Λ.Κουσούλης: «Το εμπόδιο στη κυβερνησιμότητα του ΠΑΣΟΚ δεν είναι τα πρόσωπα αλλά το ίδιο το ΠΑΣΟΚ – Έρχεται μεγάλη κρίση στη διακυβέρνησης της χώρας»
Την άποψη πως έρχεται μεγάλη κρίση στη διακυβέρνηση της χώρας και πως εμπόδιο για την διακυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ, είναι το ίδιο το ΠΑΣΟΚ, μίλησε στον Politica 89.8 και τον Χρήστο Κώνστα, ο πολιτικός αναλυτής κι επικοινωνιολόγος Λευτέρης Κουσούλης.
Για το δίπολο Ανδρουλάκη – Δούκα κι αν μπορούν να έρθουν μέσω αυτών των 2 προσώπων αλλαγές στον πολιτικό χάρτη της χώρας, ο κ. Κουσούλης απαντά: «Αλλαγές στον πολιτικό χάρτη της χώρας, ευρύτερα δεν είναι εύκολο να γίνουν όποιος κι αν από τους 2 εκλεγεί. Τουλάχιστον δεν φαίνεται εύκολο ί να συμβεί στον ορατό χρόνο γιατί μια τέτοια αλλαγή χρειάζεται διάρκεια να προπαρασκευάσει, να επιψηθεί, να γίνει αποδεκτή από το λαό και να κριθεί θετικά σε μια κάλπη. Διαφορετικά, όλα θα είναι θεωρητικά. Αυτό που παρατηρούμε τώρα είναι η προσπάθεια του ΠΑΣΟΚ να ανασυγκροτηθεί εκλέγοντας μια νέα ηγεσία, ενδεχομένως να είναι κι η παλαιά εξουσία, ο κ. Ανδρουλάκης και να διαμορφώσει μια νέα πορεία, αν αυτό μπορεί να νοηθεί για ένα κόμμα όπως το ΠΑΣΟΚ.»
Για το αν έχει δώσει χρόνο ζωής στο ΠΑΣΟΚ αυτή η νέα πολιτική διαδικασία ο κ. Κουσούλης αναφέρει: «Πράγματι, επιχειρείται μια επανεκκίνηση, είναι θετικό και κανείς πρέπει να το βλέπει με συμπάθεια αυτό. Έγινε μια προεκλογική ευπρεπής αντιπαράθεση μέσα στο ΠΑΣΟΚ με 6 σημαντικά στελέχη του, να διεκδικούν την εξουσία. Ήρθε το αποτέλεσμα που γνωρίζουμε, ωστόσο το ερώτημα πάντα είναι αν το μπορεί το ΠΑΣΟΚ να έχει μέλλον, κι αν μπορεί από ένα κόμμα μικρό και μεσαίο που είναι σήμερα να γίνει μεγάλο και κυβερνητικό. Η δική μου γνώμη, είναι ότι αυτό δεν μπορεί να συμβεί, όποιος κι αν είναι στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ, γιατί το εμπόδιο στη διεύρυνση της εκλογικής του επιρροής δεν είναι τόσο το πρόσωπο που εκφράζει το ΠΑΣΟΚ. Κατά την εκτίμησή μου το εμπόδιο, είναι το ίδιο το ΠΑΣΟΚ, ως μνήμη, ως ανάμνηση του παρελθόντος, τι ήταν το ΠΑΣΟΚ, πως συμμετείχε στην διακυβέρνηση, τον τρόπο του, τον λόγο του, το ύφος του αλλά φυσικά και τη σύνδεση ή την ευθύνη που του αποδίδουν οι άνθρωπο κι οι πολίτες στη χρεοκοπία της χώρας, παρόλο που στάθηκε με ευθύνη στη διαχείριση της κρίσης.»
Για τις διαφορές μεταξύ του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ ο κ. Κουσούλης επισημαίνει πως: «Δεν πρέπει να συγκρίνουμε τίποτα στην πολιτική ζωή. Κάθε περίπτωση είναι απολύτως διαφορετική. Ο ΣΥΡΙΖΑ, γεννήθηκε μέσα στην κρίση και όταν τελείωσε η κρίση βλέπουμε να μην μπορεί να επιβιώσει χωρίς τα δεδομένα της κρίσης. Μπορεί να μην προλάβει να πάει καν στην διαδικασία της εκλογής της νέας ηγεσίας, με αυτά που συμβαίνουν στο εσωτερικό του. Το ΠΑΣΟΚ, από την άλλη, δεν έχει αυτά τα χαρακτηριστικά. Το ΠΑΣΟΚ είναι ένα θεσμικό κόμμα, το οποίο λειτουργεί με πιο καθαρούς δημοκρατικούς και δημόσιους κανόνες, ως προς το ΣΥΡΙΖΑ, που είναι ένα κόμμα με άλλα χαρακτηριστικά . Δεν θεωρώ ότι μπορεί να γίνει κυβερνητικό κόμμα σήμερα που μιλάμε, δεν γνωρίζω όμως και πως θα εξελιχθούν τα πράγματα. Την υπόθεση αυτή τη διατυπώνω με βάση την πραγματική πολιτική ζωή, η οποία βρίσκεται στην κάλπη και όχι στις δημοσκοπήσεις. Δηλαδή με βάση το γεγονός, ότι πριν από λίγους μήνες είχαμε εκλογές, όπου το ΠΑΣΟΚ, έχασε σε μια ευνοϊκή ευκαιρία περισσότερα από 100.000 ψηφοδέλτια. Επίσης, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σε ένα κόμμα, υπάρχει πάντα το υπόστρωμα της κοινωνικής και πολιτικής ζωής. Δηλαδή, την εμπειρία που αφήνει πίσω του κάθε κόμμα, όταν άσκησε την εξουσία και στη συγκεκριμένη περίπτωση στην περίπτωση του ΠΑΣΟΚ, μια εμπειρία πολλών ετών και μάλιστα στην κυβέρνηση. Αυτή η εμπειρία κατά τη γνώμη μου για το ΠΑΣΟΚ είναι μια αρνητική εμπειρία. Έχει μείνει ως κόμμα που άσκησε την εξουσία, αρνητικά στη συνείδηση των ανθρώπων. Φυσικά και μπορεί ένα ανανεωμένο ΠΑΣΟΚ, ένα αναγεννημένο ΠΑΣΟΚ να θεραπεύσει αυτό το τραύμα, και να αυξήσει την επιρροή του μέχρι και το 20%. Ωστόσο θεωρώ αδύνατον να αποκτήσει μεγαλύτερη εκλογική επιρροή, ώστε να γίνει κυβερνητικό κόμμα, δηλαδή να γίνει η εναλλακτική πολιτική δύναμη απέναντι στο σημερινό κυβερνητικό σχήμα.»
