Μαρτύριο της σταγόνας για τον λαό η πολιτική εμπορευματοποίησης του νερού

Δημοσιεύτηκε στις 17/08/2024 19:11

Μαρτύριο της σταγόνας για τον λαό η πολιτική εμπορευματοποίησης του νερού

Χρεοκοπημένο άλλοθι η «κλιματική αλλαγή» για την κυβέρνηση και τα κόμματα που υπηρετούν το «κόστος – όφελος» και τη στρατηγική της «πράσινης μετάβασης»

«Στεγνώνουν δεκάδες χιλιάδες απότιστα στρέμματα με καλλιέργειες», «”Κίτρινος συναγερμός” στην Αττική», «SOS για το νερό στην Κρήτη». Τα παραπάνω είναι μερικά από όσα γράφονται στον Τύπο σχετικά με το θέμα της λειψυδρίας, με την κατάσταση σε πολλές περιοχές να βρίσκεται στο «κόκκινο».

Καθημερινές είναι και οι πολύμορφες δράσεις μαζικών φορέων σε νησιά του Ιονίου, στα Γιάννενα, στην Καρδίτσα, με διεκδικήσεις για τη διασφάλιση φθηνού, ελεγμένου, ποιοτικού νερού για τον λαό, άμεση υλοποίηση των αναγκαίων έργων υποδομής.

Τραγική ειρωνεία… Την ίδια ώρα που το νερό στερεύει σε βρύσες και πομόνες, ο λαός ζει με τον φόβο ότι θα ξαναπλημμυρίσει με τις πρώτες φθινοπωρινές βροχές, αφού η χώρα παραμένει αθωράκιστη, λόγω της ανυπαρξίας ολοκληρωμένης αντιπλημμυρικής προστασίας και πρόληψης.

Χρεοκοπημένο άλλοθι η «κλιματική αλλαγή»

Η συζήτηση για τη λειψυδρία δεν είναι καινούργια. Οι παλιότεροι θυμούνται ότι με υπόδειξη της τότε κυβέρνησης ΝΔ, οι κάτοικοι της Αθήνας έβαζαν …τούβλα στα καζανάκια το 1991, για να εξοικονομήσουν νερό, ενώ επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ δέκα χρόνια αργότερα, η συζήτηση περί λειψυδρίας κατέληξε στην κατάθεση ενός ακόμα «εθνικού σχεδίου διαχείρισης των υδάτινων πόρων».

Ούτε βέβαια είναι η πρώτη φορά που η χώρα μας αντιμετωπίζει συνθήκες παρατεταμένης ξηρασίας.

Απ’ αυτή την άποψη, το άλλοθι που αναζητούν η κυβέρνηση και τα άλλα κόμματα στην «κλιματική κρίση», κάνοντας ταυτόχρονα επικλήσεις στην «ατομική ευθύνη» των πολιτών, έχει χρεοκοπήσει, όσο κι αν οι επιπτώσεις από την ανομβρία μεγαλώνουν, εξαιτίας της έλλειψης των αναγκαίων υποδομών και της διαχείρισης του νερού από το κράτος με κριτήριο το κέρδος και όχι τις ανάγκες των εργαζομένων και των άλλων βιοπαλαιστών.

Εκεί ακριβώς βρίσκεται η καρδιά του ζητήματος κι εκεί πρέπει να στρέψει το βλέμμα και τις διεκδικήσεις του ο λαός.

Είναι ενδεικτικό ότι η χώρα μας, με πάνω από 1.500 χειμάρρους, χάνει κάθε χρόνο 86 περίπου εκατ. κυβικά μέτρα νερού από τις ορεινές περιοχές.

  • Για όλες τις ανάγκες της χώρας σε έναν χρόνο καταναλώνεται μόλις το 6% του ετήσιου βρόχινου νερού.
  • Στις πόλεις περίπου το 40% της παροχής νερού χάνεται λόγω διαρροών στα πεπαλαιωμένα δίκτυα.
  • Η χώρα μας έχει από τα χαμηλότερα ποσοστά αξιοποίησης των ωφέλιμων εσωτερικών υδάτινων πόρων (12,5%),που γίνονται ακόμα πιο χαμηλά (10%) αν υπολογισθούν και οι εξωτερικοί υδάτινοι πόροι που έρχονται από τις βαλκανικές χώρες που βρίσκονται στα βόρεια σύνορά μας.

Σε όλα τα παραπάνω προστίθεται το γεγονός ότι το πανελλαδικά διαθέσιμο υδάτινο δυναμικό δεν αξιοποιείται ορθολογικά ανάλογα με τις ανάγκες ανά περιοχή και καθυστερούν μια σειρά από αναγκαία έργα υποδομής για τη συγκέντρωση, τη διοχέτευση και τη σωστή κατανομή του νερού.

Εργα πολλαπλά χρήσιμα τόσο για την άρδευση, τον περιορισμό του υδάτινου ελλείμματος της λεκάνης απορροής του Πηνειού, την ενεργειακή αξιοποίησή τους, αλλά και την αντιπλημμυρική προστασία της περιοχής.

Αντίστοιχα οι αντιπλημμυρικές υποδομές δεν θεωρούνται «επιλέξιμες» από την ΕΕ και δεν χρηματοδοτούνται, επειδή δεν έχουν ανταποδοτικότητα για κράτος και κεφάλαιο.

Ενδεικτικό είναι το πρόσφατο παράδειγμα όπου έργα κρίσιμα για ύδρευση – υδροδότηση, άρδευση, αλλά και παροχή αντιπλημμυρικής προστασίας σε Κρήτη, Πελοπόννησο, Στερεά ή Βόρεια Ελλάδα, Λέσβο, συνολικού προϋπολογισμού 300 εκατ. ευρώ, απεντάχθηκαν από το πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης, δίνοντας προτεραιότητα σε άλλες, πιο «παραγωγικές» επενδύσεις.

Με άλλα λόγια, σήμερα δεν υπάρχει αδυναμία προσδιορισμού τεχνικών και οργανωτικών λύσεων απέναντι στη λειψυδρία. Υπάρχει πολιτική και έργα η υλοποίηση των οποίων θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα.

Ολα αυτά έχουν απαντηθεί και αναλυθεί πριν από δεκαετίες σε επιστημονικό επίπεδο, ενώ διαχρονικά αποτελούν και αντικείμενο διεκδίκησης των μαζικών φορέων του λαϊκού κινήματος.

Υπάρχουν επίσης τεχνολογίες και τεχνικές λύσεις που επιτρέπουν την αναγκαία εξοικονόμηση στην κατανάλωση νερού, προς όφελος των λαϊκών στρωμάτων και όχι με μεγαλύτερη επιβάρυνσή τους.

Ενδεικτικά αναφέρουμε την τεχνική δυνατότητα ανακύκλωσης του χρησιμοποιημένου νερού με διαχωρισμό των χρήσεών του, τα συστήματα ελαχιστοποίησης της κατανάλωσης νερού για οικιακή χρήση, τα συστήματα περισυλλογής βρόχινου νερού, την αλλαγή μεθόδων άρδευσης, την επιδιόρθωση και συντήρηση του δικτύου διανομής, τα δασονομικά και τα φυτοτεχνικά έργα, τις δασώσεις και τις αναδασώσεις.

Και βέβαια, δεν περνάει απαρατήρητο ότι στις περιοχές που το πρόβλημα εμφανίζεται πιο οξυμένο, ειδικά τους καλοκαιρινούς μήνες, δεν υποφέρουν όλοι το ίδιο από τη λειψυδρία. Για παράδειγμα, σε νησιά όπως η Νάξος, η Κρήτη κ.ά., μπαίνουν σε προτεραιότητα οι …πισίνες των ξενοδοχείων, την ώρα που οι καλλιέργειες διψάνε και οι κάτοικοι έρχονται αντιμέτωποι με συχνές διακοπές νερού.

«Κόστος – όφελος» και «πράσινη μετάβαση» ελέγχουν την κάνουλα

Τα όσα ζει σήμερα ξανά ο λαός, με τις περικοπές στην ύδρευση, με τις απειλές ότι θα «στεγνώσουν» πόλεις και χωριά, με τους φουσκωμένους λογαριασμούς, είναι αποτέλεσμα της πολιτικής της ΕΕ, των κυβερνήσεων και των κομμάτων της για νερό – εμπόρευμα.

Στον καπιταλιστικό δρόμο ανάπτυξης η διαχείριση του νερού, ενός αναντικατάστατου και ζωτικής σημασίας κοινωνικού αγαθού, γίνεται με όρους «κόστους – οφέλους», όπως και κάθε άλλη ανάγκη του λαού.

Συνένοχες είναι όλες οι κυβερνήσεις, της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ, αφού σαν σε «σκυταλοδρομία» προώθησαν τις στρατηγικές κατευθύνσεις της ΕΕ, και στη συγκεκριμένη περίπτωση τις κατευθύνσεις της Κοινοτικής Οδηγίας για το νερό.

Πρόκειται για την Κοινοτική Οδηγία – πλαίσιο του 2000,με την οποία εναρμονίστηκε η ελληνική νομοθεσία ήδη απ’ το 2003. Η Οδηγία αυτή θέτει σε προτεραιότητα την εξοικονόμηση της ζήτησης νερού σε αντιπαράθεση επί της ουσίας με τη μεγιστοποίηση της προσφοράς σε κάθε υδατικό διαμέρισμα.

Η Οδηγία επιβάλλει την αντιλαϊκή πολιτική τιμολόγησης του νερού και διαμορφώνει το πλαίσιο πλήρους εμπορευματοποίησής του. Η κοινοτική κατεύθυνση τιμολόγησης εστιάζει στη λεγόμενη «ανάκτηση του περιβαλλοντικού κόστους», κάτι που οδηγεί στην ενιαία τιμολόγηση για κάθε χρήση (είτε για πεντάστερο ξενοδοχείο είτε για νοσοκομείο) και στην αύξηση της τιμής όταν αυξάνεται η κατανάλωση.

Στην πραγματικότητα, με τον μανδύα της «προστασίας» του υδάτινου περιβάλλοντος και της καλής κατάστασης των υδατικών σωμάτων, μεθοδεύεται η αύξηση της τιμολόγησης του νερού, ιδιαίτερα στον αγροτικό τομέα και στη λαϊκή κατανάλωση στις πόλεις.

Είναι η στρατηγική της ΕΕ για την «απελευθέρωση των αγορών», που υλοποιήθηκε από όλες τις αστικές κυβερνήσεις και συνεχίζει ο απαράδεκτος νόμος της κυβέρνησης της ΝΔ για τη μετατροπή της ΡΑΕ σε «Ρυθμιστική Αρχή Αποβλήτων, Ενέργειας και Υδάτων», που επιταχύνει το κομμάτιασμα και την ιδιωτικοποίηση της ΕΥΔΑΠ, των Δημόσιων Επιχειρήσεων Υδρευσης και Αποχέτευσης.

Πίσω απ’ τις ελλείψεις αναγκαίων έργων, θα βρούμε επίσης την Οδηγία 2007/60 της ΕΕ για την αξιολόγηση και τη διαχείριση κινδύνων πλημμύρας, με βάση την αρχή του κόστους – οφέλους για το κεφάλαιο και το κράτος.

Με βάση αυτήν την αρχή, κρίνεται σε όλα τα κράτη της ΕΕ αν συμφέρει να κατασκευαστούν κάποια αντιπλημμυρικά έργα ή αν «συμφέρει» το κράτος να αφήσει μια περιοχή να πλημμυρίσει και να δώσει στη συνέχεια κάποιες πενιχρές αποζημιώσεις.

Αλλά κι εκεί που γίνονται κάποιες υποτυπώδεις παρεμβάσεις, «λάμπει» η έλλειψη ολοκληρωμένου σχεδιασμού, εξαιτίας της αναρχίας στην οποία οδηγούν το καπιταλιστικό κέρδος, η ιδιοκτησία στη γη και η χρήση της με σκοπό το κέρδος, με τον τραγέλαφο των «μπαλωμάτων» που απλά σπρώχνουν το πρόβλημα σε διπλανές περιοχές, όπου τις περισσότερες φορές δημιουργούνται πολλαπλάσια προβλήματα.

Πίσω απ’ τις ελλείψεις αναγκαίων έργων θα βρούμε ακόμα τις κατευθύνσεις της «πράσινης μετάβασης», που δεν προκρίνουν τα μεγάλα υδροηλεκτρικά έργα. Θα βρούμε τις κατευθύνσεις της νέας ΚΑΠ για τη συγκέντρωση της γης και της παραγωγής απ’ τις μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις.

«Ευκαιρία» να προχωρήσουν οι αντιλαϊκοί σχεδιασμοί

Συνολικότερα, η συζήτηση για τη λειψυδρία αξιοποιείται από κυβέρνηση και τοπικές αρχές για την προώθηση σχεδιασμών που βαθαίνουν την εμπορευματοποίηση του νερού και την εμπλοκή ιδιωτών στη διαχείρισή του, προωθούν την «ατομική ευθύνη» για κατανάλωση νερού με «ρέγουλα» και εξυπηρετούν την αλλαγή καλλιεργειών, με νέο χτύπημα στους βιοπαλαιστές αγρότες.

Ετσι, η σημερινή κυβέρνηση της ΝΔ, πατώντας στα χνάρια και των προηγούμενων του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ, με τον φερετζέ της «εξοικονόμησης υδάτινων πόρων», της αντιπλημμυρικής προστασίας και των «μόνιμων λύσεων» στην άρδευση, προχώρησε ένα βήμα παραπέρα την ιδιωτικοποίηση της ύδρευσης με τον νόμο που ψήφισε πριν λίγους μήνες για τη δημιουργία Ανώνυμης Εταιρείας (ΟΔΥΘ ΑΕ) που θα διαχειρίζεται το σύνολο των υδάτων της Θεσσαλίας, με στόχο να γίνει «πιλότος»για όλες τις Περιφέρειες της χώρας.

Ταυτόχρονα ετοιμάζεται να καταθέσει μέσα στο φθινόπωρο νέο νομοσχέδιο, το οποίο σύμφωνα με δημοσιεύματα θα περιλαμβάνει συνενώσεις Δημοτικών Επιχειρήσεων Υδρευσης και Αποχέτευσης (ΔΕΥΑ) σε όλη τη χώρα, δημιουργία περιφερειακών οργανισμών διαχείρισης υδάτων αλλά και νέες προδιαγραφές σε κτίρια.

Δεν είναι μάλιστα τυχαίο ότι διάφορα σεσημασμένα παπαγαλάκια ενοχοποιούν συστηματικά τον «σπάταλο» λαό και τους αγρότες για τη λειψυδρία και γρυλίζουν ότι «το νερό είναι πολύ φτηνό στη χώρα μας», στρώνοντας τον δρόμο σε νέες αυξήσεις.

Υπάρχει διέξοδος, στην πάλη με το ΚΚΕ!

Εντός των τειχών αυτού του βάρβαρου δρόμου ανάπτυξης, που έχει για κριτήριο το κέρδος, δεν μπορεί να υπάρξει φιλολαϊκή διαχείριση του νερού,ουσιαστική ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, ακόμα και στα πιο στοιχειώδη, όπως είναι η εξασφάλιση επαρκούς, καθαρού και ασφαλούς νερού, χωρίς επιβάρυνση του λαού.

Η διαχείριση του νερού προς όφελος του λαού προϋποθέτει έναν ριζικά διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης, με κοινωνικοποιημένα τα συγκεντρωμένα μέσα παραγωγής, κεντρικό σχεδιασμό της οικονομίας και εργατικό έλεγχο. Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, ο Ενιαίος Κρατικός Φορέας Διαχείρισης του νερού θα μπορεί να κατοχυρώνει το νερό ως κοινωνικό αγαθό και όχι ως εμπόρευμα.

Στο πλαίσιο του κεντρικού σχεδιασμού, όπου θα έχει εξαφανιστεί ο ανταγωνισμός διαφορετικών εταιρειών και συμφερόντων της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας, το κράτος θα μπορεί να υλοποιεί ενιαίο ολοκληρωμένο σχέδιο σε κάθε περιοχή, σε κάθε υδατικό διαμέρισμα, σε κάθε λεκάνη απορροής για τη μείωση του πλημμυρικού κινδύνου, την προστασία και την ενίσχυση των επιφανειακών και υπόγειων υδάτων, την προστασία των δασών που συμβάλλουν στον εμπλουτισμό των υδροφορέων, την υλοποίηση και λειτουργία των αναγκαίων υδροηλεκτρικών και αρδευτικών έργων.

Αυτόν τον δρόμο φωτίζει το ΚΚΕ με το Πρόγραμμά του και την ίδια στιγμή δίνει τον καλύτερό του εαυτό με τα μέλη και τους οπαδούς του, ώστε να αναπτυχθεί αγωνιστική δράση για μέτρα και έργα που έρχονται σε σύγκρουση με την πολιτική των «αντοχών της οικονομίας», της επιλεξιμότητας με κριτήριο την ανταποδοτικότητα και της μεγαλύτερης εμπορευματοποίησης του νερού.