Πρόεδρος Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ: «Δίκαιο το πρόστιμο εφόσον διαπιστώνεται κερδοσκοπία, άδικο το μποϊκοτάζ χωρίς επαρκή στοιχεία – Άλλο η τελική τιμή και άλλο το περιθώριο κέρδους»
Για το δίκαιο πρόστιμο στην εταιρία κατεψυγμένων λαχανικών σε περίπτωση που διαπιστώθηκε αθέμιτη κερδοφορία, για το μποϊκοταζ των καταναλωτών σε προϊόντα από τις εταιρίες παραγωγής που μπορεί να γίνει εφόσον όμως υπάρχουν επαρκή στοιχεία, αλλά και για τη διαφορά μεταξύ τελικής τιμής και περιθωρίου κέρδους, μίλησε στον Politica 89.8 και τον Χρήστο Κώνστα, η πρόεδρος του Ε.Κ.ΠΟΙ.ΖΩ Παναγιώτα Καλαποθαράκου.
Για την αντιπαράθεση που έχει ξεσπάσει για το πρόστιμο που επέβαλλε σε εταιρεία κατεψυγμένων λαχανικών το Υπουργείο Ανάπτυξης αλλά και πως ο καταναλωτής μπορεί να διαχειριστεί τις διάφορες πρακτικές των εταιρειών με στόχο την αθέμιτη κερδοφορία η κ. Καλαποθαράκου απαντά: «Ο καταναλωτής και οι Ενώσεις Καταναλωτών είναι αδύναμοι. Δεν έχουν πρόσβαση στο να ελέγξουν στοιχεία των εταιρειών. Αυτό που είναι σημαντικό είναι ότι υπάρχει μια νομοθεσία όπου είναι υποχρεωμένο το αρμόδιο υπουργείο και οι ελεγκτικοί μηχανισμοί να ελέγχουν την εφαρμογή της νομοθεσίας, άρα οι εταιρείες οι οποίες κερδοσκοπούν και παρουσιάζουν αθέμιτη κερδοφορία, θα πρέπει να τιμωρηθούν παραδειγματικά. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η εταιρία αυτή κατηγορείται και επιβλήθηκε πρόστιμο με βάση τα στοιχεία των ελεγκτικών φορέων της πολιτείας ότι προχώρησε σε αθέμιτη όλο αυτό το διάστημα κερδοφορία και μάλιστα σε 50 κωδικούς προϊόντων από το 72 που διαθέτει. Εμείς αυτό που λέμε είναι ότι θα πρέπει επιτέλους να γίνει έλεγχος στην εφοδιαστική αλυσίδα. Είναι ένα από τα μέτρα που πρόσφατα έλαβε η κυβέρνηση αλλά να δούμε την εφαρμογή του. Χρειάζεται έλεγχος λοιπόν στην εφοδιαστική αλυσίδα από το χωράφι στο ράφι. Δεν μπορεί δηλαδή ο αρακάς να πωλείται από 30 έως 40 λεπτά να αγοράζεται από τις εταιρείες από τον παραγωγό και στον καταναλωτή να φτάνει στα 4 με 4,5ευρώ το κιλό. Υπάρχει μια τεράστια απόκλιση. Καλείται ο καταναλωτής, να πληρώσει 10 φορές πάνω, 5 φορές πάνω 8 φορές πάνω, ένα προΐόν το οποίο έχει δοθεί από τον αγρότη ή από το συνεταιρισμό σε μια τιμή όπως είπα υποπολλαπλάσια. Άρα αυτά τα φαινόμενα θα πρέπει να εκλείψουν αν θέλουμε να έχουμε δίκαιες τιμές που πρέπει να έχουμε και να εξορθολογιστεί η αγορά. Αυτή τη στιγμή πληρώνουμε πολλαπλάσια, τόσο ελληνικά Προΐοντα, είτε πρόκειται για οπωροκηπευτικά φρέσκα, πολύ περισσότερο τα τυποποιημένα, είτε πρόκειται για ελληνικά ή για προϊόντα τα οποία είναι διεθνή και τα πληρώνουμε πολύ ακριβότερα στην Ελλάδα με το δεδομένο ότι η αγοραστική μας δύναμη είναι υποπολλαπλάσια του ευρωπαίου καταναλωτή. Άρα αυτά πρέπει να εξορθολογιστούν. Ζητούμε δίκαιες τιμές. Επειδή με ρωτήσατε για το αν μπορούν οι καταναλωτές να το ελέγξουν. Οι καταναλωτές δεν μπορούν να το ελέγξουν, μπορούμε όμως, όταν αγοράζουμε κάποια προϊόντα σε βάση εβδομαδιαία μηνιαία και αποτυπώνουν αύξηση να το καταγγέλλουμε στο αρμόδιο υπουργείο και στις Ενώσεις Καταναλωτών.»
