Η ποινική διάσταση του άγους των υποκλοπών

Δημοσιεύτηκε στις 19/08/2022 14:26

Η ποινική διάσταση του άγους των υποκλοπών

Γ. Μαντζουράνης*

Το σκάνδαλο των υποκλοπών λειτουργεί αναμφίβολα ως ενεργό ηφαίστειο, που συνταράσσει όχι μόνο την ελληνική, αλλά και την ευρωπαϊκή και τη διεθνή κοινή γνώμη.

Δεν έχει όμως μόνο την αδιαμφισβήτητη πολιτική διάσταση, στην οποία ευλόγως δίνεται μέχρι σήμερα το βάρος, αφού πλήττει βάναυσα την ομαλή λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Ωστόσο, έχει, όπως αναλύεται παρακάτω, και μια σοβαρότατη ποινική διάσταση. Και αν η ηγεσία της Δικαιοσύνης επιλέξει το ρόλο του Πόντιου Πιλάτου, ή ακόμα χειρότερα του ουραγού στην κυβερνητική προσπάθεια συγκάλυψης, είναι βέβαιο ότι θα κλονίσει “συθέμελα” την εμπιστοσύνη των πολιτών στην πιο κρίσιμη λειτουργία των εισαγγελικών και δικαστικών αρχών:  την προστασία και εγγύηση θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Σε κάθε περίπτωση, ο πολιτικός και ποινικός, χαρακτήρας αυτής της σκοτεινής υπόθεσης διαπλέκονται αξεδιάλυτα με αποτέλεσμα να καθίσταται δυσκολότερη η αποκάλυψη της αλήθειας και η τιμωρία των ενόχων. Και αυτό,  γιατί, δεδομένου του προτέρου μη εντίμου βίου της κυβέρνησης Μητσοτάκη, είναι πιθανότατο έως βέβαιο ότι οι εμπλεκόμενοι στο σκάνδαλο κορυφαίοι φορείς της εκτελεστικής εξουσίας θα εξαντλήσουν κάθε δυνατότητα για να εμποδίσουν το έργο της Δικαιοσύνης.

Χαρακτηριστικό και ανησυχητικό είναι ότι η κυβέρνηση, αφού προσπάθησε με σωρεία ψεμάτων να αποφύγει την αποκάλυψη του σκανδάλου, τώρα παίζει “κατενάτσιο”, δηλαδή επιχειρεί να καθυστερήσει την έναρξη της έρευνας τόσο στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, όσο και στην υπό σύσταση Εξεταστική Επιτροπή. Ως προς την τελευταία μάλιστα επιδιώκει να επιβάλει στη λειτουργία της όρους αδιαφάνειας και μυστικότητας και να επεκτείνει,  σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, τη διερεύνηση από το 2009 ή το 2012 ή έστω το 2015 μέχρι σήμερα, έτσι ώστε να χαθεί ο στόχος της έρευνας και να διαχυθεί η ευθύνη “εις πάντας και τινες άλλους”. Εξάλλου καθημερινά πληθύνονται οι επικρίσεις και καταγγελίες προσωπικοτήτων με κύρος, όπως ο πρώην Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Προκόπης Παυλόπουλος, η φίλα προσκείμενη στον Κυριάκο Μητσοτάκη, νυν Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Αικατερίνη Σακελλαροπούλου, ο πρώην αρχηγός του ΚΙΝΑΛ – ΠΑΣΟΚ, Ευάγγελος Βενιζέλος, ο πρώην Πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών και πρώην Υπουργός Δικαιοσύνης, Μιχάλης Σταθόπουλος, ο νυν βουλευτής της ΝΔ, Κωνσταντίνος Τζαβάρας, ο ευρωβουλευτής Γιώργος Κύρτσος και άλλοι “ων ουκ έστιν αριθμός”. Μεταξύ αυτών μάλιστα συγκαταλέγονται και μερικοί, που μέχρι προ τινος φιλοτεχνούσαν το κεντροδεξιό και μοντέρνο προφίλ του Κυριάκου Μητσοτάκη, όπως ο καθηγητής Νίκος Αλιβιζάτος και ο διευθυντής της ναυαρχίδας της  συντηρητικής παράταξης, της εφημερίδας “Καθημερινή”, Αλέξης Παπαχελάς. Σημειωτέον ότι η ίδια εφημερίδα, σε δημοσίευμά της,  αναφέρεται σε άλλους 7- 8 πολιτικούς, που υπήρξαν θύματα υποκλοπών από την ΕΥΠ, αλλά και τους εξωθεσμικούς βραχίονές της, οι οποίοι κατείχαν και διέθεταν στην ΕΥΠ, είτε δωρεάν, είτε με το αζημίωτο, τη χρήση παράνομων κατασκοπευτικών λογισμικών.

