Το σήριαλ του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει τελειώσει ακόμη και ουδείς είναι σε θέση να γνωρίζει πως ακριβώς θα καταλήξει. Με βάση τον προγραμματισμό των οργάνων το κόμμα οδεύει σε συνέδριο και εκλογές την ώρα που ο έκπτωτος πρόεδρός του δηλώνει «παρών» και περιοδεύει ανά την επικράτεια έχοντας στο πλευρό του βουλευτές που έχουν ταχθεί ανοιχτά μαζί του.
Οι αντεγκλήσεις είναι σχεδόν καθημερινό φαινόμενο, καθώς εξελίσσεται ένας πόλεμος φθοράς της μιας έναντι της άλλης πλευράς με επίδικο το κόμμα και ό,τι το συνοδεύει: Την πολύτιμη κρατική χρηματοδότηση, τη σφραγίδα, τα κτίρια και ίσως κάπου στο βάθος την ιστορία του κόμματος που κάποτε καβάλησε το κύμα της Ιστορίας και συγκυβέρνησε τη χώρα.
Στην πέμπτη θέση ο ΣΥΡΙΖΑ
Οι δημοσκοπήσεις μόνο αισιόδοξες δεν είναι για τον ΣΥΡΙΖΑ. Τα όσα έχουν συμβεί το τελευταίο διάστημα έχουν αφήσει ένα ιδιαίτερα αρνητικό αποτύπωμα στις επιδόσεις του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Βρίσκεται στην πέμπτη θέση, πίσω από την Ελληνική Λύση και το ΚΚΕ, ενώ μετράει εις βάρος του ήδη διπλάσια διαφορά με το δεύτερο ΠΑΣΟΚ που τελείωσε με τα εσωκομματικά του και πλέον ο δρόμος μπροστά του είναι ανοιχτός. Το αν θα τον διαβεί και πως είναι άλλη ιστορία.
Αυτό που φαίνεται να έχει περάσει λανθασμένα στην κοινή γνώμη είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και ο έκπτωτος πρόεδρός του τα πήγαιναν καλά έως και πριν λίγο καιρό και ότι η σημερινή κατάσταση και παρακμή που χαρακτηρίζει την Κουμουνδούρου, οφείλονται καθαρά στον εσωκομματικό πόλεμο που ξέσπασε μετά την πρόταση μομφής εις βάρος του κ. Κασσελάκη.
Σύμφωνοι, ο ΣΥΡΙΖΑ κατάφερε να πάρει τη δεύτερη θέση στις ευρωεκλογές, ωστόσο αν δούμε τους αριθμούς από τις εθνικές εκλογές του 2023 η πορεία του μόνο καθοδική ήταν. Ουδέποτε σήκωσε κεφάλι παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις από τον Στέφανο Κασσελάκη.
Ωστόσο, πτωτική ήταν από την αρχή και η εικόνα του πρώην προέδρου του. Μπορεί δηλαδή ο κ. Κασσελάκης να ήταν ο «μεσσίας» για την πλειονότητα των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, στην κοινωνία όμως ουδέποτε είχε θετικό αντίκρισμα.
Μπορεί να πει κανείς με βεβαιότητα ότι η πορεία του κόμματος και η προσωπική πορεία του κ. Κασσελάκη από τον Σεπτέμβριο του 2023 που εξελέγη πρόεδρος, συμβάδιζαν απόλυτα. Προς τα κάτω.
Η αλήθεια των ποσοστών
Ας μιλήσουμε με αριθμούς. Τον Οκτώβριο του 2023, ένα μήνα μετά την εκλογή Κασσελάκη και πριν τη διάσπαση, δημοσκόπηση της Metron Analysis έδινε στη ΝΔ (για την πρόθεση ψήφου) ποσοστό 38% έναντι 15% του ΣΥΡΙΖΑ.
Την ίδια ώρα ο Στέφανος Κασσελάκης εμφανιζόταν έκτος στη λίστα δημοτικότητας των πολιτικών αρχηγών με μόλις 25% θετικές ή μάλλον θετικές απαντήσεις. Σίγουρα δεν το λες κι επιτυχία για έναν άφθαρτο με την πολιτική πρόεδρο, ο οποίος είχε έρθει να αλλάξει τα δεδομένα στην πολιτική σκηνή της χώρας.
Λίγο καιρό αργότερα ήρθε η διάσπαση στον ΣΥΡΙΖΑ με την αποχώρηση της Ομπρέλας (των «βαριδιών» όπως έλεγαν όσοι έμειναν πίσω). Στις 23 Νοεμβρίου, δημοσκόπηση της εταιρείας Pulse έδειχνε τον ΣΥΡΙΖΑ να πέφτει στο 12,5% στην εκτίμηση ψήφου, την ώρα που η ΝΔ βρισκόταν μπροστά με 33%. Η ίδια έρευνα έδειχνε ότι η διάσπαση δεν ωφέλησε το κόμμα.
