«Πάντα ανοιχτό το ενδεχόμενο στρατικοποίησης της έντασης από την Τουρκία»

Δημοσιεύτηκε στις 15/01/2020 17:13

«Πάντα ανοιχτό το ενδεχόμενο στρατικοποίησης της έντασης από την Τουρκία»

Εκτός της γερμανικής πρωτοβουλίας για τη Λιβύη μένει, όπως όλα δείχνουν, η Ελλάδα, καθώς δεν συμπεριλαμβάνεται στον κατάλογο των χωρών που θα συμμετάσχουν στη Διεθνή Διάσκεψη του Βερολίνου για τον τερματισμό του εμφυλίου πολέμου στη βορειοαφρικανική χώρα.

Με αφορμή τα παραπάνω, ο  Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνών Σχέσεων στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Κώστας Υφαντής, μίλησε στον Politica 89.8 και στον Χρήστο Κώνστα όπου σχολίασε τις εξελίξεις. Για το αν και κατά πόσο σημαντική αλλά και τι συμβολίζει η απουσία της Ελλάδας από την διάσκεψη, ο κ. Υφαντής σχολίασε: «Συμβολίζει μια αντίληψη από το Βερολίνο, μια αντίληψη ότι η Ελλάδα με τα ζητήματα που υφίστανται μεταξύ Αθήνας – Άγκυρας είναι μέρος του προβλήματος και παρουσία της δεν θα διευκόλυνε την πρόοδο προς την εξεύρεση μιας λύσης. Προφανώς και πονάει, είναι άσχημα συμβολικά, αυτό που συμβαίνει από τη στιγμή που η χώρα έχει το θέμα με την συμφωνία Τουρκίας – Λιβύης. Αν δεν υπήρχε αυτό δεν θα συζητάγαμε αν προσκληθήκαμε ή όχι στην σύσκεψη. Είναι απογοητευτικό αλλά η εξήγηση είναι ότι οι Γερμανοί θεωρούν ότι η παρουσία της χώρας δυσχεραίνει παρά που βοηθάει τα πράγματα. Το αν είναι σωστή ή όχι η αντίληψη αυτή, θεωρώ ότι δεν είναι σωστή, αλλά σημασία έχει τι συμβαίνει».

Ενώ για το γεγονός ότι η Τουρκία συμμετέχει στην διάσκεψη και κατά ένα μέρος και η ίδια είναι «μέρος του προβλήματος», διάσκεψη ο κ. Υφαντής, ανέφερε: «Για τη Γερμανία που είναι διοργανώτρια αυτό το ζήτημα είναι δευτερεύον. Δεν είναι το ραντάρ, δεν θεωρεί ότι το ζήτημα αυτό πρέπει να συζητηθεί, ως μέρος της ειρήνευσης της Λιβύης. Η Τουρκία έχει προσκληθεί όχι γιατί είναι μέρος του προβλήματος, που είναι, αλλά εξαιτίας του γεγονότος ότι υποστηρίζει υλικά την μία πλευρά, τον Σάρατζ, έχει δηλώσει ότι θα στείλει στρατεύματα για να τον στηρίξει σε περίπτωση που κλιμακωθεί ο εμφύλιος, άρα με αυτή την επέμβαση έχει κερδίσει μια θέση στο τραπέζι των συζητήσεων».

