Οι ταινίες της εβδομάδας: Από τη σινεφιλία του Κουέντιν Ταραντίνο, στο ρομάντζο του Γούντι Αλεν
Κάποτε στο… Χόλιγουντ, Μια βροχερή μέρα στη Νέα Υόρκη, Μεσοκαλόκαιρο, Ο τρίτος άνθρωπος, Φθινοπωρινή σονάτα, Ο Διαβολάκος.
5: εξαιρετική, 4: πολύ καλή, 3: καλή, 2: ενδιαφέρουσα, 1: μέτρια, 0: απαράδεκτη
Κάποτε στο… Χόλιγουντ (Once upon a time in Hollywood, ΗΠΑ, 2019). Κοινωνική του Κουέντιν Ταραντίνο
Η ένατη κινηματογραφική δημιουργία του σκηνοθέτη με το ένα και μοναδικό αποτύπωμα, του απόλυτου σταρ δημιουργού του σινεμά αυτή τη στιγμή παγκοσμίως, είναι η εξαιρετικά προσωπική ματιά του στο Χόλιγουντ του 1969, χρονιά οριακή για την αμερικανική κινηματογραφική βιομηχανία την οποία ο Ταραντίνο τόσο πολύ αγαπά και θαυμάζει.
Δεν είναι μια βιογραφική ταινία που αποσκοπεί να μιλήσει για την άγρια δολοφονία της Σάρον Τέιτ (Μάργκο Ρόμπι), συζύγου του Ρόμαν Πολάνσκι από τον Τσαρλς Μάνσον (και οι δύο εμφανίζονται ως ήρωες της ταινίας). Με κέντρο βάρους μερικές μέρες από τη ζωή ενός παρηκμασμένου τηλεοπτικού αστέρα (Λεονάρντο Ντι Κάπριο) και του κασκαντέρ φίλου του (Μπραντ Πιτ), ο Ταραντίνο έφτιαξε ένα κινηματογραφικό καζάνι μέσα στο οποίο βράζουν η φαντασία, η αλήθεια και πάνω απ’ όλα η σινεφιλία.
Ενας κόσμος ονειρικός, πλασμένος από αληθινά περιστατικά και μη, αληθινές ταινίες και μη, αληθινές σειρές της τηλεόρασης και μη. Χαρακτήρες της μυθοπλασίας μπερδεύονται με αληθινά πρόσωπα που εμφανίζονται ως ήρωες (έτσι όπως τους φαντάζεται, σαν να τους ξέρει ο Ταραντίνο). Η αθωότητα της Σάρον Τέιτ έτσι όπως την υποδύεται η Μάργκο Ρόμπι έχει κάτι το εντελώς παραμυθένιο (θυμίζει
ξωτικό της πόλης), ακόμη και το ολιγόλεπτο «πέρασμα» του Στιβ Μακ Κουίν (ο Ντέιμιαν Λούις πολύ καλός και σχεδόν όμοιος με τον βασιλιά τού cool!) έχει κάτι το συναρπαστικό. Αρα η μυθοπλασία και η πραγματικότητα γίνονται ένα «πιάτο», έτσι όπως κατά μία έννοια είχε γίνει και στους «Αδωξους μπάσταρδους» όπου ο σκηνοθέτης «σκότωσε» τον Αδόλφο Χίτλερ μέσω μιας απίστευτης συρραφής αναμνήσεων του Ταραντίνο από αγαπημένες του σειρές, ταινίες και γεγονότα. Θα μπορούσες να πεις ότι στην ουσία ιστορία δεν υπάρχει, κάθε τι στην ταινία λειτουργεί σαν homage για μια εποχή που ο Ταραντίνο νοσταλγεί και θέλει να θυμάται με τον δικό του τρόπο. Πολύ πιθανόν αυτό το στοιχείο να κουράσει κάποιους που δεν έχουν εντρυφήσει τόσο πολλοί στο σινεμά όσο ο ίδιος ο Ταραντίνο. Ομως εμείς είμαστε μαζί του.
