X.Τσιλιώτης: «H συμφωνία των Πρεσπών δεν προβλέπει ρήτρα καταγγελίας – Δεν φροντίσαμε για την πιστή τήρηση της εφαρμογής της από το 2019»

Δημοσιεύτηκε στις 15/05/2024 20:23

X.Τσιλιώτης: «H συμφωνία των Πρεσπών δεν προβλέπει ρήτρα καταγγελίας – Δεν φροντίσαμε για την πιστή τήρηση της εφαρμογής της από το 2019»

Την άποψη πως η έπρεπε η χώρα μας να έχει φροντίσει να συστήσει επιτροπή για την πιστή τήρηση της εφαρμογής της Συμφωνίας των Πρεσπών από το 2019, εξέφρασε ο Αναπληρωτής Καθηγητής Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, Διευθυντής Ινστιτούτου Διαφάνειας και Θεμελιωδών Δικαιωμάτων Ευρωπαϊκού Οργανισμού Δημοσίου Δικαίου, Μέλος Επιτροπής Συνταγματικών Δικαιωμάτων ΔΣΑ Χαράλαμπος Τσιλιώτης που ξεκαθάρισε ωστόσο πως η συμφωνία των Πρεσπών δεν προβλέπει ρήτρα καταγγελίας.

Για το αν υπάρχει δυνατότητα ακύρωσης της συμφωνίας των Πρεσπών ο κ. Τσιλιώτης, απαντά: «Η απάντηση είναι χωρίς ναι μεν, αλλά που πολλές φορές τα χρησιμοποιούμε στα νομικά. Μονολεκτικά όχι. Διότι η συμφωνία των Πρεσπών, η οποία αποτελεί μια διμερή διεθνή συμφωνία, διέπεται από το διεθνές δίκαιο των συνθηκών και ιδία την  Σύμβαση της Βιέννης του 1969 για το δίκαιο των Συνθηκών, η οποία  δεσμεύει και μέρη, τα οποία δεν είναι συμβαλλόμενα, όμως εν προκειμένω δεν τίθεται θέμα, διότι συμβαλλόμενο μέρος είναι η χώρα μας, η οποία έχει υπογράψει και έχει επικυρώσει την Σύμβαση της Βιέννης και η πρώην  Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας η οποία  συνεβλήθη με αυτή την ονομασία στην Συμφωνία των Πρεσπών ως διάδοχο κράτος της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβία.  Άρα λοιπόν, με βάση τη σύμβαση αυτή, την Σύμβαση της Βιέννης του 1969 προβλέπονται περιπτώσεις καταγγελίας της σύμβασης, οι οποίες όμως θα πρέπει να ορίζονται στην ίδια τη συμφωνία, ή να προκύπτουν από το σκοπό και το περιεχόμενο της. Εν προκειμένω, όχι μόνο η  συμφωνία των Πρεσπών δεν προβλέπει περίπτωση καταγγελίας αλλά από το περιεχόμενο, προκύπτει το αντίθετο, δηλαδή ότι τα μέρη δεν ήθελαν να προκαλέσουν καταγγελία είτε μονομερή είτε και από τις 2 πλευρές και αυτό προκύπτει από ειδική διάταξη, η οποία λέει έστω και κατά δόκιμο νομικά τρόπο ότι, η Συμφωνία είναι αμετάκλητη και προβλέπεται μόνο περίπτωση τροποποίησης της αναθεώρησης της, οποία βεβαίως για να συμβεί θα πρέπει να γίνει με τη συμφωνία και των 2 συμβαλλομένων μερών εκτός από τις διατάξεις, οι οποίες αναφέρονται στο όνομα, στην εθνότητα και τη γλώσσα, οι οποίες δεν μπορούν να τροποποιηθούν. Άρα λοιπόν δεν υπάρχει δυνατότητα καταγγελίας της σύμβασης, δεν υπάρχει δυνατότητα αναστολής, που επίσης η Σύμβαση της Βιέννης προβλέπει, περίπτωση αναστολής γιατί θα πρέπει και τα 2 μέρη να θέλουν την αναστολή, η να προβλέπεται αυτό από τη συμφωνία, που ούτε το ένα συμβαίνει ούτε το άλλο. Η μόνη δυνατότητα για να πάψει να υπάρχει αυτή η συμφωνία είναι πάλι με συναίνεση και των 2 πλευρών να αποφασιστεί η κατάργηση της Συμφωνίας με νέα Συμφωνία. Πράγματα τα οποία, θεωρητικά, μπορεί να τα εξετάζουμε, πρακτικά είναι από πολύ δύσκολα έως αδύνατα.»

