“Η Τοπική Αυτοδιοίκηση ενώνει δυνάμεις, διεκδικώντας τα αυτονόητα”
Ήδη διανύουμε τους τελευταίους μήνες του 2024. Μιας χρονιάς προκλήσεων για την Τοπική Αυτοδιοίκηση, που κλήθηκε και καλείται να αντιμετωπίσει μια σειρά προβλημάτων.
Ζητήματα, τα οποία έχουν τεθεί στη διάρκεια της χρονιάς στις εκδηλώσεις, τις Ημερίδες και τις συναντήσεις των Δημάρχων, με τελευταία χρονικά – σε ό,τι αφορά την Κρήτη – να είναι η τέταρτη προσυνεδριακή συνάντηση διαλόγου της ΚΕΔΕ, ενόψει του πρώτου Ετήσιου Τακτικού Συνεδρίου της δημοτικής περιόδου 2024 – 2028, με τη συμμετοχή των αιρετών της Κρήτης.
*Του Παύλου Μπαριτάκη
Στην κορυφή της ατζέντας των Δήμων δεν είναι άλλη από τη στόχευση στην εύρυθμη λειτουργία των Υπηρεσιών των Δήμων, με στόχο τη βελτίωση της καθημερινότητας των πολιτών, μέσα από τη συνεργασία όλων των εμπλεκόμενων αυτοδιοικητικών φορέων και φυσικά την ίδια την κεντρική Ηγεσία της Ελλάδας.
Η ανάπτυξη της κανονικότητας, σε κάθε έκφανση της δραστηριότητας τους και σε κάθε τομέα, είναι δεδομένο πως θα προκύψει μόνο όταν όλες οι πλευρές συνεργαστούν. Μέχρι σήμερα όμως αυτό που διαπιστώνουμε όλοι οι Δήμαρχοι είναι οι «κλειστές πόρτες» και όχι τα «ευήκοα ώτα».
Ειδικά δε για Δήμους της περιφέρειας και ιδιαίτερα για Δημοτικές Ενότητες, όπως είναι η Βιάννος, που αποτελεί έναν Δήμο μικρό, ορεινό και απομακρυσμένο από τα Κέντρα Αποφάσεων, ο βαθμός δυσκολίας είναι ακόμη μεγαλύτερος.
Ως Δημοτική Αρχή, έχουμε καταθέσει ένα πλήρες πλάνο, έναν ολοκληρωμένο αναπτυξιακό σχεδιασμό, με προτάσεις ρεαλιστικές και αναγκαίες να υλοποιηθούν, μέσα από ένα διεκδικητικό πλαίσιο, το οποίο όμως κινείται μέσα από το πρίσμα της Λογικής και του αυτονόητου.
Μέχρι σήμερα ο Δήμος Βιάννου, του οποίου εν προκειμένω ηγούμαστε, ταλανίζεται από μια σειρά προβλήματα, τα οποία είναι γνωστά και – δυστυχώς – χρόνια, με συνέπεια να αποτελούν τροχοπέδη στην πλήρη εκμετάλλευση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων και της δυναμικής που μπορεί να αναπτύξει.
Μεγάλο «αγκάθι» αποτελεί η έλλειψη μιας χρηματοδότησης, ικανής να δώσει την απαιτούμενη ώθηση για την υλοποίηση σημαντικών έργων υποδομής. Για παράδειγμα τη φετινή χρονιά, βιώνουμε πρωτοφανή προβλήματα λόγω της έλλειψης νερού. Μάλιστα ο Δήμος το καλοκαίρι κηρύχθηκε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης εξαιτίας της λειψυδρίας, η οποία θα αντιμετωπιστεί εν μέρει, με άμεσες παρεμβάσεις στις υποδομές. Μπροστά σε αυτό το μείζον πρόβλημα όμως, η αρωγή της Πολιτείας είναι αντιστρόφως ανάλογη, με συνέπεια να φτάσουμε στο σημείο και να έχουμε χωριά του Δήμου μας χωρίς ύδρευση και άρδευση ή χωριά όπου η κάλυψη σε νερό να γίνεται μετ΄εμποδίων και με ημίμετρα.
Η απουσία ικανής χρηματοδότησης επίσης, στερεί από τη Δημοτική Αρχή τη δυνατότητα να ενισχύσει τις Υπηρεσίες της με προσωπικό, ειδικά σε ειδικότητες που είναι απαραίτητες για τη λειτουργία τους, όπως είναι αυτές της Τεχνικής Υπηρεσίας. Κάτι που οδηγεί αναπόφευκτα σε δυσχέρειες ως προς την παραγωγή του απαιτούμενου έργου, τη στιγμή που οι Υπηρεσίες μας λειτουργούν χάρη στην υπερπροσπάθεια του εναπομείναντος εργατικού και στελεχιακού δυναμικού μας.