Βαθμολογία: 3½
(Προβάλλεται σε περισσότερες από 180 αίθουσες σε όλη την Ελλάδα.)
Μια βροχερή μέρα στη Νέα Υόρκη (A rainy day in New York, ΗΠΑ, 2019). Κομεντί του Γούντι Αλεν
Aδίκως ταλαιπωρημένη, η τελευταία μέχρι σήμερα (48η) ταινία του εξίσου (και επίσης αδίκως) ταλαιπωρημένου αμερικανού σκηνοθέτη διανέμεται επιτέλους στις αίθουσες. Ο Αλεν την είδε να μπαίνει στο «ράφι» από την εταιρεία παραγωγής της, Amazon Studios, που υποστήριξε ότι οι αμφιλεγόμενες δηλώσεις του σκηνοθέτη σχετικά με τους ισχυρισμούς εναντίον του για σεξουαλική κακοποίηση (για τους οποίους έχει αθωωθεί), καθώς και η επιθετική καμπάνια με στόχο τον ίδιο από το κίνημα #MeToo είχαν ως αποτέλεσμα την αποτυχία των τελευταίων ταινιών του. Γι’ αυτό και αποφάσισε τη λήξη της συμφωνίας για την παραγωγή πολλών ταινιών που είχε συμφωνήσει με τον σκηνοθέτη.
Αλλά μια ταινία του Γούντι Αλεν είναι κινηματογραφικός εθισμός, έστω και αν είναι κατώτερη συγκριτικά με παλαιότερες δημιουργίες του. Εδώ παρακολουθούμε την εξέλιξη της σχέσης ενός νεαρού ζευγαριού (Τιμοτέ Σαλαμέ, Ελ Φάνινγκ) κατά τη διάρκεια μιας βροχερής νεοϋορκέζικης μέρας. Εκείνος, που λέγεται Γκάτσμπι, είναι ο πλούσιος διανοούμενος που δεν ξέρει τι θέλει, εκείνη η ξανθιά μπίμπο από τον Νότο που ξέρει ακριβώς τι θέλει και προσπαθεί να κάνει καριέρα στη δημοσιογραφία.
Ευφυείς διάλογοι, χιούμορ στακάτο, χαρακτήρες χυμώδεις (προσέξτε πόσο καλός είναι ο Τζουντ Λο στον ρόλο ενός σεναριογράφου). Και
όμως, νιώθεις να μουδιάζεις από μια μελαγχολική αίσθηση επανάληψης γιατί είναι αλήθεια ότι ο Αλεν έχει αποτυπώσει την αγαπημένη του πόλη με πολύ πιο εγκάρδιο τρόπο, αν θυμηθούμε ταινίες του όπως ο «Νευρικός εραστής», η «Χάνα και οι αδελφές της» και – κυρίως – το αριστούργημά του, «Μανχάταν».
