Ο Ελβετός φιλόλογος Κουρτ Στάινμαν μετέφρασε πρόσφατα την «Ιλιάδα» και την «Οδύσσεια» στα γερμανικά. Τώρα μετέφρασε και το ερωτικό μυθιστόρημα του Λόγγου, ενός συγγραφέα που διαθέτει ένα διάσημο λάτρη
Ο Γκαίτε θεωρούσε το αρχαίο ερωτικό μυθιστόρημα του Λόγγου «Δάφνις και Χλόη» αριστούργημα. «Είναι καλό να το διαβάζει κανείς κάθε λίγα χρόνια», σημείωνε ο κορυφαίος Γερμανός ποιητής, «το έργο αυτό συνδυάζει τη λογική, την τέχνη και το γούστο στην υψηλότερη έκφρασή τους». Ο λόγος για το ποιμενικό ειδύλλιο που χρονολογείται τον 3ο μ.Χ. αιώνα για δυο βοσκόπουλα που μεγαλώνουν στα περίχωρα της Μυτιλήνης ανάμεσα σε κατσίκια και σε πρόβατα και αγαπιούνται παράφορα.
Για τον συγγραφέα δεν ξέρουμε πολλά, υποθέτουμε πως έζησε στη Λέσβο. Το βέβαιο είναι ότι με το μυθιστόρημα «Δάφνις και Χλόη» έγραψε λογοτεχνική ιστορία. Το έργο αυτό μαζί με τα «Ειδύλλια» του Θεοκρίτου και τα «Βουκολικά» του Βιργιλίου καθόρισε τον τρόπο, με τον οποίο αργότερα η Αναγέννηση ή το μπαρόκ φαντάστηκαν την ιδανική, την ειδυλλιακή Αρκαδία, μια νοητή χώρα των μακάρων. Ο Ελβετός φιλόλογος Κουρτ Στάινμαν που σχετικά πρόσφατα μετέφρασε τα ομηρικά έπημετέφερε τώρα στα γερμανικά και το «Δάφνις και Χλόη».
Μια μεγάλη αγάπη
Να θυμηθούμε. Στο βουκολικό αυτό μυθιστόρημα ένας βοσκός ανακαλύπτει σ’ ένα λιβάδι τον Δάφνι που θηλάζει μια κατσίκα. Λίγο αργότερα βρίσκουν σε μια σπηλιά και τη μικρή Χλόη να θηλάζει τα μαστάρια μιας προβατίνας. Μέσα από χίλιες-δυο χαριτωμένες και αφελείς περιπέτειες τα δυο έκθετα παιδιά μεγαλώνουν και γίνονται αχώριστα. Μπορεί άλλα κορίτσια να ορέγονται τον όμορφο Δάφνι και άλλα αγόρια να στριφογυρίζουν γύρω από τη Χλόη, οι ήρωές μας όμως δεν δίνουν σημασία. Είναι πλασμένοι ο ένας για τον άλλο με ό, τι αυτό συνεπάγεται: ξαγρύπνιες, τρυφερότητες, ζηλοτυπίες. Αλλά μέχρι να ενωθούν οριστικά θα ζήσουν κάμποσες περιπέτειες, θα αντιμετωπίσουν εχθρότητες και θα λύσουν το μυστήριο της καταγωγής τους.
Κάτω από τον πιο καθάριο ουρανό
Στη μετάφρασή του ο Στάινμαν εμφυσά τη χαριτωμένη αφέλεια των ηρώων που διαπνέει και το πρωτότυπο. Γλωσσικά μένει πιστός στην ποιητική πρόζα του Λόγγου, την οποία αποδίδει με κομψά, κλασικότροπα γερμανικά. Να μην ξεχάσουμε ότι ο Λόγγος είχε και τους επικριτές του, αυτούς που έβλεπαν στο έργο του «ένα μίγμα λεπτής γλυκερότητας και άσεμνου αισθησιασμού», κάποιοι διέκριναν ακόμα και «πορνογραφικά ερεθίσματα». Ήταν οι κριτικοί παλιότερων, πιο σεμνότυφων εποχών. Οι βουκολικές ερωτοτροπίες ορισμένων σκηνών σήμερα μόνο χαμόγελο προκαλούν. Είναι ένας έρωτας τρυφερός, διστακτικός, ειδυλλιακός. Όπως το διατύπωσε ο Γκαίτε, διαβάζοντας αυτό το έργο βρίσκεσαι «διαρκώς κάτω από τον πιο γαλάζιο, καθάριο ουρανό, μέσα σε μια μεθυστική ατμόσφαιρα, και στα πόδια σου ένα στεγνό χώμα που σε καλεί να ξαπλώσεις γυμνός».
Σεμπάστιαν Φίσερ, dpa
(Επιμέλεια: Σπύρος Μοσκόβου)