Σχεδόν όλοι οι μάρτυρες και οι ήρωες του Κυπριακού Αγώνα άφησαν στίχους. Ήταν εν δυνάμει ποιητές. Αδίστακτα όμως ονομάζω ποιητή τον Ευαγόρα Παλληκαρίδη, γιατί οι στίχοι που μας άφησε, γνήσιοι και πηγαίοι, φανερώνουν έναν ποιητή με σπάνιο ταλέντο, που, αν αφηνόταν να ζήσει, σίγουρα θα έδινε στίχους μοναδικούς. Ήταν ενσάρκωση της ίδιας της ποίησης και δικαίωσή της ο Ευαγόρας, και είναι ίσως το πιο δυνατό παράδειγμα νέου και ποιητή που έκανε πράξη τους στίχους του και τους στίχους των εθνικών μας ποιητών.
Των Αθανάτων το κρασί
το ‘βρετε ‘σεις και πίνετε.
Ζωή σε σας ο θάνατος
Κι αθάνατοι θα μείνετε.
Επίγραμμα του Ευαγόρα για τους νεκρούς συναγωνιστές του, που από μια τραγική σύμπτωση γίνεται και δικό του επίγραμμα.
Ο Παλληκαρίδης ήταν γεννημένος ποιητής. Οι στίχοι που άφησε, γνήσιοι και πηγαίοι, γραμμένοι στα 16-17 του χρόνια κάτω από αντίξοες συνθήκες, που δεν του επέτρεπαν να συγκεντρωθεί και να μελετήσει, και ιδωμένοι μέσα απ’ αυτό το πρίσμα φανερώνουν έναν ποιητή που, αν αφηνόταν να ωριμάσει, σίγουρα θα ήταν ανάμεσα στους πρώτους Έλληνες ποιητές.
Έφηβος ευαίσθητος, πρωταθλητής στο στίβο, ποιητής μ’ ένα λαμπρό μέλλον, θα μας εκπλήσσει πάντα με την πρόωρη ωριμότητά του, καθώς 16χρονο παιδί ιεραρχεί τις αξίες διαλέγοντας την Ελλάδα και την ελευθερία, που τόσο ωραία τραγούδησε στους στίχους του, και θα βαδίσει τραγουδώντας τον Σολωμό, που τον μνημονεύει σε σχέση με την τελευταία του θέληση στο στερνό του γράμμα.
«Τ’ όνομα που θα της δώσεις να είναι πεντασύλλαβο. Για να θυμίζει αυτήν για την οποίαν ο ποιητής Σολωμός έγραψε το πιο ωραίο τραγούδι του και για χάρη της οποίας βρίσκομαι σήμερα εδώ», γράφει στην αδελφή του σε σχέση με το μικρό κοριτσάκι που ο ίδιος δεν πρόλαβε να βαφτίσει.
Ό,τι έγραφε ο Ευαγόρας ήταν στίχοι. Ακόμα και οι μαθητικές του εκθέσεις στίχοι ήταν.
Όλος ο κόσμος εκκλησιά
Κι όλοι εμείς ψαλτάδες
Κι όλα τ’ αστέρια τ’ ουρανού
Καντήλια και λαμπάδες.
Με στίχους αποχαιρετά τους συμμαθητές του, φεύγοντας για το αντάρτικο. Με στίχους και το κορίτσι του. Με στίχους και τον κόσμο. Ο πολύς κόσμος ξέρει τα πατριωτικά ποιήματα του Παλληκαρίδη. Τα λιγότερο γνωστά όμως, καθαρά ερωτικά σονέττα που άφησε, είναι αληθινά διαμάντια, αν λάβει κανείς υπόψη τα 16 χρόνια που αριθμούσε όταν τα ‘γραψε. Διάλεξα να σας διαβάσω τον αποχαιρετισμό στη μικρή αγαπημένη του που τίτλο έχει «Σκλάβο Γράμμα», γραμμένο στις 5 Δεκεμβρίου του 1955. Την ημέρα που έφευγε για το αντάρτικο.
