Η ιδέα περί ανοικτής προγραμματικής συζήτησης της προοδευτικής αντιπολίτευσης με εκλογικό στόχο τη νίκη στις επόμενες εθνικές εκλογές δεν προέκυψε ως έμπνευση κομματικών στελεχών δυσαρεστημένων από τις ηγεσίες τους, ούτε ως απλοϊκά μετεκλογικά μαθηματικά από τα αποτελέσματα των πρόσφατων ευρωεκλογών.
Έρχεται και επανέρχεται καιρό τώρα ως ώριμο αίτημα και ανάγκη από τη βάση των προοδευτικών πολιτών, ανάγκη που γίνεται ολοένα και πιο έντονη κάθε μέρα που περνάει με την κυβέρνηση του κ. Μητσοτάκη.
Τα ερωτήματα των πολιτών είναι απλά, καθαρά και ως εκ τούτου αμείλικτα:
‘’Τί εμποδίζει τα προοδευτικά κόμματα να συζητήσουν και να επιχειρήσουν να συνεννοηθούν πάνω σε προγραμματικές θέσεις που αφορούν στην οικονομική πολιτική, τα δικαιώματα, την προστασία του περιβάλλοντος, την εργασία και το σύγχρονο κοινωνικό κράτος;’’
‘’Γιατί δεν προσπαθείτε να βρείτε εναλλακτικές πολιτικές και προτάσεις που να δίνουν λύσεις και στα ζητήματα όπου υπάρχουν διαφωνίες;‘’
‘’Είναι ορατή η προοπτική μιας εναλλακτικής κυβέρνησης απέναντι στην αλαζονική πολιτική της Νέας Δημοκρατίας; Είναι δυνατή μια άλλη κυβέρνηση που δίνει προοπτική και ελπίδα στους πολλούς, στηρίζει τους ανθρώπους της αγοράς, μειώνει τις ανισότητες, διασφαλίζει τα κοινωνικά αγαθά, υπερασπίζεται τα εθνικά μας θέματα;’’
Η συζήτηση που έχει ανοίξει γύρω από αυτά τα ερωτήματα προσπαθεί να δώσει απαντήσεις και να οδηγήσει σε λύσεις, εξ’ ου και η αγωνία από τη συντηρητική παράταξη, η οποία εμφανίζεται δημόσια μεταμφιεσμένη άλλοτε ως “αγνό ενδιαφέρον” και άλλοτε ως ειρωνεία.
Γιατί γνωρίζει ότι αυτό που θέλει να παρουσιάσει ως πολιτική κυριαρχία της Νέας Δημοκρατίας-και το οποίο κλονίστηκε στις πρόσφατες εκλογές- στηρίζεται σε μια πολιτική συγκυρία που εκμεταλλεύεται το κενό ανταγωνιστικής αντιπολίτευσης. Επενδύει, εδώ και καιρό, στην παθητική παραίτηση των πολιτών από την ελπίδα της αλλαγής, ότι τα πράγματα μπορούν να γίνουν αλλιώς.
Οι πολίτες έχουν κουραστεί από τη σημερινή κυβέρνηση.
Θέλουν, το λένε και το δείχνουν σε κάθε ευκαιρία, να γίνει πράξη μια εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης που να μπορεί να νικήσει την συντηρητική και βαθύτατα ταξική, υπέρ των λίγων και αρεστών, πολιτική της σημερινής κυβέρνησης.
Το ΠΑΣΟΚ δεν έχει κανένα λόγο να φοβάται το διάλογο, τις προγραμματικές συγκλίσεις και τις νικηφόρες συνεργασίες. Τουναντίον, έχει αποδείξει ότι και θέλει και μπορεί να συνθέσει και να εκφράσει ευρύτερες πολιτικές θέσεις και αγωνίες. Διαθέτει το πολιτικό περιεχόμενο, τους ανθρώπινους πόρους, την εμπειρία εφαρμοσμένης πολιτικής, τη δικτύωση με πολιτικούς και κοινωνικούς θεσμούς. Στρέφει, σταθερά και διαχρονικά, την πυξίδα στο μέλλον.
Ο χρόνος είναι σημαντικός, η ευθύνη μας ιστορική. Γρήγορα, όχι όμως βιαστικά, έχουμε καθήκον να ακούσουμε τους πολίτες και να απαντήσουμε στην πρόκληση.