AΘHNΑ: ΑΙΓΛΗ ΖΑΠΠΕΙΟ – ΘΗΣΕΙΟ – ΣΤΕΛΛΑ – ΑΕΛΛΩ – ΕΛΛΗΝΙΣ – VILLAGE ΠΑΓΚΡΑΤΙ – ΑΡΚΑΔΙΑ – ΜΠΟΜΠΟΝΙΕΡΑ – ΑΘΗΝΑ ΧΑΛΑΝΔΡΙ – ΣΙΝΕ ΨΥΧΙΚΟ – ΑΜΑΡΥΛΛΙΣ – ΑΡΤΕΜΙΣ – ODEON ΜΑΡΟΥΣΙ – VILLAGE MALL – ΤΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ – ΑΤΤΙΚΟ ΑΛΣΟΣ – ODEON ΙΛΙΟΝ – ΑΛΣΟΣ ΝΕΑ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑ – ΠΕΡΑΝ – ODEON STARCITY – ΝΑΝΑ – ODEON ΓΛΥΦΑΔΑ – ΦΛΟΙΣΒΟΣ ΦΑΛΗΡΟ – VILLAGE ΡΕΝΤΗ – ΒΑΡΚΙΖΑ κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: ΝΑΤΑΛΙ – ΠΑΝΟΡΑΜΑ – ODEON ΠΛΑΤΕΙΑ – ODEON ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ – VILLAGE COSMOS – CINEMA ONE
Μεσοκαλόκαιρο (Midsommer, ΗΠΑ / Σουηδία, 2019). Θρίλερ του Αρι Αστερ
Κοινότητα φιλήσυχων νοματαίων σε απομονωμένο, φιλήσυχο χωριό της Σουηδίας, εκεί όπου κάθε μεσοκαλόκαιρο λαμβάνει χώρα ένα φεστιβάλ που παραπέμπει σε παρελθούσες εποχές (λευκές κελεμπίες, σανδάλια, προσευχές, τάξη, ασφάλεια κ.ο.κ.) αποδεικνύεται πολύ πιο σκοτεινή, παρά τη φωτεινότητα στην οποία είναι λουσμένη. Τι θα μπορέσουν να κάνουν για να ξεφύγουν από το αδιέξοδο οι τέσσερις αμερικανοί και οι δύο βρετανοί νεαροί επισκέπτες της; Από στυλ και μεγάλη διάρκεια (2.27′) άλλο τίποτε η ταινία του Αρι Αστερ («Η διαδοχή») που υποτίθεται ότι ανήκει στα νέα και ελπιδοφόρα ονόματα στο είδος του «σκεπτόμενου» τινέιτζερ θρίλερ. Θα συμφωνήσω ότι η ταινία έχει ανορθόδοξη αισθητική. Η πλανοθεσία της είναι πρωτόγνωρη και ο Αστερ δεν θέλει καθόλου να «παίξει» σχεδόν με τους κώδικες των χιλιοειπωμένων κλισέ. Ομως τελικά το πολύ στυλ αφήνει στο περιθώριο το περιεχόμενο, η ταινία αργεί πάρα πολύ να φτάσει στην ουσία και όταν αυτό γίνεται, αναρωτιέσαι ποια είναι τελικά αυτή η ουσία… Και νιώθεις ότι έχεις δώσει στην ταινία πάρα πολύ από τον πολύτιμο χρόνο σου τσάμπα και βερεσέ. Παίζουν: Φλόρενς Πιου, Τζακ Ρέινορ, Γουίλιαμ Τζάκσον Χάρπερ, Γουίλ Πούλτερ, Βίλχελμ Μπλόμγκρεν κ.ά.
Βαθμολογία: 1
AΘHNA: ΟΛΑ ΤΑ VILLAGE – ODEON STARCITY – TOWN CINEMAS – ΑΘΗΝΑΙΟΝ – ΑΕΛΛΩ – ΝΑΝΑ – ΛΑΜΠΡΟΣ ΚΩΝ/ΡΑΣ –
ΕΚΡΑΝ – ΚΑΡΜΕΝ
ΘΕΣ/ΚΗ: VILLAGE COSMOS – ODEON ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ – CINEMA ONE – ΕΛΛΗΝΙΣ
ΕΠΑΝΕΚΔΟΣΕΙΣ
Ο τρίτος άνθρωπος (The third man, Αγγλία,1949). Δραματική περιπέτεια του Κάρολ Ριντ
Μετά τη λήξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ένας συγγραφέας φτηνών μυθιστορημάτων τσέπης (Τζόζεφ Κότεν) επισκέπτεται τη Βιέννη προκειμένου να βρει τον φίλο του (Ορσον Γουέλς) που όπως μαθαίνει έχει μυστηριωδώς εξαφανισθεί. Η έρευνά του μέσω της κοπέλας τού φίλου του (Αλίντα Βάλι) θα τον οδηγήσει σε έναν λαβύρινθο απάτης, διαφθοράς, αδιέξοδου έρωτα, προδοσίας και απογοήτευσης. Παρότι εφέτος κλείνει τα 70 του χρόνια, ο «Τρίτος άνθρωπος» δεν έχει παλιώσει πουθενά. Παραμένει ένα φιλμ μοναδικό σε σκηνοθετικό ύφος (Κάρολ Ριντ), σενάριο (Γκράχαμ Γκριν), φωτογραφία (Ρόμπερτ Κράσκερ) και μουσική (Αντον Κάρας), μια σκοτεινή αλλά ελκυστική περιπλάνηση στην γκρεμισμένη, μεταπολεμική Βιέννη που θυμίζει πόλη ζωντανών νεκρών και κατά μια έννοια είναι. Το φωτεινό, τροφαντό πρόσωπο του Γουέλς με το σαρκαστικό χαμόγελο και έναν σχεδόν απάνθρωπο κυνισμό αποτελεί την ψυχή, τη σάρκα και τα οστά αυτού του πραγματικά αξεπέραστου αριστουργήματος που είναι η αγαπημένη μου ταινία όλων των εποχών.
Βαθμολογία: 5
ΑΘΗΝΑ: ΟΑΣΙΣ – ΡΙΒΙΕΡΑ – ΑΜΙΚΟ – ΖΕΦΥΡΟΣ
Φθινοπωρινή σονάτα (Höstsonaten, 1978, Σουηδία). Ψυχολογικό δράμα του Ινγκμαρ Μπέργκμαν.
Τυπικότατος Μπέργκμαν στην προτελευταία ταινία που o σουηδός μετρ της σκηνοθεσίας γύρισε για τον κινηματογράφο. Η τραχιά μάνα (Ινγκριντ Μπέργκμαν), η κόρη-φυτό (Λιβ Ούλμαν), οι ενοχές του παρελθόντος, η ανάλυσή τους, η ψυχική μονομαχία των ηρωίδων και τέλος, η… λύτρωση (κι αυτή με το ζόρι!). Φιλμ πέρα για πέρα καταθλιπτικό, αλλά ειλικρινές, με ισορροπημένους εσωτερικούς ρυθμούς και παρότι γυρισμένο σχεδόν εξ ολοκλήρου μέσα σε ένα δωμάτιο, χωρίς ούτε μία ανιαρή στιγμή. Αλλά αυτό σημαίνει τεράστιος σκηνοθέτης!
Βαθμολογία: 4
ΑΘΗΝΑ: ΠΑΝΑΘΗΝΑΙΑ
Ο Διαβολάκος (Il piccolo diavolo, Ιταλία, 1988). Κωμωδία φαντασίας του Ρομπέρτο Μπενίνι.
Ο Ρομπέρτο Μπενίνι και ο Γουόλτερ Ματάου έπλασαν ένα πολύ χαριτωμένο ντουέτο παίζοντας σε αυτή την κωμωδία που κοιτάζει με σατιρικό μάτι τον «Εξορκιστή». Ο Μπενίνι, γελαστός και αφελής όπως πάντα, είναι ο Διάβολος τον οποίο ένας ιερέας, ο Ματάου (στρυφνός και γρουσούζης όπως πάντα), γνωρίζει κατά τη διάρκεια μιας διαδικασίας εξορκισμού. Το πρόβλημα είναι ότι ο τσαχπίνης Διαβολάκος αρνείται να επιστρέψει στο σπίτι του όταν τον «πιάνουν στα πράσα» γιατί γλυκαίνεται από τις ομορφιές της ζωής και θέλει να παραμείνει στον κόσμο των ζωντανών. Αυτό σημαίνει πονοκέφαλο για τον Ματάου και ένα πολύ ευχάριστο δίωρο για τον θεατή.
Βαθμολογία: 3
ΑΘΗΝΑ: ΣΠΟΡΤΙΝΓΚ – ΔΑΝΑΟΣ 2 – ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ – ΑΘΗΝΑΙΑ κ.α