Το βιβλίο του Σεραφείμ Τσόκα «Θεέ μου, πώς ζήσαμε!» ξεκίνησε σήμερα το ταξίδι του

Δημοσιεύτηκε στις 15/12/2019 19:47

Το βιβλίο του Σεραφείμ Τσόκα «Θεέ μου, πώς ζήσαμε!» ξεκίνησε σήμερα το ταξίδι του

Το βιβλίο του «Θεέ μου πως ζήσαμε» , παρουσίασε στο Πνευματικό Κέντρο Δήμου Ασπροπύργου ο Σεραφείμ Τσόκας, ένα βιβλίο στο οποίο περιγράφει με γλαφυρό τρόπο την πολυτάραχη περίοδο του εμφυλίου στον Ασπρόπυργο.

Στην παρουσίαση του βιβλίου έδωσε το παρών ο πρώην πρωθυπουργός Κώστας Καραμανλής ο οποίος έγινε δεκτός με θερμό χειροκρότημα.

Το βιβλίο προλόγισε  ο υπουργός Ανάπτυξης Άδωνις Γεωργιάδης.

Στο πάνελ συμμετείχαν ο επίκουρος καθηγητής Αντώνης Κλάψης,  ο εκδότης Χρήστος Ζαμπούνης αλλά και ο ίδιος ο συγγραφέας Σεραφείμ Τσόκας, ενώ τον συντονισμό της συζήτησης και της εκδήλωσης είχε ο γνωστός δημοσιογράφος & διευθυντής της εφημερίδας Παρασκήνιο Νίκος Ελευθερόγλου.

Μάλιστα  ο πρώην περιφερειάρχης Κρήτης, σε ένα μικρό απόσπασμα από το βιβλίο «Θεέ μου πως ζήσαμε» αναφέρει:

Δεκεμβριανό κίνημα

Στις 12 Οκτωβρίου 1944, και ο τελευταίος Γερμανός αποχωρεί από την Αθή-
να, ο λαός πανηγυρίζει και οι αντάρτες δεν κινούνται να καταλάβουν την
εξουσία. Εκείνη ήταν η μεγαλύτερη ευκαιρία του ΚΚΕ να καταλάβει την
εξουσία, η ηγεσία του όμως με την πεποίθηση της απόλυτης δύναμης έκρινε
διαφορετικά.

Την Τετάρτη 18 Οκτωβρίου 1944, ο πρωθυπουργός Γεώργιος Παπανδρέου αποβιβάζεται στον Πειραιά, υψώνει την γαλανόλευκο στην Ακρόπολη και αγωνίζεται να χαλιναγωγήσει το κομμουνιστικό πλήθος της πλατείας Συντάγματος που ζητά
«Λαοκρατία».

Το βράδυ της 27ης Νοεμβρίου, το Πολιτικό Γραφείο του ΚΚΕ αποφασί-
ζει την παραίτηση των υπουργών της Κυβέρνησης που προέρχονται από το
ΕΑΜ. Από τις 2 Σεπτεμβρίου 1944 το ΕΑΜ κατείχε έξι κυβερνητικές θέσεις:
υπουργό και υφυπουργό Οικονομικών, υπουργό Εθνικής Οικονομίας, Γεωρ-
γίας, Εργασίας και Συγκοινωνιών. Παράλληλα, οργανώνει συλλαλητήριο για
τις 3 Δεκεμβρίου και γενική απεργία στις 4.

Το συλλαλητήριο της 3ης Δεκεμβρίου θα βαφτεί με αίμα και θα γίνει
αφορμή να ξεκινήσει μία σειρά από γεγονότα που ονομάστηκαν Δεκεμβριανά.
Οι επιθέσεις των ανταρτών τις πρώτες ημέρες του Δεκεμβρίου τούς απο-
δίδουν καρπούς, καθώς καταλαμβάνουν όλα σχεδόν τα αστυνομικά τμήματα,
αλλά και σημεία ιδιαίτερου στρατιωτικού ενδιαφέροντος. Απέτυχαν όμως
να καταλάβουν στρατηγικής σημασίας σημεία όπως το στρατόπεδο στου
Γουδή και το Σύνταγμα Μακρυγιάννη, και μοιραία όσο πλησίαζε το τέλος
του Δεκεμβρίου, πλησίαζε και η ήττα του ΚΚΕ.