Αυτή την ώρα που όλα γύρω μου βουβά
λες και πεθαίνουνε — και σβήνουνε και πάνε
σαν κάποια δύναμη κοντά σου με τραβά
να δω τα μάτια σου, που —ίσως— μ’ αγαπάνε.
Αυτή την ώρα που δακρύζουνε τα μάτια μου
λες και ποτέ τους στη ζωή δε θα σε δούνε
Έχω ανοίξει της καρδιάς τα σκαλοπάτια μου
στα φυλλοκάρδια μου βαθιά να σ’ οδηγούνε.
Την ώρα τούτη που τη νοιώθω τη ζωή
όλο να χάνεται σαν κάποι’ ανεμοζάλη
Αυτή την ώρα που μου σβήνει κι η πνοή
Τρέχει σ’ εσένανε η σκέψη μου και πάλι
Το τελευταίο σκλάβο γράμμα μου σου γράφω
και φύλαξέ το για στερνή παρηγοριά…
(Μπορεί ταχιά να μ’ οδηγήσουνε στον τάφο…)
Στάθηκα στον Παλληκαρίδη, όχι μόνο γιατί εμείς οι επιζήσαντες —οι λιγότερο καλοί, αφού οι καλύτεροι από μας έχουν πεθάνει— και ιδιαίτερα οι ποιητές της Κύπρου νιώθουμε να μας βαραίνει η κληρονομιά αυτού του 18χρονου υπέροχου παιδιού, που υπέγραψε τους στίχους του με το αίμα του, και να μας χρεώνει, αλλά και γιατί, όταν τα μεσάνυχτα της 13ης προς τη 14η του Μάρτη του 1957 οι Εγγλέζοι απαγχόνιζαν τον Ευαγόρα Παλληκαρίδη, δε σκότωναν μόνο ένα σπουδαίο αγωνιστή, σκότωναν έναν ποιητή. Κι αυτό νομίζω πως κάνει διπλό το έγκλημά τους, αλλά αυτό είναι, νομίζω, που συγκινεί περισσότερο στην περίπτωσή του.
*Απόσπασμα από ομιλία της Πίτσας Γαλάζη (1940-2023) υπό τον τίτλο «Ποίηση και ελευθερία» (πηγή: Ο αγώνας της ΕΟΚΑ στην ελληνική λογοτεχνία της Κύπρου, Ίδρυμα Απελευθερωτικού Αγώνα ΕΟΚΑ 1955-1959, Λευκωσία, 2002).
Η Πίτσα Γαλάζη
Η Πίτσα Γαλάζη (φιλολογικό ψευδώνυμο της Καλλιόπης Μόρτη – Σωτηρίου) ήταν βραβευθείσα (στη Μεγαλόνησο αλλά και στην Ελλάδα) κύπρια ποιήτρια και δημοσιογράφος.
Ο κύπριος αγωνιστής Ευαγόρας Παλληκαρίδης απαγχονίστηκε επί Αγγλοκρατίας, τα ξημερώματα της 14ης Μαρτίου 1957, στις Κεντρικές Φυλακές Λευκωσίας.
Ο Παλληκαρίδης είχε γεννηθεί στην Τσάδα, χωριό της επαρχίας Πάφου, στις 27 Φεβρουαρίου 1938.
Υπήρξε ο νεότερος από τους εκτελεσθέντες της ΕΟΚΑ (Εθνικής Οργάνωσης Κυπρίων Αγωνιστών), της οργάνωσης που, υπό την ηγεσία του Γεωργίου Γρίβα (γνωστού με το ψευδώνυμο Διγενής), ανέπτυξε ένοπλη δράση κατά τα έτη 1955-1959 με σκοπό την αποτίναξη του αγγλικού ζυγού και την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα.