Η ‘’πολιτική’’ ΔΕΘ φέτος είχε την τιμητική της.
Η χώρα μπήκε και επίσημα σε τροχιά εκλογών, σε μια προεκλογική περίοδο που κρύβει σκοπέλους, παγίδες και απρόβλεπτα γεγονότα, όσο γραμμικά κι αν εξελιχθεί.
Το σκάνδαλο των υποκλοπών βαραίνει, αντικειμενικά, το πολιτικό περιβάλλον στη χώρα, ανεξαρτήτως των ‘’αναλύσεων γνώμης’’ των κυβερνητικών παραγόντων και των φιλοκυβερνητικών φωνών που προσπαθούν να μας πείσουν ότι τίποτα δεν άλλαξε.
Η πολυδιαφημισμένη πολιτική κυριαρχία του πρωθυπουργού και το αυτοθαυμαζόμενο επιτελικό κράτος, υπέστησαν ‘’απώλεια στήριξης’’. Βυθίζονται σε ένα σκοτάδι κρίσης εμπιστοσύνης, ηθικής απαξίωσης και διεθνούς επικοινωνιακής κατακραυγής.
Το θέμα των υποκλοπών δεν είναι μία προεκλογική παρενέργεια, όπως θέλουν να το ορίσουν μόνο δημοσκοπικά οι απολογητές της κυβέρνησης, αλλά ένας προβολέας που έριξε φως σε ΄΄ένα απόλυτα συγκεντρωτικό, κλειστό και αδιαφανές σύστημα ελέγχου και νομής της εξουσίας από το Μέγαρο Μαξίμου΄΄, όπως με σαφήνεια το χαρακτήρισε από το βήμα της ομιλίας του στη ΔΕΘ ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης.
Το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων έρχεται να προστεθεί σε ένα πολλαπλά βεβαρημένο και ναρκοθετημένο από προβλήματα πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον.
Αυτοί είναι και οι λόγοι που οδήγησαν τα βήματα του κ. Μητσοτάκη και του κ. Τσίπρα στους δρόμους μιας ρητορικής και πολιτικής στρατηγικής που αφενός αντικαθιστά την αμηχανία και την έλλειψη προτάσεων με κυνισμό, πόλωση και όξυνση και αφ΄ ετέρου τους οδηγεί σε κρεσέντο παροχών και υποσχέσεων για τις οποίες έχουν πλήρη συνείδηση ότι ποτέ δεν θα εφαρμόσουν.
Στο δίλημμα ΄΄Μητσοτάκης ή χάος΄΄ που διατυπώθηκε ευθέως, ξεχάστηκαν οι μεταρρυθμίσεις, η κλιματική κρίση, η παραγωγική ανασυγκρότηση και οι υποδομές που χρειάζεται μια σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα, ενώ οι εθνικές πρωτοβουλίες στην εξωτερική πολιτική αντικαταστάθηκαν από άσφαιρες εθνικιστικές κορώνες, δίκην απάντησης στον Ερντογάν.
Από την άλλη πλευρά, ο κ Τσίπρας, ζώντας σε μια εικονική επανάληψη του 2015, ακολούθησε την παλιά μέθοδο, έταξε τα πάντα στους πάντες, χωρίς να κάνει αυτοκριτική, χωρίς να αιτιολογήσει πώς και γιατί φτάσαμε ως εδώ. Και το βαθμό ευθύνης που φέρει ο ίδιος και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Η εναλλακτική κυβερνητική πρόταση του ΠΑΣΟΚ έχει βάθος και ουσία. Παρουσιάσαμε ένα πλαίσιο προγραμματικών προτάσεων που λαμβάνουν υπόψη τις ανάγκες των πολιτών και τις υποχρεώσεις της χώρας.
Πυρήνας της πρότασής μας, η μέριμνα και η προστασία για τους πολλούς, η σύγκρουση με την ανισότητα σε συνδυασμό με ένα νέο, σύγχρονο μοντέλο διακυβέρνησης, που όχι μόνο σέβεται και υποστηρίζει ενεργά τους δημοκρατικούς θεσμούς, αλλά εμβαθύνει στην λειτουργία τους.
Το ΠΑΣΟΚ, παρά τη δραματική μείωση των εκλογικών του ποσοστών στα χρόνια της οικονομικής κρίσης, δεν έχασε την επαφή του με τους πυλώνες του κοινωνικού σώματος: την τοπική αυτοδιοίκηση, τα εργατικά σωματεία, τη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, τις περιβαλλοντικές οργανώσεις, τους ελεύθερους επαγγελματίες, τον κόσμο της παραγωγής και του πρωτογενούς τομέα. Εκεί είναι η δύναμή του, εκεί είναι οι ρίζες του.
Γνωρίζουμε και τις συνθήκες και τις δυσκολίες και τα όρια.
Βλέπουμε ότι ήδη διαμορφώνονται οι συμμαχίες της επόμενης μέρας με στόχο την παραμονή ή την κατάκτηση της εξουσίας με κάθε μέσο και με κάθε τρόπο.
Η δική μας συμμαχία είναι με τους πολίτες.
Το ΠΑΣΟΚ στους πολίτες απευθύνεται, με αυτούς συνομιλεί και σε αυτούς θέτει το ερώτημα: «Δημοκρατική ανατροπή ή ανοχή στον καθεστωτισμό και την αδικία;»
*Μιχάλης Κατρίνης