Γιατί όμως τα γεγονότα του Δεκεμβρίου 1944 είναι τόσο σημαντικά και
τι θα γινόταν αν τότε είχε επικρατήσει το ΚΚΕ;

Την απάντηση την δίνει ο φιλόσοφος Κορνήλιος Καστοριάδης:

«Αν το ΚΚΕ νικούσε το Δεκέμβρη δεν επρόκειτο «να σώσει το αστικό καθεστώς»,
ούτε να μοιράσει την πραγματική εξουσία με την αστική τάξη και τους πολιτικούς
της εκπροσώπους. Θα τους εξοβέλιζε γρήγορα ή αργά, απότομα ή βαθμιαία. Η Λαϊκή
Δημοκρατία (με πεντακόσια εισαγωγικά, γιατί ούτε λαϊκή είναι, ούτε δημοκρατία, αλλά
δικτατορία του ΚΚ) θα αρχίσει φυσικά με μορφή «συνασπισμού» κυβερνητικού, όπου
το ΚΚ θα είχε πλάι του διάφορα τεχνητά πολιτικά κατασκευάσματα… για καμουφλά-
ρισμα, κατασκευάσματα διευθυνόμενα από συνειδητές ή μη συνειδητές μαριονέττες
του ΚΚ. Ξέρουμε ότι τέτοια κατασκευάσματα υπήρχαν ήδη. Κάτω απ’ αυτήν την κυ-
βέρνηση, όπου το ΚΚ μόνο, θα κατείχε μια πραγματική δύναμη, τον αντάρτικο στρατό,
θα καταλάμβανε όλες τις καίριες θέσεις στον κρατικό μηχανισμό, στη διοίκηση, στην
παραγωγή, στα συνδικάτα, στους αγροτικούς συνεταιρισμούς, κλπ. Μετά από ένα
ορισμένο χρονικό διάστημα πρόσφορα οργανωμένες «εκλογές» θα προσέφεραν την
πανηγυρική και ενθουσιώδη επιδοκιμασία του λαού στη δημιουργημένη κατάσταση.
Αν αυτή η εξέλιξη δεν πραγματοποιήθηκε στην Ελλάδα αυτό οφείλεται αποκλειστικά
και μόνο στη διεθνή μοιρασιά των ζωνών επιρροής ανάμεσα στους Αγγλοαμερικάνους
και τους Ρώσσους. Αντίθετα πραγματοποιήθηκε σε όλες τις χώρες της Ανατολικής
Ευρώπης είτε με τη βοήθεια (πάντα έμμεση) του ρωσικού στρατού, είτε και χωρίς τέτοια βοήθεια όπως στη Γιουγκοσλαβία».

Αυτός ο ένας μήνας, λοιπόν, που διήρκεσε το κίνημα του Δεκεμβρίου
αναμφισβήτητα υπήρξε καταστροφικός για την χώρα. Πρώτα απ’ όλα, στοί-
χισε χιλιάδες ζωές όχι μόνο στρατιωτών και ανταρτών, αλλά και αμάχων και,
κατά δεύτερον, μετέτρεψε μεγάλο κομμάτι της Αθήνας σε ερείπια. Κυρίως
όμως τραυμάτισε ανεπανόρθωτα την ελληνική κοινωνία, διεύρυνε τον διχα-
σμό, και ουσιαστικά την οδήγησε στον Εμφύλιο και την μετά αυτόν εποχή.

Σύμφωνα με τους Στάθη Καλύβα και Νίκο Μαραντζίδη, στο βιβλίο τους
«Εμφύλια Πάθη» οι απώλειες των δύο πλευρών έχουν ως εξής:

• Κυβερνητική παράταξη 3.450 νεκροί
(474 αξιωματικοί και 2.117 οπλίτες της Εθνοφυλακής, 133 αξιωματικοί,
143 υπαξιωματικοί και 382 άνδρες της Χωροφυλακής, 52 αξιωματικοί
και 140 άνδρες της Αστυνομίας και 4 αξιωματικοί και 5 άνδρες της
Πυροσβεστικής).

• Οι Βρετανοί είχαν 210 νεκρούς και 55 μόνιμα αγνοούμενους

• Το ΚΚΕ και ο ΕΛΑΣ εκτιμάται ότι είχαν 1.200-3.000 νεκρούς.

Αξίζει να σημειώσουμε ότι οι περισσότεροι από τους 859 νεκρούς των
Σωμάτων Ασφαλείας δεν σκοτώθηκαν σε μάχη, αλλά δολοφονήθηκαν όντες
αιχμάλωτοι._