Ερχόμαστε από μια μεγάλη παράξενη περίοδο: αυτή που ξεκίνησε μετά το 2010, με τον ερχομό της κρίσης. Από τότε και μετά ο βασικός τρόπος έκφρασης στην πολιτική μας ζωή έγινε η όξυνση: όποιος προτιμούσε από την όξυνση τη μετριοπάθεια στο πολιτικό μας τσίρκο, δεν είχε θέση. Γράφει ο Αντώνης Καρπετόπουλος στο in.gr.
Ο νέος Πρόεδρος της Βουλής εκλέχτηκε με ρεκόρ ψήφων. Μερικοί από τους νέους υπουργούς στη συζήτηση των κυβερνητικών προγραμματικών δηλώσεων μίλησαν τη γλώσσα του τεχνοκράτη, που είχαμε χρόνια να ακούσουμε στο Κοινοβούλιο. Ο νέος Πρωθυπουργός αιφνιδίασε ευχάριστα ανακοινώνοντας φοροελαφρύνσεις που θα ισχύσουν ήδη από τον επόμενο μήνα.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης έκανε τις πρώτες του επικρίσεις χωρίς να ουρλιάζει και να κουνάει το δάχτυλο σε κανέναν την ώρα που οι αρχηγοί των μικρότερων κομμάτων είπαν τις υπερβολές τους για να τραβήξουν λίγη προσοχή, αλλά και να δείξουν τη διαφοροποίησή τους σε ένα παιγνίδι εμφανώς ξανά δικομματικό. Ολα αυτά είναι πάρα πολύ κανονικά για να κρατήσουν πάρα πολύ. Εκτός κι αν βασίζονται στη συνειδητοποίηση των πολιτικών μας ότι η κουρασμένη χώρα απαιτεί πια μια νέα πολιτική συμπεριφορά – αν όλα αυτά που είδαμε δεν είναι τακτική επιλογή της στιγμής, αλλά συνιστούν έναν νέο τρόπο προσέγγισης των πολιτικών ρόλων, η χώρα θα βγει κερδισμένη. Αλλά δυσκολεύομαι να το πιστέψω.
Ερχόμαστε από μια μεγάλη παράξενη περίοδο: αυτή που ξεκίνησε μετά το 2010, με τον ερχομό της κρίσης. Από τότε και μετά ο βασικός τρόπος έκφρασης στην πολιτική μας ζωή έγινε η όξυνση: όποιος προτιμούσε από την όξυνση τη μετριοπάθεια στο πολιτικό μας τσίρκο, δεν είχε θέση. Ο κόσμος έμαθε να εκτιμά τις παθιασμένες συμπεριφορές και να επιβραβεύει όσους άφηναν κατά μέρος τον καθωσπρεπισμό: όποιος νωρίς κατάλαβε τα άγρια γούστα του κόσμου έχτισε καριέρα χρησιμοποιώντας και τις ντουντούκες των social media που νομίζεις πως είναι φτιαγμένες για να μεγιστοποιούν τις φασαρίες.
Ο κόσμος δεν επιλέγει μόνο βουλευτές, αλλά επιλέγει και εκπροσώπους. Κι επιλέγει όσους νομίζει ότι του μοιάζουν, όσους πιστεύει πως τον καταλαβαίνουν κι όσους θεωρεί ότι τον εκφράζουν κυρίως γιατί μιλάνε τη γλώσσα του – οι εποχές των ιδεολογιών πέρασαν. Αλλαξε ο κόσμος κι έστειλε αυτή τη φορά στη Βουλή μικρούς λόρδους αποφασισμένους να αλλάξουν συμπεριφορά; Δεν το νομίζω. Απλά ο κόσμος είναι κουρασμένος, διότι έζησε και μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο, που ουσιαστικά ξεκίνησε μετά την ψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών: η έντασή της υπήρξε μεγάλη παρά το ήρεμο κλίμα που επικράτησε στο φινάλε της, δηλαδή μετά τις ευρωεκλογές. Αυτή η κούραση αντικατοπτρίστηκε και στη Βουλή το τριήμερο. Ολοι με τον τρόπο τους προσπάθησαν να δείξουν στον κόσμο ότι την καταλαβαίνουν – ο καθένας με τον τρόπο του.
Τι άλλο υπαγόρευσε αυτές τις σπάνιες για τα ελληνικά δεδομένα συμπεριφορές; Νομίζω ότι μέτρησε πολύ και ο χρόνος παρουσίασης της νέας κυβέρνησης, δηλαδή το ότι έχουμε καλοκαίρι και το ακροατήριο όλων έχει άλλες προτεραιότητες. Ελάχιστοι έμειναν μπροστά στις τηλεοράσεις για να δουν τι είπε ο Μητσοτάκης, τι απάντησε ο Τσίπρας κ.τ.λ. Οι πιο πολλοί ενημερώθηκαν για τα λεγόμενά τους επιδερμικά – στην καλύτερη των περιπτώσεων από τo Facebook, τα δελτία ειδήσεων, τις εφημερίδες. Η κυβέρνηση, η αντιπολίτευση, τα μικρότερα κόμματα προτίμησαν να τους στείλουν απλά μικρά μηνύματα: η κυβέρνηση ότι άρχισε τη δουλειά, οι άλλοι ότι άρχισαν την κριτική ή την γκρίνια.
Μιλάμε πολύ για την επιστροφή στην κανονικότητα. Η αλήθεια είναι ότι εμείς πρώτα, οι απλοί πολίτες, πρέπει να την ξαναβρούμε. Να μάθουμε να αντιμετωπίζουμε τα πράγματα χωρίς οργή, αλλά με λογική, να μάθουμε να εκτιμάμε όχι τους ακραίους, αλλά τους σοβαρούς, να μάθουμε να επιβραβεύουμε όχι απαραίτητα όσους εκφράζουν το θυμικό μας, αλλά όσους έχουν πράγματα να μας προτείνουν – πράγματα λογικά και εφαρμόσιμα.
Γία την ώρα οι περισσότεροι απλά κάνουμε ή σχεδιάζουμε διακοπές. Το πόση κανονικότητα αντέχουμε θα το δούμε τον χειμώνα. Τότε που αυτή ειδικά η εικόνα του Κοινοβουλίου μας, όπου μόνη παραφωνία ήταν ότι η αντιπολίτευση δεν χειροκρότησε την απουσία του ναζιστικού μορφώματος, θα είναι εικόνα καλοκαιρινή, από αυτές που αναρωτιέσαι αν όντως υπήρξαν ή τις δημιούργησε το κουρασμένο σου μυαλό ως παρηγοριά…