Το 62% των ερωτηθέντων δήλωνε ότι τα πράγματα για τον ΣΥΡΙΖΑ θα εξελιχθούν «λίγο έως πολύ χειρότερα». Για τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ βέβαια οι απαντήσεις ήταν διαφορετικές και εμφανίζονταν υπέρμαχοι των κινήσεων του τότε προέδρου.
Τον Δεκέμβριο του 2023 οι μετρήσεις καταγράφουν για πρώτη φορά την πτώση του κόμματος στην τρίτη θέση, πίσω από το ΠΑΣΟΚ, μια κατάσταση που θα διατηρηθεί έως και τις αρχές του 2024.
Είχε προηγηθεί και η αποχώρηση της ομάδας των «6+6» και στη δημοτικότητα των πολιτικών αρχηγών ο Αλέξης Χαρίτσης ήταν πιο πάνω από τον Στέφανο Κασσελάκη. Ο ΣΥΡΙΖΑ συγκέντρωνε εκείνη την περίοδο το 10,1% των προτιμήσεων των πολιτών.
Τα «βαρίδια»
Η αποχώρηση των «βαριδιών» συνολικά, δεν έφερε το πολυπόθητο αποτέλεσμα ούτε στις αρχές της χρονιάς. Εκεί που κανείς περίμενε ότι ο ΣΥΡΙΖΑ απαλλαγμένος πλέον από τους «υπονομευτές» θ’ άνοιγε τα φτερά του σε μια μεγάλη άνοδο, τα αποτελέσματα τόσο για το κόμμα όσο και για τον ίδιο τον κ. Κασσελάκη ήταν αρνητικά.
Σε δημοσκόπηση της Alco στις αρχές του έτους ο κ. Κασσελάκης συγκέντρωνε θετικές προτιμήσεις μόλις στο 18% των ερωτηθέντων. Το 62% ήταν αρνητικό κι ένα 20% δεν απάντησε. Ο ΣΥΡΙΖΑ από την πλευρά του παρέμενε στην τρίτη θέση, πίσω από το ΠΑΣΟΚ.
Ερχόμαστε στον Φεβρουάριο και στο επεισοδιακό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, εκεί που αμφισβητήθηκε ευθέως ο κ. Κασσελάκης, αποδεικνύοντας ότι ναι μεν τα «βαρίδια» είχαν αποχωρήσει, το πρόβλημα, δε, εξακολουθούσε να παραμένει.
Ως γνωστόν τα δεδομένα άλλαξαν μετά την παρέμβαση των Σωκράτη Φάμελλου. Νίκου Παππά και Γιώργου Τσίπρα και την παράλληλη υποχώρηση της Όλγας Γεροβασίλη.
Τον Μάρτιο ο ΣΥΡΙΖΑ επανακάμπτει στη δεύτερη θέση, ωστόσο η διαφορά του από τη ΝΔ παραμένει στις 20 και πλέον μονάδες. Το εντυπωσιακό είναι ότι ενώ ο Στέφανος Κασσελάκης δείχνει να απολαμβάνει την αποδοχή της πλειονότητας των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ, στην κοινωνία οι αρνητικές γνώμες εξακολουθούν να είναι κατά πολύ περισσότερες σε σχέση με τις θετικές.
Αρνητική άποψη
Σε δημοσκόπηση της Alco το 59% των ερωτηθέντων είχε αρνητική άποψη για τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ και το 23% θετική. Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι εκείνη την περίοδο οι συνθήκες ήταν εξαιρετικά ευνοϊκές καθώς η κοινή γνώμη ήταν αρνητική και ως προς την κυβέρνηση, ειδικά για το θέμα της συγκάλυψης στα Τέμπη. Κι όμως, ο ΣΥΡΙΖΑ και ο πρόεδρός του έδειχναν αδύναμοι να καρπωθούν κάτι θετικό.
Τον Απρίλιο η εικόνα μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ είναι στις 18 μονάδες υπέρ της πρώτης. Είναι μια περίοδος που ο κ. Κασσελάκης ανοίγει το θέμα των πρόωρων εκλογών, το οποίο ουδόλως περνάει στην κοινωνία καθώς σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις της περιόδου η πλειονότητα δεν θέλει και πάλι εκλογές. Στη δεύτερη θέση της καταλληλόλητας, μετά τον Κυριάκο Μητσοτάκη ανεβαίνει ο «κανένας» με διψήφια διαφορά από τον τρίτο στην κατάταξη, Στέφανο Κασσελάκη.
Εδώ, αξίζει να σημειωθεί κι άλλο ένα αριθμητικό στοιχείο. Στις προκριματικές εκλογές που κάνει το κόμμα προκειμένου να αναδείξει τους υποψήφιους ευρωβουλευτές του, συρρέουν περί τα 60.000 μέλη, αριθμός κατά πολύ μικρότερος από εκείνους που είχαν πάει να ψηφίσουν μόλις λίγους μήνες πριν τον νέο πρόεδρο.