Για το πως γίνεται μια εταιρία να παίρνει πρόστιμο επειδή είχε παραπάνω από το 24% που είναι το μεικτό περιθώριο κέρδους, που έλεγε ο Νόμος αλλά εμφανιζόταν την ίδια στιγμή κατά πολύ μεγάλο ποσοστό φθηνότερη από τη βασική ανταγωνίστρια εταιρία η κ. Καλαποθαράκου απαντά: «Ναι, όντως μπορεί έτσι να συμβαίνει δηλαδή τα ίδια προϊόντα η μία εταιρία να τα έχει ακριβότερα από μια άλλη. Από εκεί και πέρα, αυτό που ελέγχει το υπουργείο με βάση τη νομοθεσία που ισχύει, είναι να ελέγχει το μικτό περιθώριο κέρδους, της εταιρείας με βάση τις πωλήσεις που έκανε στην συγκεκριμένη περίπτωση το Δεκέμβριο του 21. Άρα δηλαδή δεν έχει τόσο αξία, η τελική τιμή, ασφαλώς έχει για τον καταναλωτή αλλά για το Υπουργείο αυτό που ελέγχεται είναι το περιθώριο κέρδους. Τώρα αν το Υπουργείο ελέγχει και τις άλλες εταιρείες που οφείλει να τις ελέγξει, δεν το γνωρίζω, ώστε να μπορούμε να πούμε αν κι οι άλλες εταιρίες έχουν εμφανίσει στοιχεία τα οποία θα τις ενοχοποιούν κι εκείνες ως προς την αθέμιτη κερδοφορία. Θα πρέπει να ελεγχθούν όλες οι μεγάλες εταιρείες και οι μικρές, ασφαλώς, αλλά και πολύ περισσότερο οι μεγάλες εταιρείες, ώστε να διαπιστωθεί αν έχει καταστρατηγηθεί η συγκεκριμένη διάταξη σε σχέση με την αθέμιτη κερδοφορία. Από κει πέρα είναι στην διακριτική ευχέρεια του καταναλωτή να αγοράσει το προϊόν από την μία ή από την άλλη εταιρεία, με βάση την τιμή.»
Για το γεγονός ότι η κυβέρνηση επικαλείται το τελευταίο διάστημα ότι έχει βοηθήσει με τα μέτρα που έχει λάβει στο να μειωθούν οι τιμές σε σχεδόν χιλιάδες προϊόντα, η κ. Καλαποθαράκου αναφέρει πως: «Καταρχήν εμείς δεν το έχουμε ελέγξει, αλλά και να συμβαίνει ακόμα αυτό που δεν μπορώ να πω πως δεν συμβαίνει, από τη στιγμή που δεν έχουμε κάνει κάποια έρευνα ή μείωση των τιμών σε αυτές τις 13 κατηγορίες που έχουν να κάνουν με κατηγορίες μη τροφίμων, δεν μας ικανοποιεί καθόλου. Δεν μας ικανοποιεί ούτε η μείωση, εφόσον υπάρχει μείωση και δεν το αμφισβητούμε, 5-18%, την ίδια στιγμή που αυτά τα προϊόντα έχουν πάρα πολύ υψηλές τιμές σε σχέση με τις μέσες τιμές που ισχύουν στις ευρωπαϊκές χώρες. Πρέπει να υπάρξει δραστική μείωση σε βασικά προϊόντα διατροφής. Αυτά έχει ανάγκη, ο κόσμος, όχι πως δεν έχει και τα καθαριστικά, αλλά αυτά μπαίνουν στο καλάθι, μια φορά το μήνα, το δεκαπενθήμερο, αντιλαμβάνεστε. Τα βασικά προϊοντα διατροφής, θα πρέπει να μειωθούν σημαντικά, ούτως ώστε με βάση την αγοραστική δύναμη του καταναλωτή, να μπορεί να διατηρήσει ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης, διότι αυτό δεν υφίσταται σήμερα.»
