Tην στελέχωση των Πρωτοβάθμιων Μονάδων υγείας ζητά η Αγωνιστική Συσπείρωση Υγειονομικών
Την πλήρη στελέχωση των νοσοκομείων και των κέντρων υγείας με μόνιμο προσωπικό ζητά η Αγωνιστική Συσπείρωση Υγειονομικών ΠΑΓΝΗ.
Πιο αναλυτικά:
Τόσο κατά τη διάρκεια της συγκέντρωσης όσο και κατά τη συνάντηση που ακολούθησε μεταξύ εκπροσώπων των εργαζομένων και της Διοίκησης της 7ης ΥΠΕ, αναδείχθηκαν κυρίως τα κοινά προβλήματα σοβαρής υποστελέχωσης όλων των δημόσιων δομών υγείας του νησιού και επέκτασης των ελαστικών σχέσεων εργασίας και τέθηκαν επιτακτικά τα αιτήματα για μόνιμες προσλήψεις προσωπικού και για μονιμοποίηση των συμβασιούχων. Ιδιαίτερα εκφράστηκε η αγωνία και η διαρκής εργασιακή ανασφάλεια των συμβασιούχων, αρκετοί από τους οποίους απολύονται στα τέλη του έτους (εργαζόμενοι καθαριότητας και σίτισης) ή στις αρχές του επόμενου (4000 εργαζόμενοι ΟΑΕΔ).
Εκπρόσωποι της Αγωνιστικής Συσπείρωσης Υγειονομικών (ΑΣΥ) και της ΔΗΠΑΚ γιατρών αναφέρθηκαν επίσης στις ελλείψεις στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας (ΠΦΥ), στην ανεπάρκεια κλινών ΜΕΘ, στη δυσλειτουργία τμημάτων και δομών από τις μετακινήσεις προσωπικού και τις συγχωνεύσεις κλινικών, στις ελλείψεις σε μέσα ατομικής προστασίας, στην αύξηση των αναμονών στα τακτικά εξωτερικά ιατρεία και στις λίστες χειρουργείου, στην προσπάθεια επανεισόδου εργολάβων στα νοσοκομεία, στην προώθηση της συνεργασίας των δημόσιων νοσοκομείων με ιδιώτες γιατρούς με δελτίο παροχής υπηρεσιών.
Η διοίκηση της 7ης ΥΠΕ δεν δεσμεύτηκε για νέες μόνιμες προσλήψεις, πέρα από την ολοκλήρωση παλιότερων προκηρύξεων (μόνιμων γιατρών και τακτικού μη ιατρικού προσωπικού), που όμως θα καλύψουν λιγότερο από το 15% των κενών οργανικών θέσεων και θα αφήσουν εκτός ΕΣΥ χιλιάδες συμβασιούχους. Στο αίτημα για μονιμοποίηση των εργαζομένων με ελαστικές σχέσεις εργασίας, η διοικήτρια αρκέστηκε να δηλώσει ότι έχει ζητήσει παράταση των συμβάσεών τους και υπερασπίστηκε τις αύξηση των συμβασιούχων στις δομές υγείας της 7ης ΥΠΕ μέσα στο 2020 κατά περίπου 600. Στο επίκαιρο αίτημα για επέκταση του θεσμού των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων (ΒΑΕ), η διοικήτρια απέφυγε να αναφερθεί σε ένταξη του συνόλου των υγειονομικών, ενώ δεν δεσμεύτηκε ούτε για το μη περιορισμό των δικαιούχων. Σχετικά με τη δωρεά Νιάρχου για την επέκταση των ΜΕΘ, η διοικήτρια είπε ότι για τις νέες κλίνες θα αξιοποιηθούν οι υπάρχουσες δομές των νοσοκομείων (όπως απαιτεί ο δωρητής) και αναζητώνται χώροι για μεταφορά των γραφείων γιατρών της Ψυχιατρικής, της Παθολογικής και της Ενδοκρινολογικής του ΠΑΓΝΗ. Αναφέρθηκε στην πιθανότητα συνεργασίας των δημόσιων νοσοκομείων με ιδιώτες γιατρούς ως μέτρο κάλυψης των άγονων θέσεων, αποδίδοντας την ευθύνη στους γιατρούς για την έλλειψη ενδιαφέροντος και τη μη υποβολή σιτήσεων για ορισμένες θέσεις που προκηρύσσονται σε δομές υγείας του νησιού, αποκρύπτοντας ότι αυτό οφείλεται συχνά στην ανησυχία που προκαλούν οι συνθήκες υποστελέχωσης και αυξημένης εντατικοποίησης της δουλειάς.
