Η φαρμακευτική κάνναβη και ο πολιτικός αμοραλισμός

Δημοσιεύτηκε στις 24/05/2021 10:05

Η φαρμακευτική κάνναβη και ο πολιτικός αμοραλισμός

Toυ Χάρη Μαμουλάκη*

Το 2018 η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ πήρε μια πρωτοβουλία να θεσμοθετήσει την παραγωγή τελικών προϊόντων Φαρμακευτικής Κάνναβης. Ο νόμος έδινε την δυνατότητα, υπό αυστηρά κριτήρια, να παράγεται κάνναβη του είδους Sativa L περιεκτικότητας σε τετραϋδροκανναβινόλη (THC) άνω του 0,2%, µε αποκλειστικό σκοπό την παραγωγή τελικών φαρμακευτικών προϊόντων. Με την πρωτοβουλία αυτή, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ προσπάθησε να ανοίξει την ελληνική οικονομία στον διεθνώς αναπτυσσόμενο κλάδο των προϊόντων φαρμακευτικής κάνναβης. Ο προηγούμενος νόμος, περιλάμβανε ταυτόχρονα και όλες τις απαραίτητες ρυθμίσεις για την αδειοδότηση των σχετικών μονάδων με βασική αρχή την αναγκαιότητα συγκέντρωσης όλης της παραγωγικής διαδικασίας σε ένα αυστηρά φυλασσόμενο χώρο.

Λίγο καιρό πριν, με την ΚΥΑ 49690, τον Ιούνιο του 2017, η συγκεκριμένη ποικιλία κάνναβης ταξινομήθηκε στον πίνακα των ναρκωτικών ουσιών Β, ο οποίος περιέχει ουσίες που αξιοποιούνται για θεραπευτικούς σκοπούς, αλλά βρίσκονται κάτω από τον αποκλειστικό έλεγχο προμήθειας, κυκλοφορίας και διάθεσης του Κράτους. Με αυτό τον τρόπο, η τότε ηγεσία του Υπουργείου Υγείας προσπαθούσε να κάνει το ανθρωπιστικά και επιστημονικά προφανές, να καταστήσει δηλαδή δυνατή την παροχή φαρμακευτικής κάνναβης σε ασθενείς που το είχαν ανάγκη.

Οι αντιδράσεις της Ν.Δ., τότε στη θέση της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, ήταν από επιφυλακτικές έως αστείες, αν δεν ήταν και σκοταδιστικές. Η κεντρική «γραμμή» της, ήταν ότι παρόλο που δεν αντιτίθενται στη φαρμακευτική χρήση του φυτού, η παραγωγή της – που ήταν το θέμα του νόμου – ήταν ανέφικτη, εκτός εάν υπήρχε ταυτόχρονα ένας δρακόντειος μηχανισμός καθημερινής επιτήρησης των αποθεμάτων από την ίδια την αστυνομία. Σε διαφορετική περίπτωση, σύμφωνα με το σκεπτικό της ΝΔ, ο νόμος προσφέρονταν για κατάχρηση και στην πραγματικότητα νομιμοποιούσε την παραγωγή για χρήσεις ευφορίας.

Στις πιο ακραίες τις εκδοχές, η αντίδραση της Ν.Δ. είχε και άλλες όμορφες στιγμές «πολιτικού πολιτισμού». Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο σημερινός Υπουργός Εσωτερικών, ο οποίος κατηγορούσε το ΣΥΡΙΖΑ ότι ήθελε να καταστήσει την χώρα ανταγωνιστική έναντι της Αλβανίας στην διακίνηση ναρκωτικών και κατά λέξη έλεγε: «Ανεξέλεγκτη καλλιέργεια του χασίς, αυτό νομοθετείτε σήμερα». ​

Στο ίδιο μήκος κύματος με την Χρυσή Αυγή, ο τότε, άρτι αφιχθείς στην Ν.Δ. από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του Ποταμιού, Ιάσων Φωτήλας, κατηγορούσε την κυβέρνηση ότι η «η Ελλάδα θα είναι η μοναδική χώρα της Ευρώπης και του κόσμου που θα προβεί σε νόμιμη μαζική παραγωγή καλλιέργειας κάνναβης», υπονοώντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ προετοιμάζονταν για την νομιμοποίηση της κοκαΐνης και του οπίου και χαρακτήριζε τους Υπουργούς του ΣΥΡΙΖΑ ως «Υπουργούς της Φούντας».

Ο καιρός πέρασε, η ΝΔ έγινε κυβέρνηση και ο νέος Υπουργός Ανάπτυξης βρέθηκε ενώπιων μιας πραγματικότητας. Κατά δήλωση του κ. Αδ. Γεωργιάδη στη Βουλή, σήμερα υπάρχουν πάνω από 94 αδειοδοτημένες μονάδες και πολλές ακόμα σε διαφορετικά στάδια υποβολής φακέλου. Υπό την σκιά του παραπάνω επενδυτικού ενδιαφέροντος και υπό την καθημερινή πίεση της επενδυτικής κοινότητας η ΝΔ αναγκάστηκε να εισάγει την Τρίτη 11 Μαΐου το σχέδιο νόμου με τίτλο «Παραγωγή, εξαγωγή και διάθεση τελικών προϊόντων φαρμακευτικής κάνναβης του είδους Cannabis Sativa L περιεκτικότητας σε τετραϋδροκανναβινόλη (THC) άνω του 0,2%» προς επεξεργασία στις Επιτροπές της Βουλής.

