Συμμετοχή ΥΦΕΘΑ Γιάννη Κεφαλογιάννη στο 3ο Delphi Brussels Forum

Δημοσιεύτηκε στις 31/01/2025 22:05

Συμμετοχή ΥΦΕΘΑ Γιάννη Κεφαλογιάννη στο 3ο Delphi Brussels Forum

Ο Υφυπουργός Εθνικής Άμυνας, Γιάννης Κεφαλογιάννης, συμμετείχε χτες, Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2025, στο 3ο Delphi Brussels Forum, που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες, όπου συζητήθηκαν οι τρέχουσες προκλήσεις της αμυντικής βιομηχανίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και οι προοπτικές ενίσχυσης των στρατηγικών συμμαχιών.

 

Ο κ. Κεφαλογιάννης, μεταξύ άλλων, ανέφερε (απόδοση σε ελεύθερη μετάφραση):

 

Σχετικά με τις πρωτοβουλίες του Πρωθυπουργού με τον Πολωνό ομόλογό του για τη δημιουργία κοινής ασπίδας αεράμυνας της Ευρώπης και το όραμα της χώρας μας για την αμυντική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

 

H στρατιωτική επιθετικότητα της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας έχει αναδείξει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή αμυντική βιομηχανία, με το ζήτημα των εξοπλισμών να έχει αποκτήσει κεντρική σημασία.

  

Σύμφωνα με τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Άμυνας, τα κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν αυξήσει σημαντικά τις αμυντικές τους δαπάνες τα τελευταία χρόνια. Σε σύγκριση με το 2021, οι συνολικές δαπάνες αντιστοιχούν περίπου στο 1,9% του ΑΕΠ της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων 102 δισεκατομμυρίων ευρώ σε επενδύσεις στον τομέα της άμυνας. Ταυτόχρονα, σύμφωνα με αναλυτές, η ρωσική στρατιωτική παραγωγή υπερβαίνει εκείνη της Δύσης, έχοντας ουσιαστικά μεγαλύτερη ικανότητα απ’ ό,τι στην αρχή του πολέμου το 2022, παρά τις σημαντικές ρωσικές απώλειες. Συνεπώς, το κρίσιμο ερώτημα εδώ είναι: Πώς μπορούμε να εξισορροπήσουμε αυτή την ασυμμετρία;

 

Γνωρίζουμε ότι οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ συμφώνησαν να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες και να ενισχύσουν την καινοτομία μέσω της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέφρασε επίσης στρατηγικό ενδιαφέρον για την ανάπτυξη μιας βιομηχανίας που μπορεί να παρέχει λειτουργικά και ολοκληρωμένα οπλικά συστήματα στους στρατούς των χωρών της ΕΕ. Συμφωνώ πλήρως με την Πρόεδρο της Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, στην προώθηση της απλής αρχής για την άμυνα, ότι η Ευρώπη πρέπει να «δαπανά περισσότερα, καλύτερα και ευρωπαϊκά» ώστε να είναι έτοιμη να ανταποκριθεί «στις πιο ακραίες στρατιωτικές απειλές».

 

Η αύξηση της ζήτησης για όπλα που αναπτύσσονται και παράγονται στην ΕΕ θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη στρατηγική αυτονομία, ιδιαίτερα εάν το ΝΑΤΟ βρεθεί υπό πίεση κατά τη διάρκεια της δεύτερης θητείας Τραμπ. Η αλήθεια είναι ότι απέχουμε ακόμα πολύ από αυτόν τον στόχο. Το κύριο πρόβλημα είναι ότι η ευρωπαϊκή αμυντική αγορά παραμένει κατακερματισμένη. Η έλλειψη κοινών προμηθειών και η εθνική προτίμηση στις αμυντικές δαπάνες μεταφράζονται σε μικρές αγορές με χαμηλά επίπεδα παραγωγής, γεγονός που αποτελεί έναν από τους κύριους λόγους για το σχετικά υψηλό κόστος ανά μονάδα παραγωγής.

