Το εκλογικό σύστημα των ευρωεκλογών είναι ζήτημα Δημοκρατίας
Η συζήτηση για το εκλογικό σύστημα των Ευρωεκλογών δεν είναι καινούργια. Η μορφή και ο χαρακτήρας τους στη χώρα μας εξ αρχής αποτύπωναν τη δυναμική του πολιτικού συστήματος.
Οι πρώτες κάλπες για την ανάδειξη εκπροσώπων στο Ευρωκοινοβούλιο γίνονται μαζί με τις εθνικές εκλογές του 1981. Διεξάγονται με το σύστημα της λίστας γεγονός που αντανακλούσε την ισχύ των κομμάτων και των ηγεσιών τους στην Μεταπολίτευση. Σε αυτό το περιβάλλον ο εκάστοτε αρχηγός (ή η βάση του κόμματος μέσω εσωκομματικού δημοψηφίσματος στην περίπτωση του Συνασπισμού) διατηρούσε το δικαίωμα της επιλογής της εκπροσώπησης στην Ευρωβουλή.
Το σύστημα αυτό, μετά από πολλές συζητήσεις, ανατρέπεται και για πρώτη φορά στις ευρωεκλογές του 2014 η λίστα των κομμάτων αντικαθίσταται από τη σταυροδοσία, καθιστώντας επί της ουσίας ολόκληρη τη χώρα μια ενιαία εκλογική περιφέρεια. Η επιλογή εκείνη την περίοδο από την κυβέρνηση Σαμαρά – Βενιζέλου είχε σαφή πολιτική στόχευση. Είναι η περίοδος που τα κόμματα του δικομματισμού έχουν περιέλθει σε ανυποληψία και προσπαθούν να αναχαιτίσουν τη μετεωρική άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία. Η ενσωμάτωση στο ευρωψηφοδέλτιο αναγνωρίσιμων προσώπων και προσωπικοτήτων έξω από το πολιτικό σύστημα εικάζονταν ότι θα μπορούσε να ανασχέσει την υψηλή αποχή και να συγκρατήσει έτσι τα ποσοστά του δικομματισμού. Το εγχείρημα αποτυγχάνει, ωστόσο η επιλογή του σταυρού σε ενιαία λίστα επιβιώνει μέχρι και σήμερα.
Το σύστημα αυτό έχει ένα προφανές πλεονέκτημα και ένα προφανές μειονέκτημα. Το πλεονέκτημα είναι ότι αποδίδεται στη λαϊκή ετυμηγορία η κρίση του ποιος θα τους εκπροσωπήσει στο κρίσιμο αυτό πόστο. Υπό αυτή την έννοια το σύστημα του σταυρού είναι θετικό. Από την άλλη όμως, η εκλογή Ευρωβουλευτών με σταυρό σε μια ενιαία περιφέρεια κάνει τις μεμονωμένες καμπάνιες των υποψηφίων πανάκριβες, γεγονός που εκ των πραγμάτων λειτουργεί ως παράγοντας αποκλεισμού από την όλη διαδικασία. Η Ευρωβουλή είναι πλέον ανοικτή μόνο σε αναγνωρίσιμες, πολιτικές και μη, προσωπικότητες που είναι έτοιμες να ανταλλάξουν την ορατότητα τους στα μέσα ενημέρωσης στο βωμό της δημοφιλίας των κομμάτων, ή σε πολιτικούς που μπορούν να αντέξουν οικονομικά το δυσανάλογο κόστος μιας πανελλαδικής καμπάνιας.
Ωστόσο, η διατήρηση της ενιαίας εκλογικής περιφέρειας έχει ένα επιπλέον μειονέκτημα, πέρα από τους αποκλεισμούς που επιβάλει σε όποιον ή όποια δεν είναι σε θέση να κάνει μια ατομική καμπάνια προβολής πανελλαδικής εμβέλειας. Οι διαδικασίες ενίσχυσης της αποκέντρωσης των δομών του κράτους, στην Ελλάδα αλλά και αλλού, ήταν στενά συνυφασμένες με την διαδικασία της Ευρωπαϊκής ενοποίησης. Η Ευρώπη δεν είναι μόνο η «Ευρώπη των Λαών» ή η «Ευρώπη των Εθνών», (ανάλογα με την πολιτική οικογένεια από την οποία προέρχεται ο καθένας), αλλά και η Ευρώπη των Περιφερειών. Στην περίπτωση μας όμως οι Περιφέρειες δεν εκπροσωπούνται στην Ευρωβουλή. Οι αντιπρόσωποι είναι «Εθνικοί» και άρα η δυνατότητα των μεγαλύτερων περιφερειών και κυρίως της Αττικής, να εκλέγουν τους υποψήφιους τους, συνιστά και ένα ζήτημα δημοκρατίας και τοπικής αντιπροσωπευτικότητας στους εκλεγμένους ευρωβουλευτές. Η απουσία αυτή τοπικά εκλεγμένων εκπροσώπων αναπόφευκτα οδηγεί και σε μια μειωμένη δυνατότητα ανάδειξης ζητημάτων τοπικού χαρακτήρα και «στις Βρυξέλλες».
Είναι πραγματικά κρίμα που η κυβέρνηση σήμερα δε τόλμησε να κάνει το αυτονόητο, να ενσωματώσει δηλαδή τη λογική της τοπικής εκπροσώπησης στο τρόπο με τον οποίο διεξάγονται οι Ευρωεκλογές. Είναι και αυτή άλλη μια χαμένη ευκαιρία για την ενίσχυση της Δημοκρατίας στη χώρα μας, δια χειρός Κυριάκου Μητσοτάκη.
*Ο Χάρης Μαμουλάκης είναι Τομεάρχης Υποδομών & Μεταφορών Κ.Ο. ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Βουλευτής Ηρακλείου – Πολιτικός Μηχανικός BEng MSc