Γ.Κουτσομύτης: «Σήμα κινδύνου με πολλούς αποδέκτες από τα εκλογικά αποτελέσματα»
Για το αποτέλεσμα των εκλογών και τους κερδισμένους – χαμένους ο πολιτικός αναλυτής Γιάννης Κουτσομύτης μιλώντας στον Politica 89.8 ανέφερε: Τα χθεσινά εκλογικά αποτελέσματα, έστειλαν ένα σήμα κινδύνου με πολλούς αποδέκτες
Ειδικότερα ανέφερες πως: «Έχουμε τον κ. Βελόπουλο, θετικό πρόσημο καθώς αύξησε τα ποσοστά του έχει και το ΚΚΕ. Τα μεγάλα κόμματα ηττήθηκαν, αλλά σε μικρότερο και άλλα σε μεγαλύτερο ποσοστό θα έλεγα, ηττημένη είναι η ΝΔ, γιατί ναι μεν προηγείται με πολύ μεγάλη διαφορά από το δεύτερο κόμμα, αλλά είναι πολύ χαμηλότερα από τις προσδοκίες και τους στόχους που είχε θέσει. Ο ΣΥΡΙΖΑ, επίσης είναι ηττημένος γιατί είχαμε δει τον πήχη των προσδοκιών ανεβαίνουν στο 20% μετά στο 17%. Αυτό το ποσοστό δεν είναι επιτυχία, είναι ήττα, είχε θέσει και στην ομιλία του ότι εδώ είναι η τελευταία ευκαιρία και δεν φάνηκε να πέρασε ούτε αυτό. Και το ΠΑΣΟΚ, δεν είναι νικητής, με την έννοια ότι είχε θέσει ξεκάθαρα τον στόχο ο κύριος Ανδρουλάκης να είναι το δεύτερο κόμμα και με υψηλό ποσοστό που θα του δημιουργήσει προϋποθέσεις, να αποτελέσει την αξιωματική αντιπολίτευση της επόμενης μέρας. Αυτό δεν το είδαμε, παρόλα αυτά συγκράτησε δυνάμεις. Οπότε η ήττα του ΠΑΣΟΚ, δεν είναι μεγάλη είναι μικρή. Στα πιο μικρά κόμματα, είδαμε ισχυρό ΚΚΕ, κι άνοδο του κυρίου Βελόπουλου, ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα.»
Για τις ήττες και αν είναι διαχειρίσιμες για κάθε κόμμα, ο κ. Κουτσομύτης σημειώνει: «Για τη Νέα Δημοκρατία, είναι κάπως πιο δύσκολα τα πράγματα με την εξής έννοια, δεν βλέπω στον ορίζοντα ακόμη και τον μεσοπρόθεσμο που είναι η επόμενες βουλευτικές εκλογές να αμφισβητείται η πρωτοκαθεδρία της νέας δημοκρατίας, αλλά αυτός ο κόσμος που απείχε ή που ψήφισε κόμματα της άκρας δεξιάς ή της συντηρητικής δεξιάς σε ποιο βαθμό θα επιστρέψουν πίσω στη Νέα Δημοκρατία, όταν θα έχουμε βουλευτικές εκλογές. Θεωρώ ότι συναισθηματικά και ψυχολογικά, ίσως να έχει πάρξει μια απόσταση από τους ψηφοφόρους αυτούς και τη νέα δημοκρατία. Μένει να δούμε αν θα τους φέρει πίσω ο κ. Μητσοτάκης, με ποιο τρόπο όμως ; Θα το κάνει με τρόπο που θα απομακρύνει τους κεντρώους ψηφοφόρους που τον στήριξαν το 2019 και το 2023 ; Αυτό είναι το μεγάλο βήμα.»
Για το χώρο του κέντρου και τη Νέα Δημοκρατία, επεσήμανε ο κ. Κουτσομύτης: «Θεωρώ ότι μεγάλη απώλεια ήταν η αποχή, οι πρώτες αναλύσεις, δείχνουν πως πολλοί από αυτούς που απείχαν ήταν όντως του λεγόμενου μεσαίου χώρου και βέβαια και κάποιοι άλλοι που πήγανε στα δεξιά, αλλά δεν ήταν τόσο μεγάλη η άνοδος, των δεξιών κομμάτων για μια τέτοια εκλογική διαδικασία που να αντανακλάται στη διακυβέρνηση της χώρας. Θεωρώ ότι οι άνθρωποι, αυτοί οι πολίτες του μεσαίου χώρου που εμπιστεύτηκαν τη νέα δημοκρατία για κάποιους λόγους, λόγω της οικονομικής δυσπραγίας και της ακρίβειας, λόγω της δυσλειτουργίας του ΕΣΥ, λόγω των κυβερνητικών αστοχιών, όπως το ζήτημα των Τεμπών, λόγω του νομοσχεδίου για τα ομόφυλα ζευγάρια. Όλα αυτά έπληξαν ως ένα βαθμό τη Νέα Δημοκρατία. Το θέμα είναι να δούμε ν ο κύριος Μητσοτάκης έχει τρόπο να φέρει πίσω αυτούς τους ψηφοφόρους που είτε απείχαν είτε έχουν πάει σε άλλα κόμματα.»