Τι πρέπει να γίνει λοιπόν; Κατά την άποψή μου, έχει καταστεί επείγον να καθοριστεί πώς θα αυξηθεί η παραγωγική ικανότητα, πώς θα μειωθεί το κόστος, πώς η Ευρώπη θα ενισχύσει τις βασικές στρατιωτικο-τεχνολογικές της δυνατότητες και πώς θα κινητοποιηθούν οι αναγκαίοι δημοσιονομικοί πόροι. Η επίτευξη κλίμακας και αποδοτικότητας απαιτεί κεφάλαια, τόσο για τη ζήτηση όσο και για την προσφορά. Από την πλευρά της ζήτησης, οι δημοσιονομικοί περιορισμοί των ευρωπαϊκών χωρών επηρεάζουν την αξιοπιστία των μακροπρόθεσμων δεσμεύσεων των κυβερνήσεων. Αυτό ισχύει για τον μεσοπρόθεσμο αμυντικό προγραμματισμό της Γερμανίας, καθώς και για άλλες χώρες της ΕΕ με αβέβαιες δημοσιονομικές προοπτικές (π.χ. Γαλλία και Ισπανία). Η εξαίρεση από τους δημοσιονομικούς περιορισμούς ορισμένων δαπανών για συμφωνημένες αμυντικές προτεραιότητες της ΕΕ, μπορεί να αποτελέσει μια λύση. Από την πλευρά της προσφοράς, η βελτίωση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση για αυτές τις εταιρείες πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα. Θεσμοί, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, θα πρέπει να επανεξετάσουν την απαγόρευση παροχής χρηματοδοτικής υποστήριξης σε έργα αποκλειστικά για την άμυνα. Αυτό θα έστελνε επίσης θετικό μήνυμα για επενδύσεις στην άμυνα. Επιπλέον, το αρνητικό στίγμα που εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν οι εταιρείες μεταξύ επενδυτών και της κοινωνίας των πολιτών πρέπει να αντιμετωπιστεί ως προτεραιότητα, ώστε η χρηματοδότηση να φτάσει όχι μόνο στις μεγάλες αλλά και στις μεσαίου μεγέθους εταιρείες και startups, που είναι σημαντικές για την καινοτομία και τη μαζική παραγωγή μη επανδρωμένων αεροσκαφών, συστημάτων anti-drone, ηλεκτρονικού πολέμου και συλλογής πληροφοριών.

 

Το όραμα της Ελληνικής Κυβέρνησης είναι μια ενιαία αμυντική πολιτική. Από τα βόρεια και ανατολικά σύνορα της Ευρώπης έως τον νότο, αντιμετωπίζουμε αναθεωρητικές ατζέντες και παραβιάσεις του διεθνούς δικαίου. Αυτές οι προκλήσεις υπογραμμίζουν την επείγουσα ανάγκη για μια ενιαία ευρωπαϊκή απάντηση. Κανένα κράτος-μέλος δεν έχει την ικανότητα να αντιμετωπίσει αυτά τα ζητήματα ανεξάρτητα. Για την Ελλάδα, αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα η ενίσχυση των μηχανισμών άμυνας και ασφάλειας της ΕΕ, ώστε να δημιουργηθεί ένας ισχυρός αμυντικός πυλώνας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται η πρωτοβουλία του Έλληνα Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη και του Πολωνού Πρωθυπουργού Ντόναλντ Τουσκ για τη δημιουργία ευρωπαϊκής ασπίδας αεράμυνας. Αυτό θα ενσωματώσει συμμαχικές και εθνικές προσεγγίσεις, αυξάνοντας τη συνοχή των διάφορων κατακερματισμένων και διαφορετικών εσωτερικών συστημάτων. Μπροστά σε πολλαπλές τρέχουσες και μελλοντικές απειλές απαιτείται ένας ολοκληρωμένος αμυντικός σχεδιασμός για την ευρωπαϊκή αεράμυνα και η ανάπτυξη ενός συστήματος, ικανού να ανταποκριθεί στις πανευρωπαϊκές ανάγκες. Ήδη προχωρούμε στην ανάπτυξη της δικής μας ασπίδας αεράμυνας, αντι-drone και αντιπυραυλικής προστασίας, και είμαι βέβαιος ότι η Ελλάδα έχει πολλά να συνεισφέρει σε αυτή την προσπάθεια.

 

Για την προσπάθεια ενίσχυσης της Έρευνας και Ανάπτυξης (R&D) και τη δημιουργία ενός αμυντικού οικοσυστήματος καινοτομίας μέσω της ίδρυσης του ΕΛΚΑΚ.

 

Η Ελλάδα δεν πρέπει να εξαρτάται αποκλειστικά από εισαγωγές οπλικών συστημάτων από το εξωτερικό. Είναι πιο ακριβό, λιγότερο παραγωγικό και μερικές φορές πιο ριψοκίνδυνο. Οι Ένοπλες Δυνάμεις μας πρέπει να βασίζονται περισσότερο στις δικές τους ικανότητες. Η στρατηγική αυτονομία μιας χώρας εξαρτάται από αυτή την ικανότητα. Αυτό δεν μπορεί να γίνει αμέσως, αλλά το πρώτο βήμα είναι καθοριστικό. Δεν είμαστε μια χώρα που στερείται ιδεών και διάθεσης ώστε να εμπλακούν ταλαντούχοι νέοι στην επιχειρηματικότητα. Το ερώτημα είναι πώς θα προσανατολίσουμε αυτές τις ιδέες στις ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων. Είναι, επομένως, κρίσιμο να βρεθεί ένας θεσμικός τρόπος ώστε οι Ένοπλες Δυνάμεις να επικοινωνούν τον μακροπρόθεσμο εξοπλιστικό τους σχεδιασμό και τις ανάγκες τους για νέα συστήματα. Αυτό είναι που κάνει το ΕΛΚΑΚ.

 

Με αυτόν τον τρόπο, επιχειρήσεις startups και εταιρείες της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας θα μπορούν να αναπτύξουν τα δικά τους επιχειρηματικά σχέδια και να κατευθύνουν τις επενδύσεις και τις υποδομές τους στις ανάγκες των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων. Μέσω του ΕΛΚΑΚ, του Ελληνικού Κέντρου Αμυντικής Καινοτομίας, επιδιώκουμε να αναπτύξουμε τις θεσμικές διαδικασίες που θα επιτρέψουν την ενσωμάτωση της τεχνολογίας και της καινοτομίας που παράγεται στη χώρα μας  στις Ένοπλες Δυνάμεις. Το ΕΛΚΑΚ είναι ένας καινοτόμος οργανισμός που προωθεί την τεχνολογία διττής χρήσης και την αμυντική καινοτομία στην Ελλάδα. Οι κύριες δραστηριότητές του περιλαμβάνουν την υποστήριξη της έρευνας και ανάπτυξης προηγμένων αμυντικών τεχνολογιών, καθώς και την καλλιέργεια ενός οικοσυστήματος καινοτομίας που να ανταποκρίνεται στις υφιστάμενες επιχειρησιακές ανάγκες.

Αναμφίβολα, το όραμά μας είναι ότι το ΕΛΚΑΚ θα αποτελέσει σύντομα κρίσιμο στοιχείο για τη στρατηγική αυτονομία της ΕΕ. Οι προοπτικές είναι θετικές. Μέσα στους πρώτους μήνες λειτουργίας του, το ΕΛΚΑΚ κατάφερε να αναπτύξει ένα καινοτόμο σύστημα αντι-drone για πολεμικά πλοία με την ονομασία «Κένταυρος», το οποίο είναι ήδη επιχειρησιακό στην αποστολή της ΕΕ “ASPIDES” στην Ερυθρά Θάλασσα.


Περισσότερα Video

Ακολουθήστε το Politica στο Google News και στο Facebook