Ένας Κρητικός 100 ετών αποκαλύπτει τα μυστικά της … μακροζωίας!

Δημοσιεύτηκε στις 13/01/2020 19:00

Ένας Κρητικός 100 ετών αποκαλύπτει τα μυστικά της … μακροζωίας!

Ο πρόεδρος της Τοπικής Κοινότητας Ευαγγελισμού, Μηνάς Ανδρεαδάκης, μέσα από μια ανάρτηση στον προσωπικό του λογαριασμό, μας συστήνει τον … αιωνόβιο Λευτέρη Σηφάκη, από τον Άγιο Βασίλειο της Βιάννου Ηρακλείου.

Έναν αγαπητό άνθρωπο ηλικίας … 100 ετών! Ο Λευτέρης Σηφάκης, έχει δύο παιδιά, εγγόνια αλλά και δισέγγονα και θέλησε να μοιραστεί με τους υπόλοιπους Κρητικούς, το μυστικό της μακροζωίας.

Όπως αναφέρει ο κ. Ανδρεαδάκης στην ανάρτηση του:

«Γνωριζόμαστε 40 χρόνια, είχα να τον δώ 7, χτες συναντηθήκαμε ,σε κοινωνική εκδήλωση
στο καφενείο του χωριού του Άγιος Βασίλειος, Βιάννου.

Τον κάλεσα στο τραπέζι μου, και κάθισε. Ήταν όπως πάντα, πολύ περιποιημένος, καθαρός και λεβέντης.
Όπως τον βλέπουμε στη φωτογραφία.

Η γυναίκα μου τον κοιτούσε και τον θαύμαζε, της έκανε εντύπωση ,από την πρώτη στιγμή.

Με κοίταξε, γέλασε,. μου είπε, ο Μηνάς δεν είσαι;;; !!!!!
Χαιρετηθήκαμε. Του λέω θείε, του 27 είσαι;;; Μου Είπε: Γεννήθηκα το 1920, εδώ, και είμαι φέτος 100 χρονώ,!!!!.Παντρεύτηκα, απέκτησα 2 παιδιά ,εγγόνια, και δισέγγονα, Πριν από 35 Χρόνια, έχασα την γυναίκα μου,
Από τότε, έως και σήμερα , ζώ μόνος μου, και τα καταφέρνω μια χαρά!!!!

Μαγειρεύω, είμαι άριστος μάγειρας, πλένω τα ρούχα μου στο πλυντήριο, σιδερώνω,
Έχω το τζάκι μου ,την τηλεόραση ,όλα, δεν νοιώθω μοναξιά, πάω στο καφενείο, κάνω παρέα με τους λιγοστούς χωριανούς.

Τα παιδιά μου δεν μένουν εδώ, κάθε 15 έρχονται και μου κάνουν συγύρισμα, του σπιτιού.

Το μυστικό της μακροζωίας μου είναι:

Το χαμόγελο, που ποτέ, δεν έλειψε από τα χείλη μου. Πότε δεν επιθύμησα και δεν έκανα κακό,σε άνθρωπο, σε ζώο, στη φύση. Ζούσα και ζώ ,ήρεμα. Δεν έκανα κανενός είδους, κατάχρηση. Όλα με μέτρο.

Το μόνο μου πρόβλημα είναι ,φορώ ακουστικό, στο ένα μου αυτί.

Ήπιαμε καφέ, κρατούσε από το σπίτι του τυλιγμένες σε χαρτοπετσέτα, 2 φρυγανιές που τις βούτηξε, στον καφέ. Διαπίστωσα πλήρη συνείδηση και πνευματική διαύγεια.

Είχε πάει η ώρα ,10, 45 ,πρωί Κυριακής, γελώντας, σηκώθηκε, μας χαιρέτισε, λέγοντας μας ,πρέπει να πά στέσω το τσικάλι,

Ήντα δά μγερέψεις σήμερο, του λέω, Πατάτες, γιαχνερά ,με τα μάραθα! Γλύφτηκα! Είναι το αγαπημένο μου φαΐ!».