CEO ETE : “Πολλά υποσχόμενη η Κρήτη. Η Ελληνική Οικονομία θα συνεχίσει να έχει καλές προοπτικές”
Με δημοσιογράφους και ανθρώπους του τύπου της Κρήτης, βρέθηκε ο Δ/νων σύμβουλος της ΕΘΝΙΚΗΣ ΤΡΑΠΕΖΑΣ την Παρασκευή στο Ηράκλειο σε κεντρικό ξενοδοχείο.
Στη συνάντηση μεταξύ άλλων έγινε παρουσίαση των οικονομικών δεδομένων της χώρας και της Κρήτης καθώς και των προοπτικών τόσο από τον ίδιο όσο και από συνεργάτες του.
Σημαντική βαρύτητα στην ανάλυση και τοποθέτηση του, δόθηκε και στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον όπως αυτό διαμορφώνεται, μετά τις εκλογές στις ΗΠΑ και της ρευστότητας που καταγράφεται εξαιτίας της Γερμανίας στην ΕΕ, αλλά και στην Κίνα με τα δεδομένα που έχουν δημιουργηθεί τελευταία.
Ο ίδιος εξέφρασε μάλιστα την αισιοδοξία του ότι η Ελλάδα μέσα σε αυτό το περιβάλλον θα διατηρήσει το θετικό πρόσημο ανάπτυξης όπως και η Κρήτη επίσης.
Για τις τραπεζικές χρηματοδοτήσεις εξήγησε ότι βρίσκονται σε καλό σημείο και σκοπό έχουν να συνδράμουν στην περαιτέρω ανάπτυξη του τόπου.
Αυτό, σε συνδυασμό με την σταδιακή απορρόφηση των κραδασμών του πληθωρισμού και την αποκλιμάκωση του θα επιφέρουν περισσότερα καλά νέα και θα δημιουργήσουν προοπτικές.
Αναφορικά με την Κρήτη, εξήγησε γιατί το νησί αποτελεί κορωνίδα αναπτυξιακού μοντέλου (η οικονομία του δεν στηρίζεται μόνο στο συνεχώς αυξανόμενο τουριστικό ρεύμα, αλλά και σε άλλους τομείς) ακόμα κι αν μεγάλα έργα όπως ο ΒΟΑΚ δεν έχουν ακόμα φτάσει σε θεμιτό επίπεδο, κατέληξε.
Ο Παύλος Μυλωνάς ορίστηκε Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΤΕ τον Ιούλιο του 2018. Εντάχθηκε στην Εθνική Τράπεζα το 2000 και υπηρέτησε, μεταξύ άλλων, ως Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος, Γενικός Διευθυντής Διαχείρισης Κινδύνων, και Επικεφαλής Στρατηγικής.
Ο κ. Μυλωνάς διαθέτει σημαντική επαγγελματική εμπειρία και ικανότητες έχοντας αναλάβει στο παρελθόν σημαντικές θέσεις, μεταξύ των οποίων στη διαχείριση κινδύνων, στη στρατηγική και στις διεθνείς δραστηριότητες, στη διαχείριση μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων κλπ., ενώ παράλληλα εργάστηκε και ως Ανώτερος Οικονομολόγος σε σημαντικούς διεθνείς οργανισμούς.
Εργάστηκε ως οικονομολόγος στον Οργανισμό Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης («ΟΟΣΑ») από το 1995 έως το 2000 καθώς και στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο από το 1987 έως το 1995. Από το 1985 έως το 1987, ήταν Επίκουρος Καθηγητής στο Τμήμα Οικονομικών του Πανεπιστημίου της Βοστώνης.
Είναι κάτοχος πτυχίου στα Εφαρμοσμένα Μαθηματικά-Οικονομικά (Magna cum Laude and Phi Beta Kappa) από το Πανεπιστήμιο Brown, καθώς και μεταπτυχιακού και διδακτορικού στα Οικονομικά από το Πανεπιστήμιο του Princeton.