Αντίδραση από την Εκκλησία της Κρήτης για τους δασικούς χάρτες
Tην αντίδρασή της για την ανάρτηση των δασικών χαρτών εξέφρασε με ανακοίνωσή η Ιερά Επαρχιακή Σύνοδος της Εκκλησίας της Κρήτης, στέκοντας δίπλα στους αγρότες που ζητούν την απόσυρση και αναμόρφωσή τους, αναφέροντας ότι πολλές από τις καλλιεργήσιμες Μοναστηριακές και Ενοριακές εκτάσεις γης έχουν χαρακτηρισθεί ως δασικές.
Αναλυτικά η ανακοίνωση:
«Η Ιερά Επαρχιακή Σύνοδος της Εκκλησίας Κρήτης, αναφορικά προς το θέμα των Δασικών Χαρτών, το οποίο απασχολεί την επικαιρότητα τον τελευταίο καιρό, ανακοινώνει τα παρακάτω:
1. Το θέμα των Δασικών Χαρτών απασχολεί έντονα την Εκκλησία Κρήτης, τόσο εξαιτίας των δικαίων αντιρρήσεων που έχουν ήδη εκφρασθεί από Φορείς της Μεγαλονήσου Κρήτης, αλλά και από το γεγονός ότι πολλές από τίς καλλιεργήσιμες Μοναστηριακές και Ενοριακές εκτάσεις γης έχουν χαρακτηρισθεί ως «δασικές».
2. Η Εκκλησία της Κρήτης, αμέσως μετά τη δημοσίευση των δασικών χαρτών στους Νομούς της Κρήτης, απευθύνθηκε με Συνοδική επιστολή Της προς στον αρμόδιο Υπουργό, εκφράζοντας τους έντονους προβληματισμούς Της για διάφορες πτυχές του σπουδαίου αυτού θέματος.
3. Συγκεκριμένα, η Εκκλησία της Κρήτης, αναφορικά προς το σπουδαίο αυτό θέμα ζητά από την Ελληνική Πολιτεία και το αρμόδιο Υπουργείο:
Α. Την αναστολή της διαδικασίας ανάρτησης των Δασικών Χαρτών για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα, ώστε να δοθεί η δυνατότητα επίλυσης των σοβαρών προβλημάτων και άρσης των αδικιών που έχουν προκύψει, προκειμένου να επιτευχθεί η διόρθωση τους, με διασφάλιση των δικαιωμάτων κάθε νόμιμου ιδιοκτήτη γης, Νομικού η φυσικού προσώπου. Η αναστολή αυτή θα δώσει και τον χρόνο στις κατά τόπους Διευθύνσεις Δασών να διορθώσουν τους δασικούς χάρτες λαμβάνοντας υπ᾽ όψιν υπηρεσιακώς τις τελεσίδικες αποφάσεις των Επιτροπών Δασικών Αμφισβητήσεων, χωρίς να χρειάζεται ο απλός πολίτης και η Εκκλησία να δαπανά χρόνο, κόπο και χρήματα προκειμένου να υποδείξει στις Διευθύνσεις Δασών τις αποφάσεις των Επιτροπών αυτών.
Β. Την τροποποίηση της Δασικής Νομοθεσίας και τον εκσυγχρονισμό της καθώς και η αναθεώρηση των δασικών χαρτών, υπό την έννοια ότι οι χάρτες αυτοί πρέπει να συνταχθούν με υπευθυνότητα και επιμέλεια από αρμόδιους επιστήμονες, οι οποίοι θα λάβουν σοβαρά υπ᾿ όψιν τα δικαιώματα των ιδιωτών, της Εκκλησίας και των λοιπών Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, με δεδομένο το ιδιαίτερο ιδιοκτησιακό καθεστώς στην Κρήτη και τη μη ισχύ του τεκμηρίου της ιδιοκτησίας του Δημοσίου (άρθρο 62 του Ν. 998/1979 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει).
Επίσης, θα πρέπει οι συντάσσοντες τους χάρτες αυτούς επιστήμονες να λάβουν σοβαρά υπ᾿ όψιν τα Γενικά Πολεοδομικά Σχέδια, τις προβλεπόμενες επεκτάσεις σχεδίων Πόλεως και οικισμών τους ΣΧΟΑΑΠ και να μην χαρακτηρίζουν ως δασικές τις εκτάσεις εκείνες τις οποίες οι Δήμοι της Κρήτης έχουν ήδη προβλέψει εγγράφως ότι εντάσσονται σε επεκτάσεις σχεδίων πόλεων και οικισμών καθώς επίσης και τις καταγεγραμμένες καλλιεργήσιμες εκτάσεις των αγροτών μας που επιδοτούνται από διάφορους φορείς (π.χ. ΟΠΕΚΕΠΕ).