Για να διασκεδαστούν οι άσχημες εντυπώσεις, το αφήγημα τότε ήταν πως το κόμμα είχε περάσει δύο διασπάσεις, κατά συνέπεια η μειωμένη προσέλευση οφειλόταν εκεί. Ωστόσο, οι διασπάσεις, το προηγούμενο διάστημα αποτελούσαν επιχείρημα -εκ μέρους της ηγεσίας- ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ. Κατά συνέπεια ή το ένα ισχύει ή το άλλο. Σε καμία περίπτωση και τα δύο.
Ερχόμαστε στον Μάιο, τον καθαρά προεκλογικό μήνα πριν τις κάλπες των ευρωεκλογών. Την ώρα που ο Στέφανος Κασσελάκης καταθέτει το αφήγημα της «μεγάλης ανατροπής», βλέποντας έως και πρώτο τον ΣΥΡΙΖΑ, οι δημοσκοπήσεις βλέπουν «ντέρμπι» για τη δεύτερη θέση μεταξύ της Κουμουνδούρου και της Χαριλάου Τρικούπη.
Η ανατροπή που δεν ήρθε
Όσο πλησιάζουμε στις εκλογές ο κ. Κασσελάκης ρίχνει τον πήχη των προσδοκιών του και από τη «μεγάλη ανατροπή», φτάνουμε στο αφήγημα που λέει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα έχει το «2» μπροστά απ’ τα ποσοστά του.
Οι εκλογές γίνονται, η κυβέρνηση αν και λαβωμένη επικρατεί με διαφορά του δεύτερου ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος πέφτει κάτω από ψυχολογικό όριο του 15%. Το κόμμα δεν έχει καταφέρει να αποκομίσει κανένα κέρδος από τις τεράστιες απώλειες της ΝΔ η οποία ένα χρόνο πριν είχε γράψει στο κοντέρ της το 41% που πλέον είχε γίνει 28,31%.
Κάπου εκεί, μετά τις ευρωεκλογές, είναι σαν να κατεβαίνει και ο διακόπτης για τον ΣΥΡΙΖΑ. Ο κ. Κασσελάκης δέχεται συνολική κριτική για τις επιδόσεις του την ώρα που ο ίδιος βάζει ως στόχο δύο πράγματα: τις αλλαγές στο κόμμα και τις επόμενες εθνικές εκλογές.
Η νέα πτώση του ΣΥΡΙΖΑ
Τον Ιούλιο, ένα μήνα μετά τις ευρωεκλογές, νέα δημοσκόπηση επιβεβαιώνει -προς το χειρότερο- τα δεδομένα των ευρωεκλογών. Σύμφωνα με τα στοιχεία της MRB, η ΝΔ συγκέντρωνε ποσοστό 24% έναντι 12,1% του ΣΥΡΙΖΑ. Με λίγα λόγια η Κουμουνδούρου εμφάνιζε πτώση 2,8 μονάδων σε σχέση με τις κάλπες του Ιουνίου.
Ερχόμαστε στο σήμερα. Στις δημοσκοπήσεις για τα εσωκομματικά του ΣΥΡΙΖΑ, ο Στέφανος Κασσελάκης εμφανιζόταν σε αρκετές απ’ αυτές πρώτος και με διαφορά σε σχέση με τους αντιπάλους του.
Παρ’ όλα αυτά, ο αντίκτυπος του κόμματος στην κοινωνία ήταν σε εντελώς διαφορετική κατεύθυνση, γεγονός που επιβεβαιώνει ένα δημοσκοπικό συμπέρασμα που κρατάει εδώ κι ένα χρόνο.
Το γεγονός δηλαδή ότι ο έκπτωτος πρόεδρος είναι αρεστός μόνο στα μέλη του κόμματος και όχι στην κοινωνία. Και ως γνωστόν, αν θέλεις να νικήσεις στις εκλογές και να εκλεγείς πρωθυπουργός, αυτό δεν αποτελεί υπόθεση ενός στενού κομματικού ακροατηρίου, αλλά της ευρύτερης κοινωνίας.
Υπό αυτό το πρίσμα δεν είναι περίεργο ότι ο κ. Κασσελάκης έχει προς το παρόν αποφύγει να ιδρύσει δικό του κόμμα. Οι μετρήσεις που έγιναν του έδιναν ένα ποσοστό από 2,5 έως 5% το ανώτερο, ποσοστά δηλαδή με τα οποία σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να ονειρεύεται κάποιος κυβερνησιμότητα.
Αλλά και ο ΣΥΡΙΖΑ, ακόμα και χωρίς τον Στέφανο Κασσελάκη, αποτελεί τεράστιο ερώτημα πως ακριβώς θα μπορέσει να ορθοποδήσει, αν κρίνει κανείς τα αποτελέσματα των μετρήσεων. Η εικόνα που δίνει το κόμμα το τελευταίο διάστημα και ο κάτι παραπάνω από υπαρκτός κίνδυνος μιας νέας διάσπασης, μοιάζει να ρίχνει αλάτι στην πληγή ενός ήδη εξαιρετικά ταλαιπωρημένου πολιτικού brandname.