“Η ιδέα της Ευρώπης, το εθνικό περιεχόμενο, η υπερεθνική αναγκαιότητα”
Η Ευρώπη, το περιεχόμενο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, δεν αποτελεί μια κενή έννοια, αλλά κάτι με πολύ βαθύτερα και ουσιαστικότερα χαρακτηριστικά. Εάν δούμε την ευρωπαϊκή υπόθεση μέσα από την ελληνική οπτική, σε αυτές τις τέσσερις 10ετίες συμμετοχής της χώρας, το χρονικό διάστημα που διανύσαμε, περιλαμβάνει κάτι πολύ σημαντικό.
Άρθρο του Γιώργου Α. Ζερβάκη για το Politica.gr
Στο μεταπολιτευτικό πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον, οι φωνές που απέρριπταν τον ευρωπαϊκό προσανατολισμό της χώρας, ταυτίζονταν κυρίως με ένα σοσιαλιστικό κίνημα, του οποίου ο ριζοσπαστικός λόγος διαμορφώνονταν με έντονα υπερπατριωτικά, εθνικολαϊκιστικά στοιχεία. Και με την κομμουνιστική αριστερά, βαθύτατα συντηρητική ως προς την υπεράσπιση του υπαρκτού σοσιαλισμού.
Η κυβερνητική αλλαγή όμως του 1981, με την Ελλάδα πλήρες κράτος-μέλος από την 1.1.1981, άρχισε να μεταβάλλει το πολιτικό περιεχόμενο του ελληνικού σοσιαλιστικού κινήματος, να αμβλύνει τις έως τότε αντιευρωπαϊκές του θέσεις. Οι τάσεις αυτές ενισχύθηκαν με την τοποθέτηση προσώπων με ευρωπαϊκό προσανατολισμό στα κοινοτικά όργανα, όπως ο πρώτος Έλληνας Επίτροπος Γρηγόρης Βάρφης. Έτσι άρχισε βαθμιαία η μετατόπιση από την αδιέξοδη εθνικολαϊκιστική συνθηματολογία για την ΕΟΚ των μονοπωλίων, στην συμμετοχή στους κοινοτικούς θεσμούς. Στην συμμετοχή στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, το οποίο από το 1979, είναι ένα άμεσα εκλεγμένο από τους Πολίτες των κρατών-μελών πολιτικό σώμα.
Σε αυτή την πρώτη ενταξιακή 10ετία, όπου το ευρωπαϊκό εγχείρημα εμφανίζονταν απόμακρο, σε απόσταση από την καθ’ ημάς πολιτική και κοινωνική πραγματικότητα είχαμε μπροστά μας τα απόνερα ιδεοληπτικών κατευθύνσεων, που θεωρούσαν το σχέδιο της ευρωπαϊκής ενοποίησης και την ελληνική συνθήκη ένταξης ως κάτι επαναδιαπραγματεύσιμο.
Το συμμετοχικό εθνικό πλαίσιο στα μέσα της 10ετίας του ’80, οδήγησε στην ενίσχυση των πιο θετικών εκφραστών του ευρωπαϊκού πλαισίου. Η ΕΟΚ άρχισε να διαμορφώνεται ως βιωματική επιλογή, με την Προεδρία Ντελόρ στην ΕΕ να ενδυναμώνει πολιτικές στην υπερεθνική κατεύθυνση, την Κοινή Αγροτική Πολιτική, την Συνοχή, τα Διαρθρωτικά Ταμεία. Έτσι η Ευρώπη γίνεται μια εθνική αναφορά, όμως οι στρεβλώσεις είναι και υπαρκτές και εμφανείς. Ο τρόπος με τον οποίο η Κοινή Αγροτική Πολιτική ενσωματώθηκε στις εθνικές μας πολιτικές, ενώ ενίσχυσε εισοδηματικά τον πρωτογενή τομέα, από την άλλη πλευρά δημιούργησε στρεβλώσεις και ελλείμματα, που ακόμα και σήμερα διατηρούν το αρνητικό τους αποτύπωμα.
Αντί να αντιληφθούμε την ΚΑΠ ως την ευκαιρία για να κάνουμε την αγροτική μας παραγωγή εξωστρεφή και ανταγωνιστική, ποιοτική, περιχαρακωθήκαμε σε μια επιδοματικού τύπου λογική, που και καλλιέργειες και προϊόντα δεν ευνόησε, ενώ προσέδωσε μεγάλο μέρος του αγροτικού κόσμου μια κόπωση εξέλιξης, αντί της αξιοποίησης των προκλήσεων της ΚΑΠ. Τα όσα βιώσαμε στις συνεταιριστικές μας ενώσεις, είναι απολύτως ενδεικτικά. Σήμερα, έχοντας αφήσει πίσω μας την περίοδο αυτή, χρειάζεται να διαμορφώσουμε μια άσκηση πολιτικής για την γεωργία, που θα απαντάει στις σύγχρονες ανάγκες της.