«Στην Ελλάδα βιαζόμαστε να αλλάζουμε τα συμπεράσματα μας, κάθε φορά που αλλάζουν οι εξελίξεις και όταν αυτές αλλάζουν κάθε μέρα… Αύριο αν η διάσκεψη καταλήξει σε αποτυχία, που είναι το πιθανότερο σενάριο, τι θα λέμε; Η Τουρκία προφανώς δεν έχει διπλωματική υποστήριξη, δεν είναι το ίδιο. Είναι απομονωμένη, σε μια σειρά από ζητήματα, δεν μιλάμε με την Αίγυπτο, δεν μιλάει με το Ισραήλ. Δεν καταφέρνει να επιβάλλει τους πολιτικούς της στόχους στην Κύπρο κλπ. Με την απειλή ότι θα στείλει στρατεύματα, ε, εντάξει! Αν αυτό από την μία μέρα στην άλλη μας κάνει να λέμε ότι δεν είναι απομονωμένη… Η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση, δεν κερδίζει αυτά που θα ήθελε και γι’ αυτό αυξάνει τις προκλήσεις. Απομονωμένη από το ευρύτερο περιβάλλον, είναι, ακόμη και αν είναι παράδοξο. Βρίσκεται στη διάσκεψη γιατί έχει διαμηνύσει ότι θα δημιουργήσει τετελεσμένα στο έδαφος» τόνισε ο κ. Υφαντής.

Για το ποια θα πρέπει να είναι η στάση της Ελλάδας πλέον, ο κ. Υφαντής απάντησε: «Να συνεχίσει η ελληνική διπλωματία να κάνει αυτό που κάνει μέχρι τώρα, να ταυτίζει ή τα συμφέροντα της χώρας να συγκλίνουν με τα συμφέροντα των μεγάλων παιχτών. Η Γερμανία δεν είναι μεγάλος παίχτης στην περιοχή, τα ίδιο θα έλεγα ακόμη και αν ήμασταν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, μεγάλος παίχτης είναι η Αίγυπτος, οι Ηνωμένες Πολιτείες. Δεν σημαίνει αυτό όμως, ότι έχουμε σταθερές συμμαχίες με αυτές τις χώρες, έχουμε συγκυριακές συνεργασίες στρατηγικού χαρακτήρα. Πρέπει να τις εμβαθύνουμε να είναι ορατές προς όλους οι συνεργασίες μας, να στέλνουμε μηνύματα και να είμαστε αποφασισμένοι να «τρέξουμε» όσο το δυνατόν περισσότερο. Αναγκαστικά, θα είμαστε ένα βήμα πίσω από την Τουρκία, γιατί η Τουρκία είναι αυτή που έχει το τακτικό πλεονέκτημα, γιατί προσπαθεί να δημιουργήσει τετελεσμένα εις βάρος των υπολοίπων. Αυτό πολύ δύσκολα θα αλλάξει».

«Η χώρα θα πρέπει να προετοιμάζεται για το ενδεχόμενο η Τουρκία να επιδιώξει μια στρατικοποίηση της έντασης, σε επίπεδο κρίσης. Αυτό το ενδεχόμενο έχει να κάνει με μια σειρά από εξελίξεις, κάποιες από τις οποίες δεν τις ελέγχουμε αλλά η ιστορία δείχνει ότι αυτές οι πιθανότητες συρρικνώνονται όταν υπάρχει μια σχετική ισορροπία διπλωματικής και στρατιωτικής ισχύος. Αν καταφέρουμε να στείλουμε το μήνυμα ότι είμαστε σε θέση να αντιδράσουμε, σε πιθανό τουρκικό διάβημα, οι πιθανότητες μειώνονται για το διάβημα σημαντικά. Στη διεθνή πολιτική, οι χώρες οι σοβαρές δουλεύουν στη βάση του χειρότερου σεναρίου και ελπίζουν για το καλύτερο» τόνισε ο κ. Υφαντής.

