Η Αγκυρα χρησιμοποιεί τους μαξιμαλισμούς της ως εργαλείο άσκησης συνεχούς πίεσης, οδηγώντας σε διαπραγματεύσεις εντός ενός «αφόρητου» πλαισίου που η ίδια ορίζει. Γράφει ο Κωνσταντίνος Φίλης στο in.gr.
Μία χώρα με τις ηγεμονικές βλέψεις της Τουρκίας θέλει οπωσδήποτε να ελέγχει τις ενεργειακές εξελίξεις στη γειτονιά της. Με το 19,2% του συνόλου των εισαγωγών της να αφορά σε υδρογονάνθρακες, αυτονόητα αναζητά τρόπους ισχυροποίησής της στην ενεργειακή σκακιέρα.
Προτού ο πρόεδρος Ερντογάν καταστεί αστάθμητος παράγοντας για την ΕΕ, αυτή έβλεπε στο πρόσωπο της Τουρκίας τη χώρα μέσω της επικράτειας της οποίας θα διέρχονταν το σύνολο των projects που θα παρέκαμπταν τη Ρωσία.
Υπήρχε μάλιστα η αίσθηση ότι με αυτόν τον τρόπο η Αγκυρα θα προσδένονταν στο ευρωπαϊκό άρμα. Σήμερα, ωστόσο, η Τουρκία δεν είναι ευθυγραμμισμένη με τα ευρωπαϊκά συμφέροντα, ούτε επαρκώς αξιόπιστη ώστε οι Ευρωπαίοι να βάλουν όλα τα αυγά τους στο καλάθι της. Εύλογα, λοιπόν, αναζητούν οδούς προκειμένου η Τουρκία να μη μετεξελιχθεί σε «ενεργειακό πνεύμονα» της ευρωπαϊκής αγοράς.
Ασφαλώς η Τουρκία του Ερντογάν δεν μπορεί να μείνει απαθής απέναντι στις διεργασίες που λαμβάνουν χώρα στην Ανατολική Μεσόγειο. Θα μπορούσε να συμμετείχε σε αυτές με τρόπο εποικοδομητικό, έχει, όμως, επιλέξει ένα συγκρουσιακό δρόμο, ευελπιστώντας ότι έστω και έτσι θα ανασχέσει δυσάρεστες για αυτή εξελίξεις.
Αλλωστε, η αδυναμία της να συνομιλήσει απευθείας στο ανώτερο πολιτικό επίπεδο με Ισραήλ και Αίγυπτο, καθώς και η διατήρηση της εκκρεμότητας του κυπριακού ζητήματος, περιορίζουν τα περιθώρια ελιγμών για την Αγκυρα. Στο μέλλον βέβαια, ακόμη και το άμεσο, δεν αποκλείεται να επιχειρήσει να αλλάξει αυτή την πραγματικότητα, προσεγγίζοντας σε τεχνικό/υπηρεσιακό επίπεδο την Αίγυπτο αλλά κυρίως Ισραήλ και Λίβανο, με δέλεαρ συμφωνίες οριοθέτησης θαλάσσιων ζωνών που τους δίνουν περισσότερη ΑΟΖ απ’ ό,τι οι αντίστοιχες με την Κύπρο.
Ως προς το Κάιρο, η Αγκυρα ελπίζει ότι δεν θα προβεί σε συμφωνία με την Αθήνα, από φόβο για τις αντιδράσεις της Τουρκίας. Με τη διατήρηση της έντασης, η τελευταία θέλει, μεταξύ άλλων, να καθυστερήσει ενδεχόμενες οριοθετήσεις, εκφοβίζοντας τους περιφερειακούς δρώντες αλλά και καλλιεργώντας μια αίσθηση ανησυχίας στον διεθνή παράγοντα ότι αν κράτη της περιοχής προχωρήσουν σε συμφωνίες καθορισμού ΑΟΖ ή/και υφαλοκρηπίδας, ρισκάρουν την αποσταθεροποίηση.
Προσδοκά ότι τα εμπλεκόμενα μέρη θα «ζυγίσουν» τα δεδομένα και θα αποφύγουν τις περιπέτειες που τους υπόσχεται η Αγκυρα, άρα και η Δύση θα τους αποθαρρύνει από ενέργειες που ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά μια περιφέρεια ειδικού ενδιαφέροντος για αυτή, όπως η Ανατολική Μεσόγειος. Ομοίως, η Αγκυρα επιχειρεί να αναστείλει ή τουλάχιστον να παγώσει το ενεργειακό προγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, ενώ η συστηματική της παρουσία/παραβίαση της ΑΟΖ της Λευκωσίας γίνεται κοινός τόπος, άρα προσμετράται στους σχεδιασμούς κρατών και εταιρειών. Μάλιστα, ισχυριζόμενη ότι μέρος των τεμαχίων 1, 4, 5, 6, 7 τέμνονται της υφαλοκρηπίδας της, θέλει να δημιουργήσει επίφαση νομιμότητας (οι αμφισβητήσεις της έχουν κοινοποιηθεί υπό τη μορφή συνταγμένων στον ΟΗΕ) σε τυχόν δυναμικές κινήσεις επιβολής των θέσεών της.
Οπως και με το τουρκολιβυκό σύμφωνο, οι τουρκικές απόψεις/προθέσεις δύνανται να μπουν στο ράφι χάριν της εξεύρεσης λύσεων που θα ικανοποιούν όλα τα μέρη, άρα και την ίδια.
Κοντολογίς, η Αγκυρα χρησιμοποιεί τους μαξιμαλισμούς της ως εργαλείο άσκησης συνεχούς πίεσης, οδηγώντας σε διαπραγματεύσεις εντός ενός «αφόρητου» πλαισίου που η ίδια ορίζει.