Το κωδικό όνομα του σχεδίου ήταν «Esigenza G» (Ενδεχόμενο G), γνωστό επίσης και με το όνομα «Emergenza G» (Έκτακτη Ανάγκη G)[1] και δεν ήταν άλλο από το σχέδιο της εισβολής του Regio Esercito[2]στην Ελλάδα. Σε θεωρητικό επίπεδο, δεν ήταν καθόλου «άσχημο». Θα μπορούσε μάλιστα κανείς να το χαρακτηρίσει τολμηρό, καινοτόμο και πολλά υποσχόμενο.
Σύμφωνα με αυτό, μια σχετικά μικρή δύναμη, ώστε να μην προκαλέσει την επιστράτευση του Ελληνικού Στρατού, θα διέσπαζε με αποφασιστικότητα τα σύνορα με την Αλβανία και θα προέλαυνε σε δύο φάλαγγες, η μια νότια, παράλληλα με τα δυτικά παράλια με σκοπό να κατευθυνθεί τελικά στην Αθήνα, ενώ η δεύτερη θα στρεφόταν προς τα ανατολικά με στόχο την κατάληψη της Θεσσαλονίκης. Απαραίτητη προϋπόθεση ήταν οι επιτιθέμενες δυνάμεις να πορευτούν συντονισμένα και προπαντός γρήγορα. Σε δύο μέρες (!) οι στόχοι έπρεπε να έχουν επιτευχθεί!
Ολα τα παραπάνω βέβαια στη θεωρία, γιατί στην πράξη τα πράγματα εξελίχθηκαν τελείως διαφορετικά. Η σθεναρή αντίσταση που έδειξαν τα ελληνικά τμήματα προφυλακής, σε συνδυασμό με τη μεγάλη οργανωτική αδυναμία των επιτιθεμένων και των κακών καιρικών συνθηκών, είχε ως αποτέλεσμα να χρειασθούν 5 μέρες ώστε να διανυθούν τα 10-30 χιλιόμετρα που χωρίζουν τη συνοριακή γραμμή από την οχυρωμένη κύρια τοποθεσία άμυνας της VIII Μεραρχίας στα στενά του Καλπακίου!
Η ελληνική αμυντική διάταξη είχε σχήμα «ξεχειλωμένου» πετάλου με το ανοιχτό μέρος του στραμμένο στον βορρά. Η δυτική του άκρη ξεκινούσε από τον απότομο λόφο όπου βρισκόταν κτισμένη η μονή Σοσσίνου και τελείωνε στα ανατολικά στο Κακοτράχαλο ύψωμα της Γκραμπάλας. Έναν φυσικό προμαχώνα που ουσιαστικά έστεκε σαν φρουρός της στενής διάβασης του Καλπακίου, του υποχρεωτικού δρόμου που οδηγούσε από τα σύνορα στα Γιάννενα. [γενικός χάρτης]
Η πρώτη φάση
Το αμυντικό πέταλο επάνδρωνε η επιστρατευμένη και ενισχυμένη VIII Μεραρχία που περίμενε υπομονετικά την κύρια επίθεση των εισβολέων σε θέσεις σχολαστικά οχυρωμένες, με όλες τις προσβάσεις επιμελώς επισημασμένες από το ελληνικό πυροβολικό. Απέναντι στο ελληνικό πέταλο κινήθηκαν δύο Ιταλικές Μεραρχίες, η 23η ΜΠ Ferrara σε συνεργασία με την 131η ΤM Centauro.[3]
Έτσι λοιπόν, τα χαράματα της 2ας Νοεμβρίου 1940 που τελικά ξεκίνησε η ιταλική επίθεση, τον πιο σφοδρό βομβαρδισμό, από το ιταλικό πυροβολικό αλλά και την Αεροπορία, υπέστη η Γκραμπάλα, προς την οποία κινήθηκαν απειλητικά δύο ιταλικές φάλαγγες.
Η φάλαγγα Solinas από τα βόρεια και η φάλαγγα Trizio από τα δυτικά:
Η ελληνική άμυνα απέναντι στις δυο ιταλικές φάλαγγες ήταν οργανωμένη έως εξής:
Αν και ο βομβαρδισμός διήρκεσε όλο το πρωί, τα αποτελέσματά του ήταν ιδιαίτερα πενιχρά, με τις περισσότερες οβίδες να πέφτουν μέσα σε χαράδρες. [χάρτης 1]
Στις 15.00 άρχισε η εφόρμηση του πεζικού. Από τα Καλύβια – Αρίστης (ΧΙV) και τον Αυχένα Αρίστης (II/MFA)[5] προς την Γκραμπάλα και από τα Διακόπια (Ι/47,Gramos)[5]) προς την Ψηλοράχη. Αλλά σε αντίθεση με το ιταλικό, το ελληνικό πυροβολικό αποδεικνύεται εξόχως αποτελεσματικό.
