Γ.Παπακωνσταντής: «Συγκρητισμός, έργα και ανάπτυξη το τρίπτυχο που με οδήγησε στο συνδυασμό του Στ.Αρναουτάκη»
Τους λόγους που τον οδήγησαν να συμπορευθεί με τον κ. Αρναουτάκη και να κατέβει στο Ν. Ρεθύμνης, ως υποψήφιος Περιφερειακός Σύμβουλος, επεξήγησε στον Politica 89.8 και τον Χρήστο Κώνστα, ο ο πρώην αξιωματικός της ελληνικής αστυνομίας, καθηγητής Εγκληματολογίας και αυτοδιοικητικός Γιώργος Παπακωνσταντής.
Όπως είπε ο κ. Παπακωνσταντής: «Ο κ. Αρναουτάκης, κατ εμέ στην Κρήτη έχει συμβάλει σε 3 βασικά πράγματα. Κατά τη γνώμη μου, το ένα είναι ότι λειτουργούμε πια Κρήτη, ενιαία, χωρίς συγκρητισμούς, δεν είμαστε Χανιώτες, Ηρακλειώτες, Ρεθυμνιώτες όπως στο παρελθόν το δεύτερο είναι. Ακόμα επί του κ. Αρναουτάκη, έχουν δρομολογηθεί κι ας καθυστέρησαν κάποια βασικά ζητήματα υποδομώνι όπως είναι για παράδειγμα το αεροδρόμιο, η ενεργειακή σύνδεση της Κρήτης που ήταν προαπαιτούμενο για την ανάπτυξη της Κρήτης. Αυτό όσον αφορά τις υποδομές, από την άλλη μεριά έχει συμβάλει στην ανάπτυξη της Κρήτης και σε αυτό που λέγαμε προηγουμένως στην κοινωνία. Κι επειδή εχθρός του καλού είναι το καλύτερο, θα ήθελα κι εγώ ως προς το να κάνουμε την κοινωνία καλύτερη, να εμπλακώ και με τις δικές μου δυνάμεις προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτός είναι ο στόχος, να δούμε πως μπορούμε να βοηθήσουμε την κοινωνία να λειτουργεί καλύτερα και μέσα στο πλαίσιο των υποδομών που έχει ανάγκη .»
Για τις βασικές προτεραιότητες που έχει ανάγκη ο Ν. Ρεθύμνης, ο κ. Παπακωνσταντής, επεσήμανε πως: «Το Ρέθυμνο, σε έργα υποδομών έχει ανάγκη, από οδικό δίκτυο, διαχείριση υδάτων, υποδομές πόλης για βιώσιμη κυκλοφορία . Ακόμη να δώσουμε ακριβώς ιδιαίτερη σημασία και στο πολιτισμικό κομμάτι, στην κοινωνική συμβίωση, στις κοινωνικές σχέσεις.»
Ο κ. Παπακωνσταντής αναφέρθηκε στο περιστατικό βίας που εκτυλίχθηκε σε σχολείο του Νομού Ρεθύμνης, με ανήλικο μαθητή να δέχεται επίθεση από συμμαθητή του, σημειώνοντας πως: Είδαμε εικόνες με τις οποίες σοκαριστήκαμε στενοχωρηθήκαμε. Φοβάμαι όμως ότι η σχολική βία είναι πολύ περισσότερη και απλά δεν υπάρχει πάντα ένα βίντεο για να μας τη δείξει. Παιδιά, ειδικά της εφηβικής ηλικίας, στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, αλλά ακόμα και μικρότερα πολλές φορές δείχνουν στις μεταξύ τους σχέσεις, συχνά περιπτώσεις βίας. Δυστυχώς τέτοια σκηνικά υπάρχουν και ακόμα μεγαλύτερο πρόβλημα, είναι πως δεν ασχολούμαστε στο βαθμό που πρέπει με τέτοιου είδους προβλήματα.
Για το αν υπάρχουν στοιχεία για το πόσο συχνά γίνονται τέτοια περιστατικά βίας στο σχολείο και γύρω από αυτό ο κ. Παπακωνσταντής σημειώνει: Δεν έχουμε στοιχεία και δεν υπάρχει δυνατότητα να μετρήσουμε πόσα περιστατικά βίας καταγράφονται σε ένα σχολείο, ή στο δρόμο για το σχολείο, έξω δηλαδή από το σχολικό χώρο. Φοβάμαι γενικότερα όμως ότι υπάρχει μια έξαρση της βίας παντού. Και αυτό θα πρέπει να μας κάνει να ψάξουμε τα βασικά αίτια, για όλες αυτές τις καταστάσεις. Φοβάμαι επίσης, χωρίς να έχω και κάποια επιστημονική έρευνα υπόψη μου, αλλά τις τάσεις πως, το πρόβλημα έχει να κάνει με το πως μεγαλώνουμε τα παιδιά μας. Δεν είναι δηλαδή καθαρά πρόβλημα, τι κάνουν οι εκπαιδευτικοί , οι οποίοι προφανώς εκπαιδευτικοί εκ των υστέρων παρευρέθησαν, πήγαν ψυχολόγοι και έκαναν τις ανάλογες διαδικασίες, αλλά σημασία έχει τι κάνουμε για την πρόληψη τέτοιων περιστατικών και κυρίως τι κάνουμε σαν οικογένεια. Φοβάμαι ότι δεν δίνουμε προτεραιότητα σαν κοινωνία και σαν πολιτεία σε αυτό που λέμε πρόληψη, ψυχική υγεία, ομαλή κοινωνική συμπεριφορά και ούτω καθεξής. Έχουμε ανάγκη, αυτό που ονομάζουμε κοινωνική παρέμβαση.
Για την μείωση περιστατικών βίας στους νέους, ο κ. Παπακωνσταντής προτείνει: Μέσα σε όλον αυτό τον κυκεώνα της πληροφορίας, της υπεραπασχόλησης, αν θέλετε της υπερφόρτωσης και των παιδιών αλλά και των γονέων με υποχρεώσεις, χρειάζεται να υπάρξουν παρεμβάσεις διαπαιδαγώγισης. Για παράδειγμα, σεμινάρια για τους γονείς ώστε να διαχειρίζονται τέτοια περιστατικά, και να μπορούν να παρέμβουν περισσότερο στα παιδιά τους, καθώς σήμερα αυτό που παρατηρείται, είναι πως δεν μπορούν δεν έχουν τον χρόνο ή εμφανίζονται εξουθενωμένοι για να παρέμβουν στα παιδιά τους σε μια πιο ουσιαστική διαπαιδαγώγηση. Γι αυτό και εκτιμώ πως προς αυτή τη κατεύθυνση, την λύση μπορεί να δώσει η τοπική αυτοδιοίκηση αλλά και η κεντρική κυβέρνηση, μέσω των κοινωνικών παρεμβάσεων που θα έχουν στόχο την ομαλοποίηση των κοινωνικών σχέσεων και αυτή τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών όχι μόνο για τη μάθηση και την φύση στείρων πληροφοριών και γνώσεων αλλά κυρίως για τη διαπαιδαγώγηση στην οποία θεωρώ πως λιγο υστερουμε ακόμα.