Για το τι ισχύει, όταν παραβιάζεται ευθέως η Συμφωνία σε ένα από τα 2 μέρη ο κ. Τσιλιώτης εξηγεί τι προβλέπει τόσο η Σύμβαση της Βιέννης, όσο και η ίδια η Συμφωνία των Πρεσπών: «Η Σύμβαση της Βιέννης, προβλέπει στο άρθρο 60  το δικαίωμα της καταγγελίας  σε περίπτωση μη εκπλήρωσης του συμφωνηθέντος συναλλάγματος, δηλαδή σε περίπτωση που ένα από τα μέρη δεν εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του, από την άλλη, όμως προβλέπει ώς εναλλακτική δυνατότητα, κάτι το οποίο κάνει χρήση η Συμφωνία των Πρεσπών, παραπομπής του θέματος  στις καλές υπηρεσίες του Γενικού Γραμματέα του ΟΗΕ στη συνδιαλλαγή και σε περίπτωση αποτυχίας στην καταφυγή, στην υποχρεωτική διεθνή δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Αυτό λοιπόν ορίζεται ρητά στην συμφωνία των Πρεσπών, όπως ορίζονταν επίσης ρητά και στην ενδιάμεση συμφωνία του 1995. Δηλαδή ότι σε περίπτωση που ένα από τα 2 μέρη παραβιάσει τη συμφωνία ή καταγγελθεί από το άλλο μέρος ότι παραβιάζει τη συμφωνία ή ανακύπτει ζήτημα ερμηνείας της συμφωνίας, για το οποίο τα συμβαλλόμενα μέρη έχουν διαφορετική άποψη, τότε καταφεύγουνε αρχικά στις διαπραγματεύσεις, δηλαδή στη μεταξύ τους διευθέτηση της διαφοράς. Αν εκεί δεν επιλύσουν τις διαφορές τους πηγαίνουνε  στις καλές υπηρεσίες του Γενικού Γραμματέα του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών κι αν κι εκεί αυτά τα οποία θα τους πει ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών δεν τους ικανοποιήσουν, τότε, έχουν τη δυνατότητα και μονομερώς ακόμα, χωρίς δηλαδή την υπογραφή του λεγόμενου συμφωνητικού να παραπέμψουν την υπόθεση στη δικαιοδοσία του Διεθνούς Δικαστηρίου της Χάγης. Υπ όψιν δε ότι αυτό έκανε η τότε Πρώην Γιουγκοσλαβική Δημοκρατία της Μακεδονίας, αν θυμάστε, μετά τη Σύνοδο του Βουκουρεστίου, όπου εκεί η χώρα μας, δεν άσκησε Βέτο, η χώρα μας επέβαλε τη θέση της στα άλλα μέλη του ΝΑΤΟ κι όλα τα μέλη του ΝΑΤΟ,  δέχθηκαν τη  είσοδο της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, εάν δεν επιλυθεί πρώτα το όνομα.  Αυτό λοιπόν θεωρήθηκε από την άλλη πλευρά ότι παραβιάζει την ενδιάμεση συμφωνία του 1995 που προέβλεπε ανάλογη ρήτρα της συμφωνίας των Πρεσπών ότι η χώρα μας θα διευκολύνει την ένταξη του κράτος αυτού της FYROM, Σε διεθνείς οργανισμούς, μεταξύ των οποίων και το ΝΑΤΟ. Και προσέφυγε, τότε στο  Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης και με απόφασή του δικαίωσε τη FYROM το 2011, θεωρώντας δηλαδή, πως η χώρα μας έχει παραβιάσει την ενδιάμεση συμφωνία.  Τώρα, εάν εμείς καταγγέλλουμε και ορθώς καταγγέλλουμε την Βόρεια Μακεδονία, ότι δια των δηλώσεων τη Προέδρου της, παραβιάζεται και μάλιστα βασικός όρος της συμφωνίας, που όπως σας είπα προηγουμένως δεν υπόκειται καν σε αναθεώρηση,  καθώς, οι  διατάξεις περί ονόματος εθνικότητας, παύλα ιθαγένειας και γλώσσας ως δεν υπόκεινται σε αναθεώρηση. Εάν λοιπόν ο αρχηγός του κράτους, η Πρόεδρος δηλαδή της Δημοκρατίας, η οποία εκπροσωπεί το κράτος διεθνώς και δεν το εκπροσωπεί, ανεξάρτητα από το ποιες αρμοδιότητες έχει σύμφωνα με την εσωτερική συνταγματική τάξη, έχει δεχθεί σε 2 αποφάσεις του το Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης ότι ο αρχηγός του κράτους έχει πλήρη εξουσιοδότηση για να εκπροσωπεί με πράξεις του η δηλώσεις και μάλιστα διεθνώς. Εάν λοιπόν έρχεται και μάλιστα σε μία κρατική εκδήλωση, όπως είναι η ορκωμοσία ή δηλώσεις και χρησιμοποιεί τον όρο Μακεδονία για το κράτος και όχι βόρεια Μακεδονία, προφανώς παραβιάζει τη Συμφωνία. Εδώ λοιπόν προβλέπεται η διαδικασία την οποία σας περιέγραψα και όχι η διαδικασία της καταγγελίας της συμφωνίας λόγω μη εκπλήρωσης του συμφωνηθέντος συναλλάγματος.»