Από τα παραπάνω καθίσταται αδιαμφισβήτητη η αντικειμενική πολιτική ευθύνη του Πρωθυπουργού, που υπήγαγε υπό τον άμεσο έλεγχό του την ΕΥΠ λίγες ημέρες μετά την ανάληψη της πρωθυπουργίας, αλλά και η υποκειμενική ευθύνη του Κυριάκου Μητσοτάκη και των αμέσων και απλών συνεργών του στα εγκλήματα, που διεπράχθησαν  κατά τις αθρόες άρσεις του απορρήτου των επικοινωνιών, οι οποίες κατά τη διακυβέρνηση της ΝΔ και σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία πολλαπλασιάστηκαν όπως στο θαύμα του Ιησού με τους πέντε άρτους και τα δύο ψάρια

Άλλωστε και μόνον ο αριθμός των εισαγγελικών εντολών άρσης απορρήτου επικοινωνιών με πρόσχημα λόγους εθνικής ασφάλειας καθιστά σαφές ότι το πλημμέλημα της παραβίασης του τηλεφωνικού απορρήτου (άρθρο 370Α ΠΚ) και το κακούργημα της παραβίασης προσωπικών δεδομένων (άρθρο 38 ν. 4624/2019) διεπράχθησαν από περισσότερα των τριών πρόσωπα, που συγκρότησαν και εντάχθηκαν ως μέλη σε – επιχειρησιακά δομημένη και με διαρκή εγκληματική δράση – οργάνωση και επιδιώκουν την τέλεση περισσότερων κακουργημάτων σε βάρος αγνώστου – πλην μεγάλου – αριθμού ανθρώπων (άρθρο 187 ΠΚ).

Παρά το πρόδηλο τουλάχιστον επαρκών ενδείξεων – για να μη θεωρηθεί πρόωρη η αναφορά σε αποδείξεις – η Ελληνική Δικαιοσύνη δεν δείχνει τα απαραίτητα αντανακλαστικά ταχείας αντίδρασης και παραδέρνει μεταξύ αφενός μεν μιας διενεργούμενης στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών προκαταρκτικής εξέτασης για διερεύνηση τυχόν αξιόποινων πράξεων κατά τις παρακολουθήσεις των δημοσιογράφων, Κουκάκη και Μαλιχούδη και του αρχηγού του ΚΙΝΑΛ – ΠΑΣΟΚ, Νίκου Ανδρουλάκη, αφετέρου δε μιας άλλης προκαταρκτικής εξέτασης για την εξακρίβωση του τρόπου και των δραστών διαρροής απόρρητων εγγράφων και πληροφοριών της ΕΥΠ, που διεξάγεται αυτοπροσώπως από τον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, Ισίδωρο Ντογιάκο. Και μόνη η θέση στην ιεραρχική κλίμακα των δύο εισαγγελέων, που διενεργούν τις ως άνω δύο προκαταρκτικές έρευνες, αποδεικνύει ότι η ενιαία Εισαγγελική Αρχή αποδίδει μεγαλύτερη αξία και σημασία στο να εντοπισθούν όσοι αποκάλυψαν το σκάνδαλο των υποκλοπών και τα συνδεόμενα με αυτό εγκλήματα και όχι όσοι διέπραξαν τις σχετικές αξιόποινες πράξεις,με επιδιωκόμενη συνέπεια τον εκφοβισμό των ερευνητών δημοσιογράφων και την αποτροπή νέων αποκαλύψεων.

Επειδή το σκάνδαλο των υποκλοπών πλήττει τον σκληρό πυρήνα των ανθρώπινων δικαιωμάτων, που κατοχυρώνονται στο Σύνταγμα (άρθρα 9, 9Α και 19), στη Συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης  (ΣΕΕ, άρθρο 39), στη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΣΛΕΕ, άρθρο 16), στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Χάρτης ΘΔ, άρθρα 7 και 8), στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ, άρθρο 8), δυναμιτίζει την ομαλή λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος και υπονομεύει την εμπιστοσύνη των πολιτών στο κράτος δικαίου, απαιτείται ταχεία πολιτική και ποινική εκκαθάρισή του, με άμεση σύσταση και λειτουργία Εξεταστικής των πραγμάτων Επιτροπής καθώς και ενοποίηση των διενεργούμενων δύο χωριστών προκαταρκτικών εξετάσεων και εντέλει σύγκληση της Ολομέλειας του Εφετείου Αθηνών σε Συμβούλιο, η οποία θα παραγγείλει στον Εισαγγελέα Εφετών Αθηνών την κίνηση ποινικής δίωξης και θα αναθέσει σε Εφέτη Ανακριτή την κύρια ανάκριση για τα αυτεπαγγέλτως διωκόμενα κακουργήματα και τα συναφή πλημμελήματα, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 28 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.

Η παραπομπή της ποινικής διαλεύκανσης  και της πολιτικής εκκαθάρισης αυτών των εξαιρετικά κρίσιμων για το δημοκρατικό κράτος δικαίου και τις ατομικές ελευθερίες εγκληματικών πράξεων στις ελληνικές καλένδες μπορεί να βολεύει τον Κυριάκο Μητσοτάκη και την παρέα του, πλην όμως βλάπτει σοβαρά την υγεία της Ελληνικής Δημοκρατίας, που όλοι οι δημοκρατικοί Έλληνες οφείλουμε να προστατεύουμε και να απαλλάξουμε από τα λύματα των υποκλοπών. Η ενδεχόμενη ολιγωρία της Δικαιοσύνης στη διερεύνηση ενός τόσο μεγάλου σκανδάλου θα πλήξει ανεπανόρθωτα το κύρος της, που ήδη είναι βαριά τραυματισμένο από τις επελάσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη στην ανεξαρτησία της.