Είναι μείζον το θέμα της οικονομικής αυτοτέλειας των Δήμων, της ενίσχυσης τους και της διασφάλισης ενός χρηματοδοτικού εργαλείου, από το οποίο θα μπορούν οι Δήμοι να παρεμβαίνουν σε δράσεις καθημερινότητας, όπως είναι η οδοποιία, οι ασφαλτοστρώσεις και μια σειρά από άλλες παρεμβάσεις.
Αντί να κινούμαστε λοιπόν στη σφαίρα της συνεχούς αναβάθμισης των παρεχόμενων υπηρεσιών του Δήμου, αγωνιζόμαστε να ανταποκριθούμε στα λειτουργικά ζητήματα καθημερινότητας. Και όλα αυτά τη στιγμή που η εκχώρηση ολοένα και περισσότερων ευθυνών και αρμοδιοτήτων συνεχίζεται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η ανάληψη της ευθύνης για την Πυροπροστασία της περιοχής μας. Μια εκχώρηση ευθύνης όμως, η οποία δε συνοδεύτηκε από το ανάλογο οικονομικό «πακέτο», ούτε τα κατάλληλα χρηματοδοτικά εργαλεία.
Κατά συνέπεια, οποιαδήποτε κίνηση ή δράση της Δημοτικής Αρχής αποδεικνύεται ανεπαρκής, απέναντι στην κλιματική κρίση και τα ακραία καιρικά φαινόμενα, που έχουν ανεβάσει κατακόρυφα το δείκτη επικινδυνότητας και πρόκλησης πυρκαγιάς, αλλά και αντιμετώπισης τους.
Δεν είναι δυνατόν με μια νομοθετική ρύθμιση και χωρίς πόρους να καταφέρουν οι Δήμοι να ανταποκριθούν.
Το μόνο ελπιδοφόρο μήνυμα από όλα τα παραπάνω είναι πως οι Δήμοι, έχοντας συνειδητοποιήσει την προβληματική κατάσταση, αλλά και την ανάγκη για την ενίσχυση του τρόπου διεκδίκησης, ενώνουν ακόμη περισσότερο τις δυνάμεις τους μέσα από την ΚΕΔΕ, αλλά και «συνασπισμούς», όπως είναι το Ελληνικό Δίκτυο Ανθεκτικών Πόλεων, στο οποίο μετέχει ο Δήμος Βιάννου, ο μοναδικός από το Νομό Ηρακλείου.
Κινούμαστε όλοι στη βάση της ανάπτυξης συνεργειών και συνεργασιών, προκειμένου να επιτευχθεί ο στόχος της ορθότερης διαχείρισης των ζητημάτων της Αυτοδιοίκησης, με σκοπό την αντιμετώπιση των σύγχρονων προκλήσεων και δυσκολιών με στοχευμένες παρεμβάσεις, επιχειρώντας να οδηγήσουμε τις τοπικές κοινωνίες σε ένα καλύτερο αύριο.
Ελπίζουμε σε αυτή την προσπάθεια της Τοπικής Αυτοδιοίκησης που αποτελεί τον συνδετικό κρίκο των τοπικών κοινωνιών με την Πολιτεία, η Κεντρική Ηγεσία να στρέψει το βλέμμα της και να ενσκήψει στα προβλήματα, χαράσσοντας επιτέλους μια εθνική στρατηγική, η οποία – τουλάχιστον – θα επαναφέρει τη χρηματοδότηση των Δήμων, στα οικονομικά επίπεδα που είχαν καθοριστεί με την υλοποίηση του «Καλλικράτη». Δεν είναι δυνατόν από τα 6 δις ευρώ που προβλέπονται βάσει του παραπάνω νόμου, οι Δήμοι να λαμβάνουν μόλις 1.7 δις ευρώ.
Για αυτό και πρέπει άμεσα να τεθεί σε σωστή βάση το ζήτημα της βιωσιμότητας των Δήμων με τη διασφάλιση των πόρων που προβλέπονται από το Νόμο 3852 του 2010. Έχουν πλέον τελειώσει τα μνημόνια και θεωρώ ότι η Αυτοδιοίκηση θα πρέπει να έχει πλήρη στήριξη, στη βάση του χρηματοδοτικού πλαισίου, που είχε διαμορφώσει ο Νόμος Καλλικράτη.
*Ο Παύλος Μπαριτάκης είναι Δήμαρχος Βιάννου
To άρθρο δημοσιεύτηκε στο airetos.gr