Οι εύστοχες συγκεντρωτικές βολές του, συνεπικουρούμενες από τις βολές των πολυβόλων, αποκρούουν αποφασιστικά τα αλλεπάλληλα κύματα των εφόδων. Οι επιτιθέμενοι γυρίζουν άκαρποι στις θέσεις εκκίνησής τους. Περίπου στις 20.00, εκμεταλλευόμενος το σκοτάδι, αλλά και τη χαμηλή νέφωση που πλέον κάλυπτε το πεδίο της μάχης, ο λόχος των Αlbanezi Volontari )[6] σκαρφαλώνει από τις απότομες δυτικές κλιτύες και φτάνει στη νότια κορυφή της Γκραμπάλας (1160), που είναι σχεδόν αφύλακτη. Αιφνιδιάζει την εκεί ανυποψίαστη μικρή διμοιρία και καταλαμβάνει το πλάτωμα.
Από πίσω της έρχεται μια διμοιρία πολυβολητών από το τάγμα Gramos που μόλις αποκρούστηκε από την Ψηλοράχη και από σύμπτωση ενώνεται με τους συμπατριώτες τους, του Λόχου των Volontari. Και τα δύο τμήματα στρέφονται προς τη βόρεια κορυφή της Γκραμπάλας (1.201 μ.), χτυπούν από πίσω και τρέπουν σε φυγή τον 10ο λόχο, που καταφεύγει προς τον Κόζακο. Η Γκραμπάλα βρίσκεται πλέον στα χεριά των «Ιταλών».
Η κατάσταση για την ελληνική άμυνα είναι κρίσιμη, αν χαθεί η Γκραμπάλα οι συνέπειες θα είναι καταστροφικές. Τα μεσάνυχτα, φτάνει εσπευσμένα στη Στυλιάνα ο υποδιοικητής του ΙΙΙ/15, Ανχης Γεώργιος Κυριαζής, φέρνοντας ενισχύσεις από τον 1ο (Ι/15) και τον 7ο (ΙΙ/15) Λόχο. Για να γίνει άμεση αντεπίθεση, ούτε συζήτηση. Εκτός από το σκοτάδι, επικρατεί μια λυσσώδης ανεμοθύελλα, που συνοδεύεται από κρύα βροχή. Τα πάντα αναγκαστικά αναβάλλονται για το επόμενο πρωί. [χάρτης 2]
Η αντεπίθεση
Αξημέρωτα ακόμη, στις 05.00 της 3ης Νοέμβριου, η αντεπίθεση εξαπολύεται. Η ελληνική δύναμη είναι χωρισμένη σε 2 κλιμάκια. Το πρώτο αποτελούν 80 άνδρες του 1ου Λόχου, με επικεφαλής τον Υπλ/γό Βάσιλα. Το δεύτερο με 70 άνδρες του 7ου Λόχου με επικεφαλής τον Υπλ/γό Καραμπάτη. Ανάμεσά τους ο διοικητής του ΙΙΙ/15 τάγματος, Κ. Πανταζής, με τη διμοιρία πολυβόλων Αναγνωστόπουλου.
Οι άνδρες κουβαλούν σχεδόν τρέχοντας τα πολυβόλα στους ώμους τους. Στο σημείο αυτό, ο αγώνας μετατρέπεται σε αγώνα γρήγορης ανάβασης. Λαχανιασμένοι οι άνδρες πλησιάζουν τις αλβανικές θέσεις όσο πιο αθόρυβα μπορούν. Χωρίς ανάπαυλα, μόλις «πιάνουν» επαφή με τον εχθρό, η διαταγή μεταδίδεται ψιθυριστά «Εμπρός διά της λόγχης».
Ο ανατριχιαστικός μεταλλικός ήχος που κάνει η μακριά ξιφολόγχη, όταν αποσπάται από τη θήκη και «θηλυκώνει» στο Mannlicher [7], ηλεκτρίζει την τεταμένη ατμόσφαιρα και σηματοδοτεί την τελική έφοδο. Ριπές αυτομάτων και εκρήξεις χειροβομβίδων έρχονται να «επενδύσουν» ηχητικά τη θλιβερή «μουσική» μιας μάχης σώμα με σώμα.
Η ξαφνιασμένη αλβανική φρουρά προσπαθεί με πείσμα να αντισταθεί, αλλά οι άτακτοι «Volontari» δεν έχουν καμία εκπαίδευση στη λογχομαχία. Και όσο παράτολμοι και ενθουσιώδεις είναι τόσο εύκολα και γρήγορα απογοητεύονται [8]. Δεδομένου και του κρίσιμου γεγονότος ότι κάποιος «ιθύνων» είχε στείλει πίσω στα Καλύβια Αρίστης το μεγαλύτερο μέρος της δύναμης, ώστε να διανυκτερεύσει, με την προϋπόθεση να επανέρθει το πρωί. Μοιραία ανατρέπονται και τρέπονται σε φυγή προς τα πίσω.
Την ίδια ώρα ανέβαιναν, από τη δυτική πλαγιά, οι ιταλικές ενισχύσεις (ΙΙ/MFA). Οι φυγάδες τούς παρασύρουν και αυτούς προς τα πίσω με συνοδεία βροχής από τα ελληνικά πυρά. Κατά τις 06.00, παρατηρείται συγκέντρωση εχθρικών τμημάτων στα Καλύβια Αρίστης (ΧΙV). Τέσσερις ελληνικές πυροβολαρχίες αρχίζουν δραστική βολή διασκορπίζοντας το ιταλικό τάγμα.