Για το αν οι εταιρείες θα πρέπει να εξηγήσουν γιατί πωλούσαν κατά 15% ακριβότερα τα προϊόντα τους στα σούπερ μάρκετ και τώρα ξαφνικά με μαγικό ραβδί μειώνουν τις τιμές αλλά και πως το επέτρεπε αυτό η κυβέρνηση η κ. Καλαποθαράκου σημειώνει: «Κοίταξε αυτό που εμείς έχουμε πιει πάρα πολλές φορές, είναι ότι δεν υπάρχουν έλεγχοι. Και σήμερα δεν υπάρχουν, γίνονται αλλά είναι πολύ περιορισμένοι. Αν δεν λειτουργήσουν οι εποπτικοί μηχανισμοί για να επιβάλλουν τη νομιμότητα, αυτά τα φαινόμενα δεν αντιμετωπίζονται, γιατί οφείλονται σε παθογένειες της ελληνικής αγοράς εδώ και 30 χρόνια με ιδιαίτερη έξαρση τα τελευταία 3 –4 χρόνια, επικαλούμενοι την ενεργειακή κρίση και εξωγενείς παράγοντες. Όχι η ακρίβεια δεν οφείλεται μόνο σε εξωγενείς παράγοντες, οφείλεται σε ενδογενείς παράγοντες που έχουν να κάνουν με τις στρεβλώσεις και τις παθογένειες της αγοράς. Αν δεν ενταθούν οι έλεγχοι, δεν έχουμε μέλλον οι καταναλωτές.»
Για το λόγο που χαρακτήρισε άσφαιρα τα μέτρα της κυβέρνησης κατά της ακρίβειας, η κ. Καλαποθαράκου ανέφερε: «Αν δεν δούμε στην πράξη να λειτουργούν ελεγκτικοί μηχανισμοί και να ενταθούν οι έλεγχοι, δεν θα δούμε αποτέλεσμα εύκολα, οι καταναλωτές, όλα αυτά είναι ασπιρίνες. Τα επικοινωνιακά τρικ που εφαρμόζουν οι εταιρείες πραγματικά είναι απίστευτα, από το να μειώνουν τις ποσότητες και να διατηρούν τις ίδιες συσκευασίες που μας παραπλανούν, και στην καλύτερή να διατηρούν την ίδια τιμή και στην χειρότερη να την αυξάνουν. Όλα αυτά δεν μπορεί να τα παρακολουθήσει ο καταναλωτής ούτε μια Ένωση Καταναλωτών. Είναι ευθύνη της πολιτείας να προστατεύσει τον καταναλωτή και να προστατεύσουν το εισόδημά του, το πενιχρό εισόδημα του.»
Για το κίνημα μποϊκοτάζ εναντίον εταιρειών με αφορμή ενέργειες ή πρακτικές που προσαρμόζονται, η κ. Καλαποθαράκου σημειώνει πως: «Είναι ένα όπλο σημαντικό που έχουμε στη φαρέτρα μας, οι Ενώσεις Καταναλωτών, αλλά για να το χρησιμοποιήσουμε, θα πρέπει να είμαστε πολύ ασφαλείς και να έχουμε στοιχεία και έρευνα ώστε να έχει αποτέλεσμα. Μόνο τότε μια σοβαρή Ένωση Καταναλωτών μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτό το όπλο, εάν έχει αποτέλεσμα. Σε μια κατάσταση γενικευμένης ακρίβειας, όμως αυτό είναι πολύ δύσκολο.»