Ο κ. Υφαντής τοποθετήθηκε και για την συνάντηση που είχε ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, με τον Ντόναλντ Τραμπ, λέγοντας: «Το μεγάλο ζήτημα, το μεγάλο ερωτηματικό για όλες τις χώρες, ποια είναι η αμερικανική πολιτική, ποια είναι η αμερικανική στρατηγική και αν αυτή είναι αποτέλεσμα μιας διαδικασίας συμβατικής που φέρνει την ίδια στιγμή, μαζί το αρνητικό διπλωματικό κατεστημένο στην Ουάσινγκτον και τον Λευκό Οίκο. Υπάρχει ένα ζήτημα, ο πρόεδρος Τραμπ κάνει εξωτερική πολιτική κοιτάζοντας την εκλογική του βάση, μια εξαιρετικά συντηρητική, η οποία δεν θέλει την αμερικάνικη εμπλοκή σε πολέμους αλλά ταυτόχρονα θέλει οι Ηνωμένες Πολιτείες να απαντάει στις προκλήσεις. Παραλλήλως, η αμερικανική διπλωματία, το αμερικάνικο αμυντικό προσωπικό, όλα τα χρόνια έχουν συνηθίσει να δουλεύουν στη βάση μιας μακροχρόνιας στρατηγικής. Αν η ανάλυση μου εμένα είναι σωστή, υπάρχει ζήτημα, δεν συναντιούνται αυτοί οι δύο, προφανώς προηγείται η γνώμη του προέδρου αλλά όλη αυτή η κατάσταση δημιουργεί αβεβαιότητα. Πως ερμηνεύουμε την εκτέλεση του Σουλεϊμανί; Την ερμηνεύουμε ως ένα δείγμα ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν στην περιοχή και αυξάνουν το στρατηγικό τους αποτύπωμα, επιστρέφουν στην περιοχή και θέλουν να ελέγξουν τις εξελίξεις ή το ερμηνεύουμε σαν μια ενέργεια η οποία στόχο έχει να στριμώξει και να φοβίσει τους Ιρανούς ακόμη περισσότερο και να τους φέρει έτσι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων; Είναι πολύ σημαντικό να κάνει κάποιος, μια τέτοια εκτίμηση, αν τυχόν ισχύει το πρώτο τότε χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, τα ‘Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Αίγυπτος, το Ισραήλ, νιώθουν πιο ήσυχες για το μέλλον όταν ο μεγάλος σύμμαχος επιστρέφει στην περιοχή. Αν όμως είναι το δεύτερο, τότε αυτές οι χώρες συνειδητοποιούν ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορεί στο αμέσως επόμενο μέλλον να είναι προνομιακούς συνομιλητής του μεγάλου αντιπάλου, που είναι το Ιράν. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, μπορεί να συμπεριφερθούν διαφορετικά, τώρα η Τουρκία που εμάς, μας αφορά άμεσα, φαίνεται ότι έχει απαντήσει αυτό το ερώτημα προσεγγίζοντας την Ρωσία. Έχει αυξήσει η Τουρκία την εξάρτηση της από τις ρωσικές επιδιώξεις συμφέροντα και προτιμήσεις, αυτό μειώνει τις δυνατότητες της Τουρκίας να παρεμβαίνει ανεξάρτητα και αυτό φαίνεται και στη Συρία και στο ζήτημα της Λιβύης, όπου ο Ερντογάν έπρεπε να συναντήσει τον Πούτιν πριν κάνει οτιδήποτε. Την ίδια στιγμή όμως σημαίνει ότι η Τουρκία δεν πρόκειται να λάβει υπόψη της μια πιθανή διαμεσολάβηση των Ηνωμένων Πολιτειών, όταν στηρίζεται περισσότερο στην Ρωσία παρά στις Ηνωμένες Πολιτείες, αναγκαστικά ο ρόλος των Ηνωμένων Πολιτειών μειώνεται. Η σημασία μιας παρέμβασης διπλωματικής, την οποία έχουν εξαγγείλει ανεπίσημα οι Ηνωμένες Πολιτείες μειώνεται. Η Τουρκία νιώθει ότι σε μια σειρά από ζητήματα, δεν έχει ανάγκη, δεν εξαρτάται από τις Ηνωμένες Πολιτείες και αυτό είναι ζήτημα για εμάς,  γιατί παραδοσιακά θεωρούμε ότι σε περίπτωση κλιμάκωσης οι Ηνωμένες Πολιτείες θα είναι εκεί για να αποσοβήσουν το εφιαλτικό σενάριο».

Ακούστε εδώ όλη την συνέντευξη του κ. Υφαντή: