, ανεργία, με 13,5% κι η ανισορροπία προσωπικής και εργασιακής ζωής (4%).
Σε ό,τι αφορά στα κυριότερα προβλήματα που προκαλούνται από το συνεχές και έντονο στρες των εργαζομένων, το 37% αυτών ανέφερε επιπτώσεις στις προσωπικές σχέσεις, το 32% στις εργασιακές σχέσεις, το 26% στις οικογενειακές σχέσεις, ενώ το 16% δήλωσε ότι επηρεάζεται η απόδοσή του στην εργασία και το 7% ότι μειώνεται το ηθικό του.
Τέλος, σχετικά με τα ζητήματα που συνδέονται αμιγώς με την ψυχική υγεία των εργαζομένων, το 17% όσων συμμετείχαν στην έρευνα δήλωσε χρόνια σωματική ή ψυχική ασθένεια στην εργασία, το 12% σοβαρή σωματική ή ψυχική ασθένεια στην οικογένεια, το 7% ψυχοσωματικά συμπτώματα, το 3% διαταραχές διάθεσης και το 1,3% εξαρτήσεις στην οικογένεια (αλκοόλ, ουσίες, τζόγος).
Όπως τονίζει η CEO της Hellas EAP, Τατιάνα Τούντα, «η εμπειρία από τις προηγούμενες μεγάλες οικονομικές κρίσεις, όπως το κραχ του 1929 στις ΗΠΑ, οι πετρελαϊκές κρίσεις της δεκαετίας του 1970 και η ασιατική οικονομική κρίση στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και το 2007, έχει δείξει ότι ο αντίκτυπός τους κινείται πέρα από τα αμιγώς οικονομικά μεγέθη, επιφέροντας πολυδιάστατες επιπτώσεις σε κοινωνικό επίπεδο, αλλά και σε επίπεδο ατόμου».
Προσθέτει, δε, ότι «η πρόσβαση των εργαζομένων σε προγράμματα υποστήριξης και ενδυνάμωσης ανθρώπινου δυναμικού αποτελεί μια διαδεδομένη διεθνή πρακτική, που σε πολλές χώρες έχει θεσμοθετηθεί από το ίδιο το κράτος. Προσφέρεται δωρεάν από τις επιχειρήσεις στους εργαζόμενους και τα μέλη των οικογενειών τους, ως ένα μέσο διαχείρισης του στρες, ενίσχυσης της ψυχικής υγείας και της ευεξίας (wellbeing) και βελτίωσης της ποιότητας της ζωής τους».
Σύμφωνα με την κ. Τούντα, «μέσω της ενδυνάμωσης των ανθρώπων τους, οι οργανισμοί στοχεύουν στη δημιουργία ενός υγιούς, παραγωγικού και βιώσιμου ανθρώπινου δυναμικού που θα συμβάλλει διαχρονικά στην επίτευξη του στρατηγικού πλάνου ανάπτυξης και στην ενίσχυση της βιωσιμότητάς τους».