Για το πολιτικό αφήγημα της Νέας Δημοκρατίας ο κ. Κουτσομύτης τόνισε πως: «Φοβάμαι ότι δεν είναι σαφές στην πλειοψηφία της κοινωνίας για το τι διακυβέρνηση θέλει να κάνει μέσα στα επόμενα 3 χρόνια ο κ. Μητσοτάκης. Το συνεχίστε μαζί μας, γιατί εμείς προσφέρουμε σταθερότητα και θα πάμε τη χώρα καλύτερα, νομίζω ότι υπέστη χθες ένα πλήγμα.»
Για τον ΣΥΡΙΖΑ και το πως θα κινηθεί από δω και πέρα ο κ. Κουτσομύτης υπογράμμισε πως: «Θεωρώ ότι ήδη είδαμε τα πρώτα δείγματα από σήμερα το πρωί με την κοινή δήλωση του Τεμπονέρα και του κυρίου Κοτσακά. Ο στόχος που ήτανε από τον κύριο Κασσελάκη να αποτελέσει μια φανερή εναλλακτική κυβερνητική πρόταση απέναντι στην τρομοκρατία και να εκφραστεί η ψήφος διαμαρτυρίας απέναντι στην κυβέρνηση, δεν κατάφερε να το ενσωματώσει αυτό. Οι βασικοί στόχοι του κυρίου Κασσελάκη δεν έχουν επιτευχθεί, θεωρώ ότι το στυλ το προεκλογικό με την εντελώς προσωποποιημένη παρουσία έδειξε τα όρια του, διότι οι πολίτες που αγγίζονται πιο πολύ από αυτό το στυλ δεν είναι και φανατικοί ψηφοφόροι. Σίγουρα θα υπάρχουν διαδικασίες, ενώ θα υπάρξει και πίεση από όλες αυτές τις φωνές που λένε για σύμπλευση συνολική του χώρου της κεντροαριστεράς και της Αριστεράς για να αντιμετωπίσει τη νέα δημοκρατία.»
Για το αν ισχύει κάτι ανάλογο στο ΠΑΣΟΚ, ο κ. Κουτσομύτης ανέφερε πως: «Υπάρχουν φωνές μέσα στο ΠΑΣΟΚ που θέλουν μια τέτοια συμπόρευση, γιατί θεωρούν ότι δεν μπορεί ή δεν πρέπει να συνεχιστεί αυτή η παντοδυναμία της νέας δημοκρατίας. Θα δούμε το επόμενο διάστημα, μεγάλη συζήτηση γύρω από αυτό το ζήτημα. Λόγω προσωπικών στρατηγικών φιλοδοξιών πιστεύω ότι και οι 2 ηγέτες θα υπονομεύσουν αυτό το αφήγημα.»
Για την αύξηση της ακροδεξιάς στην Ελλάδα, ο κ. Κουτσομήτης ανέφερε: «Βρισκόμαστε πολλαπλές, κρίσεις, είχαμε την οικονομική νομισματική κρίση, έχουμε τον πόλεμο στην Ουκρανία, έχουμε την μετάβαση, την πράσινη μετάβαση, η οποία δημιουργεί και χαμένους μέσα στην κοινωνία, έχουμε το μεταναστευτικό, την αναστάτωση στην Μέση Ανατολή. Όλα αυτά δημιουργούν πολύ μεγάλες ανασφάλειες σε ένα αρκετά σημαντικό μέρος της κοινωνίας και των πολιτών. Βλέπουμε ότι οι άνθρωποι θεωρούν ότι αποξενώνονται από τις θεμελιώδεις αξίες και τις παραδόσεις των κρατών τους μέσω της μετανάστευσης. Όλα αυτά συντελούν στο να βρουν εύφορο έδαφος και να κερδίσουν την ψήφο ενός μέρους της κοινωνίας τα άκρα δεξιά. Αν δε λυθούν αυτές οι μεγάλες προκλήσεις είναι πολύ δύσκολο να μειωθεί η επιρροή της άκρας δεξιάς στο εκλογικό σώμα.»
Για τις συνιστώσες του Παλαιού ΣΥΡΙΖΑ, ο κ. Κουτσομύτης επεσήμανε πως: «Το εγχείρημα της νέας Αριστεράς είναι πάρα πολύ δύσκολο να πετύχει. Οι ιδέες αυτές έχουν καταδικαστεί στη συνείδηση μεγάλου μέρους της κοινωνίας. Είναι συνιφασμένες με τη διακυβέρνηση κυρίως της πρώτης περιόδου του Α. Τσίπρα. Θεωρείται αποτυχημένο αυτό το μοντέλο, άρα με ποιον τρόπο μπορεί κανείς να πείσει μεγάλο μέρος της κοινωνίας ότι τότε κάναμε καλά και πρέπει να τα κάνουμε ακόμα καλύτερα και απλά μας είχαν πιέσει οι δανειστές. Δυστυχώς δεν διαφαίνεται μια προσωπικότητα οποία θα μπορούσε να ενώσει και να φανεί ανταγωνιστική απέναντι στην έστω και πληγωμένη ηγεμονία του Μητσοτάκη, αυτή τη στιγμή.»