Άρση μέτρων : Πότε οι ηλικιωμένοι μπορούν να πάνε στα χωριά τους
Μπορεί από τη Δευτέρα 4 Μαΐου να σταματήσει η υποχρέωση των πολιτών να στέλνουν sms μετακίνησης στο 13033 ή να έχουν χειρόγραφη βεβαίωση, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει πως οι μετακινήσεις θα είναι ελεύθερες για όλη την επικράτεια.
Ανάμεσα στους περιορισμούς που συνεχίζουν να ισχύουν είναι και η μετακίνηση σε άλλους νομούς – όχι όμως και στα νησιά- η οποία θα ξεκινήσει μετά από 15 ημέρες και συγκεκριμένα από τις 18 Μαΐου.
Η 18η Μαΐου, ωστόσο, είναι η ημερομηνία ορόσημο που δίνει το πράσινο φως στους ηλικιωμένους και συνταξιούχους να μετακινηθούν προς τις εξοχές και τα χωριά. Η προτροπή της κυβέρνησης προς αυτές τις ομάδες του πληθυσμού είναι σαφής: όσοι έχουν εξοχικό ή διαθέσιμο τόπο διαμονής και κατοικίας, να σπεύσουν.
Η απόφαση των επιστημόνων και της Πολιτικής Προστασίας για την απομάκρυνση των ευπαθών ομάδων από τα μεγάλα αστικά κέντρα έχει διπλό σκοπό:
Από τη μία, να δώσει ψυχολογική διέξοδο στους ηλικιωμένους που έχουν υποστεί τις αρνητικές επιπτώσεις του εγκλεισμού στο σπίτι με τα μέτρα περιορισμού τους τελευταίους μήνες, να μετακινηθούν προς το ευχάριστο περιβάλλον της ελληνικής υπαίθρου. Εκεί, με δεδομένη την καλυτέρευση του καιρού, θα έχουν περισσότερες ευκαιρίες για ασφαλείς περιπάτους και εξόδους.
Από την άλλη, το αποκεντρωμένο περιβάλλον θα είναι πιο ασφαλές γι’ αυτούς καθώς στις μεγάλες πόλεις ο πληθυσμός θα αρχίσει πάλι να κυκλοφορεί, αυξάνοντας τον κίνδυνο μετάδοσης της νόσου.
Το Εθνικό Σύστημα Υγείας, ταυτόχρονα, προετοιμάζεται για τη μετακίνηση του πληθυσμού τους καλοκαιρινούς μήνες προς την ελληνική ύπαιθρο. Τα μέτρα και οι αποφάσεις που έλαβε η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Υγείας, θα διασφαλίζουν κάθε πιθανή ανάγκη υγειονομικής κάλυψης του πληθυσμό από τη νόσο COVID-19.
Να σημειωθεί ότι σε όλα τα περιφερειακά νοσοκομεία υπάρχουν δεσμευμένες κλίνες, οι οποίες έχουν δεσμευθεί για αποκλειστική διάθεση σε περιπτώσεις κοροναϊού. Επίσης, τα Κέντρα Υγείας και οι άλλες πρωτοβάθμιες δομές, σύμφωνα με τον υφυπουργό Υγείας, έχουν σαφείς οδηγίες και επάρκεια υλικών προστασίας για να αντιμετωπίσουν ύποπτα ή επιβεβαιωμένα περιστατικά, τόσο στα τμήματα νοσηλείας, όσο και στα Τμήματα Επειγόντων (ΤΕΠ).