Για το αν στέκει, η εξήγηση που δίνει η Πρόεδρος της Βόρειας Μακεδονίας ότι στις δημόσιες εμφανίσεις θα χρησιμοποιεί τον όρο Μακεδονία ο κ. Τσιλιώτης σημειώνει:  «Η δέσμευση του αρχηγού του κράτους δεν είναι μόνο για τις γραπτές πράξεις, ούτε κατά την εκπροσώπηση στο εξωτερικό μόνο σε περίπτωση υπογραφής διεθνών συμβάσεων, συμφωνιών ή οποιωνδήποτε άλλων εγγράφων. Η εκπροσώπηση αφορά και προφορικές ενέργειες. Οποιαδήποτε αναφορά γίνεται η οποία παραβιάζει όχι μόνο το πνεύμα αλλά και το γράμμα της συμφωνίας των Πρεσπών, συνιστά παραβίαση διεθνούς συμφωνίας, παραβίαση του διεθνούς δικαίου και υπό αυτή την έννοια το άλλο κράτος, υπέχει διεθνή ευθύνη έναντι της χώρας μας.»

Για το τι μπορεί να κάνει η Ελλάδα σε αυτή την παραβίαση της Συμφωνίας: «Η Ελλάδα θα πρέπει  πιέσει την άλλη πλευρά και μπορεί να την πιέσει τόσο σε διμερές επίπεδο όσο και σε γενικότερο επίπεδο, δηλαδή μέσω των άλλων διεθνών οργανισμών στις οποίες συμμετέχει και στις οποίες συμμετέχει και η Βόρεια Μακεδονία, όπως στο ΝΑΤΟ ή και στην Ευρωπαίκή Ένωση, στην οποία η Βόρεια Μακεδονία δεν έχει ενταχθεί αλλά είναι υπό ένταξη,  ώστε όχι μόνο η συμπεριφορά της νεοεκλεγείσας Προέδρου του κράτους αυτού, αλλά και άλλα θέματα, διότι υπάρχουν και άλλα θέματα στα οποία υπάρχουν καθυστερήσεις εκ μέρους της γειτονικής χώρας στην υλοποίηση της συμφωνίας των Πρεσπών, εκεί λοιπόν θα πρέπει να πιέσει η χώρα μας,  τόσο ώστε τα συμφωνηθέντα να υλοποιηθούν. Θα ήθελα, όμως να επισημάνω και τα τρωτά σημεία της συμφωνίας των Πρεσπών σε ότι αφορά τη χρήση του όρου Μακεδονικός. Αναγνωρίζεται ότι το Κράτος θα αποκαλείται δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας, από την  άλλη όμως αναγνωρίζεται γλώσσα και ιθαγένεια Μακεδονική. Επίσης στα σήματα, χρησιμοποιείται ο όρος ΜΚ σκέτο. Υπάρχουν επομένως ζητήματα, κάποιος θα μπορούσε να πει πως υπάρχουν  γκρίζες ζώνες είναι πολύ επικίνδυνες και πολύ φοβάμαι ότι θα τις βρούμε μπροστά μας. Δεν τις βρίσκαμε μέχρι τώρα γιατί στην εξουσία, ήταν ο συνασπισμός των δημοκρατών με τους Αλβανούς που ήταν υπέρ της συμφωνίας, όμως είναι πολύ πιθανό ότι θα τα βρούμε αυτά μπροστά μας όταν στην εξουσία βρεθούν οι εθνικιστές.»

Ο κ. Τσιλιώτης σχολίασε το γεγονός ότι δεν έχουμε έναν αξιόπιστο σταθερό μηχανισμό επιτήρησης της εφαρμογής αυτής της συμφωνίας σημειώνοντας πως: «Δεν φροντίσαμε για την πιστή τήρηση της εφαρμογής της από το 2019. Θα τα βρούμε αυτά μπροστά μας όταν στην εξουσία βρεθούν οι εθνικιστές.  Η ανατροπή όμως της Συμφωνίας των Πρεσπών δεν μας συμφέρει. Θα μας φέρει λοιπόν σε μια κατάσταση όπου το κράτος θα ονομάζεται Μακεδονία Νέτα σκέτα και θα το ονομάζει και η Διεθνής Κοινότητα, όπως το ονόμαζε και πριν τη Συμφωνία των Πρεσπών. Τουλάχιστον τώρα η Διεθνή Κοινότητα τους ονομάζει Βόρεια Μακεδονία. Η Συμφωνία έχει και καλά. Δεν μπορούμε να την ακυρώνουμε στο σύνολο της, θα πρέπει να αξιοποιηθούν και από τις 2 πλευρές και δεν μπορεί να είναι καλό μόνο το γεγονός της ένταξης του κράτους στο ΝΑΤΟ και έναρξης ενταξιακών διαπραγματεύσεων με την Ευρωπαϊκή Ένωση και της Εκταμίευσης των κονδυλίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα πρέπει τα καλά να αφορούν και τις 2 πλευρές. Εάν λοιπόν, η Βόρεια Μακεδονία με αυτές τις άφρονες κινήσεις των τελευταίων ημερών θέλει κάτι διαφορετικό, αυτό οπωσδήποτε θα είναι πηγή ανωμαλίας. Θα είναι μια πηγή που δεν θα είναι ικανοποιητική και για τις διμερείς σχέσεις και την ευρύτερη περιοχή. Από την άλλη κι εμείς επειδή δεν τους εμπιστευόμαστε και καλά κάνουμε και δεν τους εμπιστευόμαστε όπως είπατε πολύ σωστά, θα έπρεπε να είχαμε συστήσει μια μόνιμη  επιτροπή παρακολούθησης της τήρησης της συμφωνίας από την άλλη πλευρά και όπου υπάρχουν, καθυστερήσεις, οι οποίες είναι αδικαιολόγητες, οι οποίες οφείλεται σε κωλυσιεργία, και δεν συνιστούν απαραίτητα παραβιάσεις, εκεί λοιπόν θα πρέπει να παρεμβαίνουν και να καθιστούν σαφές στους γείτονες μας, κάτι το οποίο το ξέρουν αλλά κάνουν πως δεν το καταλαβαίνουν, ότι η σταθερότητα τους και η πορεία τους προς την Ευρώπη και τη Διεθνή Κοινότητα, περνά 100% από τη χώρα μας. Εάν αυτό δεν θέλουν να το καταλάβουν, πρέπει εμείς να τους το δώσουμε με τον κατάλληλο τρόπο να το καταλάβουν.»


Περισσότερα Video

Ακολουθήστε το Politica στο Google News και στο Facebook