Το σχέδιο νόμου, ευθεία συνέχεια του νόμου 4523/2018 του ΣΥΡΙΖΑ, αποπειράται να επιλύσει προβλήματα που προέκυψαν κατά την αδειοδοτική διαδικασία των εν λόγω επενδύσεων. Έχει τα θετικά του σημεία, όπως η γενναία υπαγωγή των προϊόντων με την σχετική ουσία από τον πίνακα Β, στον πίνακα Δ, στο καθεστώς δηλαδή της πλήρους απελευθέρωσης. Έχει και αρνητικά, όπως η απαγόρευση χρήσης γης υψηλής παραγωγικότητας για τις ανάγκες μιας κατεξοχήν υδροβόρας καλλιέργειας. Όλα αυτά είναι βεβαίως ζητήματα που σε μια κανονική χώρα θα ήταν καθημερινή ύλη της κοινοβουλευτικής διαδικασίας. Ζητήματα πάνω στα οποία, καλοπροαίρετα, τα κόμματα θα διαφωνούσαν, θα συνέθεταν και θα προσπαθούσαν να νομοθετήσουν με τον βέλτιστο δυνατό τρόπο για το καλό της χώρας και της οικονομίας της.

Το πολιτικό γεγονός που προκύπτει από αυτό το νόμο, δεν είναι όμως η νομοθετική πρωτοβουλία της κυβέρνησης, αλλά η απύθμενη υποκρισία του κόμματος που κυβερνάει τη χώρα. Προς τιμήν του, ο Υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων είχε την ευαισθησία να αποδεχτεί ότι έσφαλε με τη στάση του στο συγκεκριμένο ζήτημα και να ζητήσει συγγνώμη στον σύμβουλο του πρώην Πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα, Νίκο Καρανίκα, που λοιδορήθηκε για την προσπάθεια του στο ζήτημα. Το κόμμα του όμως; Στις Επιτροπές τις Βουλής τα στελέχη της Ν.Δ. απουσίαζαν. Είναι ενδεικτικό ότι και στις τέσσερις συνεδριάσεις της Επιτροπής της Βουλής των Ελλήνων, ούτε ένας Βουλευτής του κυβερνώντος κόμματος, πέρα από τον ειδικό αγορητή του, δεν τοποθετήθηκε για να υπερασπιστεί τα πεπραγμένα της Κυβέρνησης. Και όλα αυτά λαμβάνουν χώρα, χωρίς κανένας από την κυβερνώσα παράταξη να φοβάται ότι η αλλαγή αυτής της στάσης θα έχει πολιτικό κόστος, ορατότητα από τα ΜΜΕ, ή ότι κάποιος θα πρέπει να αναλάβει την ευθύνη της ανήθικης κριτική απέναντι στο πρώην Πρωθυπουργό και τους Υπουργούς του.

Το πρόβλημα με την σημερινή ΝΔ δεν είναι ότι είναι ακραία συντηρητική ή, μόνο, ακραία νεοφιλελεύθερη. Το πρόβλημα είναι ότι στον πυρήνα της βρίσκεται ένα σύστημα ακραία αμοραλιστικών στελεχών, που δεν διστάζουν να δηλητηριάσουν τον δημόσιο διάλογο με οποιοδήποτε ψέμα έναντι των πολιτικών τους αντιπάλων. Και ότι η διασπορά ψευδών ειδήσεων, υπό το καθεστώς μιας διαρκούς συγκάλυψης από την συντριπτική πλειονότητα των ΜΜΕ, καταλήγουν να τραυματίζουν την Δημοκρατία μας και να υπονομεύουν την ανταλλαγή επιχειρημάτων στο πεδίο της πολιτικής.

Δεν ήταν ποτέ η κάνναβη το πρόβλημα, όπως δεν ήταν ποτέ και οι «Πρέσπες», το τρίτο μνημόνιο, το μαξιλάρι τον 37 δισ ή οτιδήποτε άλλο, το πρόβλημα της ΝΔ με τον ΣΥΡΙΖΑ. Το πρόβλημα ήταν – και παραμένει – το αίσθημα ιδιοκτησιακής αντίληψης για την εξουσία που διακατέχει μερίδα της συντηρητικής παράταξης και του ακραίου κέντρου, που φάνταζε να «προσβάλλεται» από την εισβολή των «παρείσακτων λαϊκιστών» της σημερινής Αξιωματικής Αντιπολίτευσης. Προσβολή, που νομιμοποιούσε το οποιοδήποτε ψέμα.

Για την κάνναβη, δια στόματος Γεωργιάδη, ζήτησαν κάτι σαν ένα συγγνώμη. Για όλα τα άλλα;

*Ο Χάρης Μαμουλάκης είναι αν. Τομεάρχης Ανάπτυξης & Επενδύσεων Κ.Ο. ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Βουλευτής Ηρακλείου – Πολιτικός Μηχανικός BEng MSc