Ο κ. Κουσούλης, αναφέρθηκε στον ΣΥΡΙΖΑ που αποτέλεσε τον εκλογικό χορηγό της Νέας Δημοκρατίας αλλά και τον κατακερματισμό των πολιτικών δυνάμεων που οδηγεί στο να μην υπάρχει κάποια εναλλακτική εκδοχή στην εξουσία πέραν της Νέας Δημοκρατίας, σημειώνοντας πως: «Ακόμα και η ήττα της Νέας Δημοκρατίας στις ευρωεκλογές ήταν μια αναμενόμενη εξέλιξη, καθώς έφυγε από τη σύγκρουση ένας σημαντικός συντελεστής που ήταν ο ΣΥΡΙΖΑ. Η Νέα Δημοκρατία και τα υψηλά ποσοστά της προέκυψαν επειδή υπήρχε ένας αντίπαλος που έγινε εκλογικά αποτελεσματικά αξιοποιήσιμος αντίπαλος, Με δυο λόγια, ο ΣΥΡΙΖΑ, ήταν ο εκλογικός χορηγός της Νέας Δημοκρατίας. Εάν δεν υπήρχε η ανάγκη, το 19 να απομακρυνθεί ο ΣΥΡΙΖΑ από την εξουσία, η Νέα Δημοκρατία, δεν θα έφτανε ποτέ το 39 και 40%. Θα ήταν σε υψηλά ποσοστά γύρω στο 35%. Υπενθυμίζω ότι η κεντροδεξιά παράταξη στην Ελλάδα κυμαίνεται με σταθερό εκλογικό ποσοστό περί το 30%. Είναι μια συγκεκριμένη συνθήκη που της επιτρέπει να διευρύνει την επιρροή της. Αυτή η συνθήκη σήμερα έχει αλλάξει για αυτό και πήγε στο 28% στις ευρωεκλογές με πάρα πολύ μεγάλη αποχή και μέσα σε αυτή την αποχή οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης δεν μπόρεσαν κυρίως, το ΠΑΣΟΚ να βελτιώσει τη θέση του. Αυτή είναι μια συνθήκη που μας μιλάει για την κρίση αντιπροσώπευσης, την κρίση εμπιστοσύνης, για την κρίση διακυβέρνησης, με την οποία θα συναντηθούμε κατά τη γνώμη μου τα επόμενα χρόνια. Δηλαδή θα έχουμε έναν κατακερματισμό των πολιτικών δυνάμεων, όπου πέρα από τη νέα δημοκρατία δεν θα μπορέσει καμία πολιτική δύναμη να λειτουργήσει ως εναλλακτική εκδοχή στην εξουσία. Αυτή είναι η εκτίμηση μου για τα πράγματα, μέχρι να αποδειχτεί ότι μπορεί να κάνω λάθος.»
Για το αν απέναντι στη νέα δημοκρατία δημιουργηθεί ένας συνασπισμός κομμάτων που θα μπορούσε να αντιπαρατεθεί μαζί της, ο κ. Κουσούλης τονίζει πως: «Ναι, πιθανόν αυτό να μπορούσε να συμβεί, αλλά πρέπει να διαμορφωθούν οι συνθήκες για να συμβεί αυτό. Αυτό που βλέπουμε σήμερα μπροστά μας, μας οδηγεί σε μια αρνητική απάντηση. Δεν μπορεί να συμβεί αυτό, δηλαδή δεν μπορεί να υπάρξει μια νέα πολιτική σύνθεση στην αντιπολίτευση που με στοιχεία, αυτονομίας, ιδιαιτερότητας πολιτικής και με νέα πρόσωπα να συγκροτηθεί. Γι αυτό λέω πως θα έχουμε έναν κατακερματισμό στην αντιπολίτευση. Μάλιστα επειδή ακόμα κι η νέα δημοκρατία έχει μεγάλη απώλεια εμπιστοσύνης, κατά την εκτίμησή μου δεν θα μπορέσει, ούτε εκείνη να την ανακτήσει όπως παλαιά, με αποτέλεσμα να πάμε σε μια πολιτική κρίση και κρίση διακυβέρνησης. Το πως θα αντιμετωπιστεί αυτή η κρίση, θα το μάθουμε όταν έρθει η ώρα.»