Αποδεικνύεται ακόμη μια φορά ότι οι διοικήσεις των ΥΠΕ, όπως και οι διοικήσεις του ΠΑΓΝΗ, εφαρμόζουν πιστά την πολιτική υποχρηματοδότησης της υγείας που ακολουθούν διαχρονικά οι κυβερνήσεις, με στόχο το σταδιακό περιορισμό της κρατικής ευθύνης στην κάλυψη μόνο στοιχειωδών υπηρεσιών περίθαλψης, πέρα από το οποίο η υγεία αποτελεί ατομική υπόθεση. Αυτό φαίνεται και από την «εξοικονόμηση πόρων», που καυχιέται ότι πέτυχε η διοίκηση του ΠΑΓΝΗ στον πρόσφατο απολογισμό της για το πρώτο 5μηνο του 2020 με τη μείωση των δαπανών κατά 6% (σχεδόν 2 εκ. ευρώ), γεγονός που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη μειωμένη προσέλευση ασθενών λόγω της αναστολής της λειτουργίας των τακτικών ιατρείων και χειρουργείων εν μέσω πανδημίας.
Το κενό της κρατικής χρηματοδότησης επιχειρούν να καλύψουν με την επέκταση του συμπράξεων του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα υγείας (ΣΔΙΤ), με στόχο τα νοσοκομεία να μετατραπούν σε ΝΠΙΔ, δηλαδή να διευρυνθεί η λειτουργία τους ως επιχειρήσεις, που καλύπτουν ολοένα μεγαλύτερο μέρος από τα έξοδα για τη μισθοδοσία του επικουρικού προσωπικού τους από τα έσοδα που έχουν από τις πληρωμές των ασθενών.
Η διαχρονική πολιτική κυβερνήσεων και ΥΠΕ είναι πλήρως εναρμονισμένη και με τις κατευθύνσεις της ΕΕ για γενίκευση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης. Είναι υποκριτική εκ μέρους άλλων δυνάμεων (ΑΝ.ΔΗΜ.ΚΙΝ, ΔΗ.ΣΥ, ΑΡ.ΠΡ.ΣΥΜ) η υπεράσπιση της μονιμοποίησης των συμβασιούχων, ενώ σύσσωμες οι κοινοβουλευτικές ομάδες των ΣΥΡΙΖΑ, ΝΔ, ΚΙΝΑΛ είχαν ταχθεί το Φλεβάρη του 2019 ενάντια στο αίτημα πάνω από 140 συνδικαλιστικών οργανώσεων για άρση κάθε συνταγματικής απαγόρευσης της μετατροπής συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου. Με αφορμή την πανδημία επεκτάθηκαν μάλιστα περαιτέρω οι ελαστικές σχέσεις εργασίας, με την ψήφιση ΠΝΠ για την εκ περιτροπής, τη μερική απασχόληση και την τηλεργασία, μειώνοντας το μισθολογικό κόστος.
Αποτελούν υποκρισία οι επιδοκιμασίες της κυβέρνησης για τους «ήρωες» υγειονομικούς, που έδωσαν τη «μάχη» με αυταπάρνηση ενάντια στην πανδημία, ενώ αρνείται να τους εντάξει στο καθεστώς των ΒΑΕ ως ελάχιστη αναγνώριση της προσφοράς τους, εξασφαλίζοντας μειωμένα ωράρια, μεγαλύτερες άδειες και πρόωρη συνταξιοδότηση ως αντιστάθμισμα στη φθορά της υγείας τους λόγω των ανθυγιεινών συνθηκών εργασίας. Εξάλλου τα ΒΑΕ έχουν μπει στο στόχαστρο όλων των κυβερνήσεων (ΠΑΣΟΚ, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ) εδώ και 30 χρόνια, σε μια προσπάθεια για αποχαρακτηρισμό και σταδιακή κατάργηση του θεσμού, με στόχο τη διασφάλιση φθηνότερης εργατικής δύναμης.
Η ΑΣΥ απαιτεί πλήρη στελέχωση των νοσοκομείων και των κέντρων υγείας με μόνιμο προσωπικό και μονιμοποίηση των συμβασιούχων. Διεκδικούμε αύξηση της κρατικής χρηματοδότησης της υγείας προκειμένου να δημιουργηθούν νέες κλίνες ΜΕΘ, Μονάδα Ειδικών Λοιμώξεων και ΜΑΦ πλήρως στελεχωμένες με το αναγκαίο μόνιμο προσωπικό, χωρίς η επέκταση ή η δημιουργία νέων μονάδων να γίνεται εις βάρος άλλων κλινικών των νοσοκομείων. Είμαστε κατηγορηματικά αντίθετοι στην επέκταση των ΣΔΙΤ και ζητούμε την κατάργηση κάθε επιχειρηματικής δράσης στην υγεία. Ζητάμε την ένταξη στα ΒΑΕ όλων των εργαζομένων με οποιαδήποτε σχέση εργασίας στα Νοσηλευτικά Ιδρύματα, τα Κέντρα Υγείας και το ΕΚΑΒ. Υπερασπιζόμαστε τον αποκλειστικά δημόσιο δωρεάν χαρακτήρα του συστήματος υγείας, που θα καλύπτει καθολικά τις σύγχρονες ανάγκες στο επίπεδο των εξελίξεων της επιστήμης.