Γ. Την πρόβλεψη νομοθετικής ρύθμισης από πλευράς της Πολιτείας, ώστε να προστεθούν στο άρθρο 10 του νόμου 3208/2003 και οι τίτλοι της Εκκλησίας, που συντάσσονται κατά εξαιρετικό δίκαιο ή και κατά τους κοινούς κανόνες δικαίου και οι οποίοι διασφαλίζουν τις ιδιοκτησίες των Ιερών Μονών και των Ενοριών.
Επισημαίνεται η ανάγκη να αναγνωρισθεί και νομοθετικώς ότι τα Εκκλησιαστικά Νομικά Πρόσωπα γενικά αλλά και ειδικότερα η Εκκλησία της Κρήτης έχει από αιώνες στην αποκλειστική κυριότητά Της δάση καθώς και δασικές και χορτολιβαδικές εκτάσεις, τα οποία έχει διασώσει και αναδείξει έως σήμερα και έχει συμβάλλει ιστορικά στην διατήρηση των οικοσυστημάτων και των βιοτόπων που της ανήκουν.
Μάλιστα, σε αρκετές περιπτώσεις, Ιερές Μονές ευρίσκονται σε ερημικές περιοχές, ιδιοκτησίας τους, τις οποίες οι ίδιοι οι μοναχοί αναδασώνουν, φροντίζουν, καθαρίζουν, εκτρέφουν μέλισσες και άλλα ζώα και σήμερα χαρακτηρίζονται οι περιοχές αυτές δασικές ή χορτολοβαδικές εκτάσεις του τύπου των Δημοσίων εκτάσεων, χωρίς να μπορεί η Εκκλησία να αποδείξει την κυριότητα της, διότι δεν αναγνωρίζονται στο άρθρο 10 του νόμου 3208/2003 οι σύμφωνα με το Ελληνικό δίκαιο συσταθέντες τίτλοι της.
Δ. Την παράταση της αποκλειστικής προθεσμίας κατάθεσης των αντιρρήσεων επί των δασικών χαρτών, ώστε να δοθεί η δυνατότητα προετοιμασίας και ουσιαστικής τεκμηρίωσης των αντιρρήσεων από τους ενδιαφερόμενους και μάλιστα εντός της περιόδου της πανδημίας και των επιπροσθέτων δυσκολιών που δημιουργεί.
Ε. Την απαλλαγή των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου της Εκκλησίας (Ιερών Μονών, Ενοριών κ.α.) από το οριζόμενο ειδικό τέλος, κατά αντιστοιχία με τα λοιπά Ν.Π.Δ.Δ., για το παραδεκτό κατάθεσης των αντιρρήσεων. Το προβλεπόμενο σήμερα τέλος για πολλές Μοναστηριακές και Ενοριακές εκτάσεις ανέρχεται σε τεράστια ποσά, τα οποία η Εκκλησία αδυνατεί να καταβάλει. Επίσης, απαραίτητη κρίνεται η μείωση του εν λόγω τέλους στο ελάχιστο δυνατόν για κάθε Έλληνα πολίτη, που έχει εξουθενωθεί οικονομικά από την χρόνια οικονομική κρίση και την πανδημία.
ΣΤ. Την στελέχωση των Δασικών Υπηρεσιών από το αρμόδιο Υπουργείο ώστε να υποστηριχθεί η διαδικασία διόρθωσης των λαθών και εισαγωγής των νόμιμων πράξεων του δημοσίου και στη συνέχεια η διαδικασία των αντιρρήσεων.
Η Εκκλησία Κρήτης ζητά από κάθε αρμόδιο όργανο της Ελληνικής Πολιτείας, να διασαφηνίσει κάθε πτυχή του περιεχομένου των δασικών χαρτών και να σταθεί αρωγός στους Έλληνες πολίτες που έχουν πολλαπλά πληγεί από την οικονομική κρίση των τελευταίων ετών.
Η Εκκλησία της Κρήτης έχει, κατά καιρούς, προσφέρει το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας Της στην επούλωση πληγών και στήριξη αναγκών του Ελληνικού Κράτους και η ελάχιστη εναπομείνασα περιουσία συμβάλλει στην ενίσχυση του προνοιακού, κοινωνικού και φιλανθρωπικού Της έργου. Οποιαδήποτε επιπρόσθετη επιβάρυνση θα πλήξει και θα τραυματίσει ανεπανόρθωτα το έργο αυτό επί ζημία και εις βάρος των εκατοντάδων εμπερίστατων συνανθρώπων μας ανά την Μεγαλόνησο, οι οποίοι σε καθημερινή βάση επωφελούνται από τις προνοιακές, κοινωνικές και φιλανθρωπικές δομές και δράσεις της Εκκλησίας Κρήτης».