Η κυβέρνηση Μητσοτάκη και η «τέλεια καταιγίδα» για τις μικρομεσαίες
Πριν ακόμα από την εκλογή του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης μιλούσε για το πως μια ενδεχόμενη δική του θητεία θα οδηγούσε σε ένα μεγάλο μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας. Ιδεολογικά, ο μετασχηματισμός αυτός διανθίζονταν με την πίστη στην αναγκαιότητα συρρίκνωσης κάθε ρυθμιστικής λειτουργίας του κράτους στην οικονομία ως τροχοπέδη της ανάπτυξης. Ουσιαστικά, όμως, αυτός ο μετασχηματισμός αναφέρονταν στην ενεργοποίηση τάσεων συγκεντροποίησης της αγοράς προς όφελος μεγάλων ολιγοπωλιακών ομίλων.
Η ίδια η περίοδος διακυβέρνησης του λειτούργησε ευνοϊκά για την υλοποίηση του προαναφερθέντος σχεδίου συγκεντροποίησης. Αυτό εξάλλου εξαγγέλλονταν και στο σχέδιο Πισσαρίδη και στον αναπτυξιακό σχεδιασμό που μερικώς αποτυπωνόταν στο σχέδιο Ελλάδα 2.0, την ελληνική πρόταση για το Ταμείο Ανθεκτικότητας & Ανάκαμψης. Εκεί το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας παρουσιαζόταν να είναι το πλήθος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και άρα οι δημόσιες πολιτικές θα έπρεπε να διαμορφώσουν ένα περιβάλλον ευνοϊκό για την συρρίκνωση του πλήθους εκείνων των επιχειρήσεων που αδυνατούσαν να αναπτύξουν επαρκή εξωστρέφεια. Και, η αλήθεια είναι, ότι σε αυτό το επίπεδο η παρούσα κυβέρνηση ήταν πιστή στις εξαγγελίες της. Η διακυβέρνηση της ΝΔ, πράγματι, έχει εξελιχθεί σε έναν εφιάλτη για τις μικρομεσαίες. Επεξηγούμε!
Επί της παρούσης η πληθωριστική κρίση λειτουργεί ως ο βασικός μηχανισμός αναδιανομής εισοδήματος και ισχύος προς όφελος των μεγάλων ολιγοπωλιακών και μονοπωλιακών ομίλων της χώρας. Τα μέτρα μέσα από τα οποία η κυβέρνηση θα μπορούσε να συρρικνώσει το κόστος λειτουργίας των ΜμΕ αφήνονται στην άκρη ως ακατάλληλα. Η κυβέρνηση επανειλημμένα έχει αρνηθεί να μειώσει το ΦΠΑ στην ενέργεια ενώ ακόμα και ήσσονος σημασίας ρυθμίσεις, όπως η μείωση των χρεώσεων των τραπεζών σε όλες τις οικονομικές συναλλαγές, δεν προτεραιοποιούνται.
Ταυτόχρονα, οι ΜμΕ στην πραγματικότητα ουδέποτε εξήλθαν από τον φαύλο κύκλο υπερχρέωσης της περιόδου των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής. Αν και επί ΣΥΡΙΖΑ δημιουργήθηκαν τα εργαλεία για μακροχρόνιες ρυθμίσεις τόσο του δημόσιου και του ιδιωτικού χρέους, η έλευση της νέας κυβέρνησης και η στάση της έναντι του κρίσιμου ζητήματος των «κόκκινων δανείων» και του ιδιωτικού χρέους σήμαινε ότι το νέος χρέος που προκάλεσε η κατάρρευση των οικονομικών δραστηριοτήτων επί κορονοϊού σήμερα τις καταδιώκει μέσα από τα ιδιωτικά funds που πριμοδοτήθηκαν από το σχέδιο Ηρακλής και από την απουσία πλαισίου προστασίας για την πρώτη κατοικία των μικρών επιχειρηματιών.
Επιπλέον, την τριετία Μητσοτάκη, η αδυναμία των ΜμΕ να έχουν πρόσβαση στο τραπεζικό σύστημα επιτάθηκε. Η προηγούμενη κυβέρνηση σκόπευε να χρησιμοποιήσει εναλλακτικά χρηματοδοτικά εργαλεία για να παρακάμψει-κινητοποιήσει το επίσημο τραπεζικό σύστημα. Σήμερα όμως οι μικροχρηματοδοτήσεις επί της ουσίας φυτοζωούν και η αναπτυξιακή τράπεζα επιτελεί την λειτουργία της παροχής εγγυημένων δανείων για τους «μεγάλους παίκτες». Η δε ενίσχυση που θα μπορούσε να δεχθεί η ΜμΕ από τον τραπεζικό δανεισμό μέσω του Ταμείου Ανθεκτικότητας & Ανάκαμψης έμεινε καινό γράμμα, με το σύνολο των εγγυημένων δανείων που έχουν χορηγηθεί να κατευθύνονται σε μεγάλες επιχειρήσεις.
Τέλος, τόσο το ΕΣΠΑ όσο και το σκέλος των επιδοτήσεων του Ταμείου Ανθεκτικότητας & Ανάκαμψης είναι σχεδιασμένα από το επιτελείο του κυρίου Μητσοτάκη με τρόπο τέτοιο ώστε η ΜμΕ να αποκλείονται συστηματικά. Ενδεικτικό είναι η τελευταία πρόταση του ΕΣΠΑ για τον ψηφιακό μετασχηματισμό ΜμΕ επιχειρήσεων, που μέσα από τις προϋποθέσεις που θέτει αποκλείει σχεδόν τον 95% των μικρομεσαίων της χώρας.
Από τα παραπάνω είναι σαφές ότι το υγειές σκέλος της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας στη χώρα μας δεν έχει τίποτα να περιμένει από την κυβέρνηση Μητσοτάκη.
*Ο Χάρης Μαμουλάκης είναι αν. Τομεάρχης Ανάπτυξης & Επενδύσεων Κ.Ο. ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Βουλευτής Ηρακλείου – Πολιτικός Μηχανικός BEng MSc