Στις 07.30, όλα έχουν τελειώσει. Η Γκραμπάλα, προς μεγάλη ανακούφιση του Επιτελείου της VIII Μεραρχίας, βρίσκεται πάλι σε ελληνικά χέρια. Ο Κ. Πανταζής αναφέρει στο βιβλίο του ότι οι επιτιθέμενοι είχαν 3 στρατιώτες νεκρούς και τραυματίες τον Λοχαγό Γ. Τσίτο, καθώς και 5 στρατιώτες. Από την ιταλική πλευρά, το ημερολόγιο του 47ου Συντάγματος καταγράφει 7 νεκρούς και τραυματίες 1 αξιωματικό και 14 στρατιώτες.
Το απόγευμα της 3ης Νοέμβριου, ο 7ος Λόχος στάλθηκε πίσω στο τάγμα του, εκτός της διμοιρίας Σαρρή, που κρατήθηκε σαν εφεδρεία. Στάλθηκαν όμως δύο νέες διμοιρίες του 3ου Λόχου (Υπολ/γος Γ. Στύπας), οι οποίες ανέλαβαν τη φρούρηση της «ευπρόσβλητης» νότιας κορυφής της Γκραμπάλας (1160), ενώ τη βόρεια κορυφή (1201) επάνδρωσε ο 1ος Λόχος με τον Υπολ/γό Βάσιλα.
Την Ψηλοράχη (1060) κρατά ακλόνητος ο 9ος Λόχος, με τα πολυβόλα του Ανθλ/γού Π. Τσαντήλα να αποκρούουν όλες τις επιθέσεις. Ετσι, λοιπόν, από τις 4 Νοεμβρίου έχουμε την προώθηση στα υψώματα Κόζακο-Σουρεμάδια όλου του Ι/15. Το ΙΙΙ/15 περιορίζεται στην Γκραμπάλα – Ψηλοράχη – Στυλιάνα και τα δύο τάγματα τίθενται υπό την άμεση διοίκηση του Αν/χη Γ. Κυριαζή.
Στα συμπεράσματα της πρώτης αυτής σοβαρής απόπειρας κατάληψης της Γκραμπάλας δεν μπορούμε παρά να επισημάνουμε [9] αυτό που υπήρξε και το μεγαλύτερο πρόβλημα του Regio Esercito, όπως φάνηκε από τις πρώτες κιόλας μέρες της εισβολής, το οποίο και απέβη καθοριστικό σε όλη τη διάρκεια του πολέμου.
Συνδυασμένο δε με το εξίσου ακανθώδες πρόβλημα της έλλειψης πολεμικής εμπειρίας των Ιταλών αξιωματικών [10] οδήγησε, πέραν ολίγων εξαιρέσεων, στη φτωχή απόδοσή του στα πεδία των μαχών. Το πρόβλημα αυτό δεν ήταν άλλο από την παντελή έλλειψη συντονισμού των ιταλικών μονάδων σε επίπεδο συντάγματος και κάτω.
Τα τάγματα φάνηκε να ενεργούν εντελώς μεμονωμένα χωρίς να καλύπτει το ένα το άλλο και, ακόμη χειρότερα, χωρίς να μπορεί να εκμεταλλευτεί το ένα ενδεχόμενες επιτυχίες του άλλου. Κλασική απόδειξη, η νύχτα της 2-3 Νοεμβρίου στην Γκραμπάλα. Ο λόχος των «Volontari» τυχαία βρίσκει το κενό στην ελληνική άμυνα και καταλαμβάνει τη νότια Κορυφή.
Η διμοιρία του Gramos [11], από τα αριστερά του Ι/47 αποτυγχάνει να καλύψει την επίθεση στην Ψηλοράχη και στρέφεται προς τα βόρεια, συνεπικουρώντας με τα πολυβόλα του στην επίθεση των συμπατριωτών του «Volontari» προς τη βόρεια κορυφή. Στο I/47 υποθέτουν ότι η διμοιρία οπισθοχώρησε, χωρίς να ενημερωθούν για τη στροφή της. Αποκρούονται και εγκαταλείπουν και αυτοί την επίθεση. Λαθών συνέχεια:
Στην Γκραμπάλα παραμένει μικρή φρουρά. Οι Solinas και Trizio ενημερώνονται για την κατάσταση, όταν έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος, με αποτέλεσμα οι ανερχόμενες τη δυτική πλαγιά ενισχύσεις να γίνουν, όπως είδαμε, εύκολος στόχος των ελληνικών πολυβόλων (ΙΙ/ΜFA), ή βορά στην ευστοχία του ελληνικού πυροβολικού (ΧΙV).
Ανάλογα λάθη θα δούμε να επαναλαμβάνονται και τη νύχτα της 7ης-8ης Νοεμβρίου, στο Δεύτερο Μέρος του ανά χείρας άρθρου!