Οι γενιές των Ευρωπαίων που είδαν τις χώρες τους να ενσωματώνονται στο εγχείρημα της ευρωπαϊκής ενοποίησης των έξι αρχικά κρατών-μελών της ΕΟΚ, οι γενιές εκείνες που γνώρισαν τα αρχικά προγράμματα Erasmus, γνώρισαν την Ευρώπη της εκπαιδευτικής συνεργασίας, των ανταλλαγών σε άλλες χώρες και σε άλλα εκπαιδευτικά ιδρύματα. Γνώρισαν την ελεύθερη μετακίνηση χωρίς τους φραγμούς και τους συνοριακούς ελέγχους. Για όλους αυτούς τους λόγους η Ευρώπη δεν ήταν κάτι απόμακρο, αλλά μια ιδέα που διαμορφώνει το κοινό μέλλον, την κοινή κουλτούρα.
Ακόμα και κατά την διάρκεια των κρίσεων που βιώσαμε τις δυο τελευταίες 10ετίες, οι φωνές της αμφισβήτησης, του λαϊκισμού, είχαν ως μόνη επιδίωξη τους να αποδυναμώσουν την Ευρώπη. Στην Ελλάδα το βιώσαμε έντονα στα μέσα της 10ετίας του 2010, όπου ετερόκλητα στοιχεία συνασπίζονταν στις Πλατείες για έξοδο από την ΕΕ, έξοδο από το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα, για διαγραφή του χρέους.
Απέναντι στην απειλή της χρεοκοπίας, ήταν η ΕΕ που στάθηκε υποστηρικτικά στην χώρα μας, αποτυπώνοντας γιατί οι πεποιθήσεις του υπερεθνικού ευρωπαϊκού προσανατολισμού της χώρας, πρέπει να γίνονται ισχυρότερες μέσα στην Κοινωνία. Ακόμα και όταν σε όλη την Ευρώπη, στην περίοδο της υγειονομικής πανδημίας, αντιευρωπαϊκές δυνάμεις επιτίθεντο εναντίον των δημοκρατιών μας, για την αποφασιστικότητα τους να εξασφαλίσουν την ζωή και την υγεία σε όλους μας, διαμορφώνοντας ακραίες θεωρήσεις άρνησης και δημαγωγίας, περιχαράκωσης γύρω από ακραίες αντιλήψεις, δεν μπόρεσαν να διασπάσουν τον συνθετικό ιστό της ευρωπαϊκής ιδέας. Οι δυνάμεις του ευρωαρνητισμού, της εθνικής στασιμότητας, δεν αντανακλούν τίποτα περισσότερο παρά τις αντιλήψεις της διαίρεσης, της φοβικότητας.
Το περιεχόμενο, το ζητούμενο μιας γνήσιας ευρωπαϊκής συζήτησης για τις ευρωπαϊκές εκλογές, είναι κάτι που αφορά όλους τους συντελεστές της ενοποιητικής διαδικασίας, τα κράτη-μέλη, τις εθνικές κυβερνήσεις, τις πολιτικές δυνάμεις σε εθνικό και υπερεθνικό επίπεδο, την αυτοδιοίκηση, τους Πολίτες, τα κοινοτικά όργανα. Και δεν είναι κάτι που εξαντλείται σε μια περιοριστική χρονική περίοδο. Γιατί, η αναγκαιότητα για την αμυντική ικανότητα και θωράκιση της Ευρώπης, τα σύνορα της, το κόστος ζωής, την αγροτική πολιτική, τις πληθωριστικές πιέσεις, την γήρανση του πληθυσμού, μας αφορούν όλους εξίσου.
Στην ανάπτυξη όμως μιας γνήσιας συζήτησης για τα ευρωπαϊκά διακυβεύματα, τα οποία θα συνεχίσουν να υπάρχουν και μετά την 9η Ιουνίου, δεν χωρά μια συνηθισμένη εθνική πολιτική αντιπαράθεση, Ειδικά από την στιγμή που δεν προσδίδει τίποτα στο κοινοτικό περιεχόμενο.
* Ο κ. Γιώργος Α. Ζερβάκης , είναι εκπρόσωπος των Ευρωπαίων Φεντεραλιστών Κρήτης.