Σοφία Βέμπο: Η σύλληψή της από την Γκεστάπο και το κείμενο του Τσιτσάνη
![Σοφία Βέμπο: Η σύλληψή της από την Γκεστάπο και το κείμενο του Τσιτσάνη](https://i0.wp.com/www.politica.gr/wp-content/uploads/2025/02/image_for_post1157711.jpg?quality=92&fit=1310%2C900&ssl=1)
Στις 10 Φεβρουαρίου 1910 γεννήθηκε στην Καλλίπολη της Ανατολικής Θράκης, η Σοφία Βέμπο, η ερμηνεύτρια που σφράγισε με τη φωνή της, το έπος του Ελληνοϊταλικού πολέμου το ‘40 – ‘41 και γενικότερα το ελληνικό τραγούδι.
Η Βέμπο είχε ήδη, από το 1933, διαγράψει μια εντυπωσιακή καλλιτεχνική πορεία και με την είσοδο της Ελλάδας στον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ύστερα από την ιταλική εισβολή, «ανέλαβε» με τα τραγούδια της την εμψύχωση ολόκληρου του ελληνικού λαού.
Ο Γιώργος Σκίντσας και «ΤΟ ΒΗΜΑ» της 30ης Μαρτίου 2014, μεταφέρουν μέσω του βιβλίου της Κατερίνας Κ. Πετρίδου «Σοφία Βέμπο – Τραγούδαγε την Ελλάδα κι όλη η Ελλάδα τραγουδούσε μαζί της» (εκδόσεις University Studio Press) λόγια της ίδιας της Σοφίας Βέμπο.
«Σε αυτή τη συλλογή υπάρχει και η σπάνια αυτοβιογραφία της Σοφίας Βέμπο, η οποία δημοσιεύτηκε το 1947, σε 62 συνέχειες στην καθημερινή ελληνόφωνη εφημερίδα της Νέας Υόρκης «Εθνικός Κήρυξ».
»Και δημοσιεύτηκε συγκεκριμένα από την Πέμπτη 15 Μαΐου ως το Σάββατο 25 Ιουλίου 1947, όταν βρισκόταν σε περιοδεία στις Ηνωμένες Πολιτείες»
Η «τραγουδίστρια της νίκης» και η Γκεστάπο
»Λίγο προτού εισέλθουν οι Γερμανοί στην Αθήνα και ενώ με τα τραγούδια της κατά τη διάρκεια του ελληνοϊταλικού πολέμου είχε γίνει η “τραγουδίστρια της νίκης”, βγαίνοντας από το θέατρο “Μοντιάλ” όπου εμφανιζόταν και πηγαίνοντας στο “Αλάμπρα” όπου έπαιζε η αδελφή της, “ξαφνικά ένιωσα ένα τρομερό σε δύναμη κρύο χτύπημα στο πρόσωπο. Ηταν σαν σιδερένια γροθιά. Σωριάστηκα αμέσως. Επρόλαβα να φωνάξω: ‘Με σκότωσες, παλιάνθρωπε’. Τίποτα άλλο, λιποθύμησα”.
»Το πρωί της άλλης ημέρας το τηλέφωνο του σπιτιού της χτύπησε και αμέσως μια βαριά φωνή τής είπε: “Σ’ τα σπάσαμε τα μούτρα για να μην μπορής να βγαίνης στο θέατρο και να λες αυτά που λες. Μην στεναχωριέστε, τους απάντησα, θα τα πω από το ραδιόφωνο. Ηταν φανεροί πλέον οι δολοφόνοι μου: ή φασίσται Ιταλοί ή άνθρωποι της Γκεστάπο”.
»Την εποχή εκείνη κυκλοφόρησαν φήμες από τις δυνάμεις κατοχής ότι η Σοφία Βέμπο πέθανε. Αλλά δεν έμειναν εκεί. Μόλις ξεκίνησε κάποια απογευματινή παράστασή της δύο λοχαγοί της Γκεστάπο της είπαν να ντυθεί και να τους ακολουθήσει. Σούσουρο στο θέατρο. Οδηγήθηκε στα ανακριτικά της Γκεστάπο. Ακολούθησαν οι φυλακές Αβέρωφ.
»Την ξαναπηγαίνουν στην Γκεστάπο και την αφήνουν αφού υπέγραψε χαρτί όπου διαβεβαίωνε ότι δεν θα ξανατραγουδήσει πατριωτικά τραγούδια. Το κάνει. Αλλά στέλνει τα μηνύματά της μέσω τραγουδιών.
»Οι Ιταλοί στη συνέχεια θέλουν να σταματήσει με ανακοίνωσή τους. Και έγινε. Δεν μπορούσε να ασκήσει το επάγγελμά της. Μετά από λίγο την άδεια την παίρνει πίσω. Και ανήμερα την 28η Οκτωβρίου, με τους ιταλούς και γερμανούς λογοκριτές δίπλα της, δίνει παράσταση ντυμένη στα γαλανόλευκα. “Οι Ιταλοί ελύσσαξαν αλλά δεν μπορούσαν να κάνουν πια τίποτα”.
»Στην αυτοβιογραφία της η Σοφία Βέμπο ξεδιπλώνει με την προσωπική της ματιά τα χρόνια της ζωής της από τη γέννησή της ουσιαστικά ως την επιστροφή της στην Ελλάδα το 1946, μετά την αυτοεξορία της στην Αίγυπτο από το 1942 λόγω του κυνηγητού από τις κατοχικές δυνάμεις.
»Κάπου εκεί στο τέλος της εξιστόρησής της αναφέρει τα εξής: “Το θέατρο δεν το είχα βαρεθεί ποτέ μου. Μα η ζωή μάς επιφυλάσσει συνήθως εκπλήξεις που τις περισσότερες φορές δεν μπορούμε ούτε να φανταστούμε. Ετσι έγινε και μ’ εμένα”»
Ο Τσιτσάνης για τη Βέμπο
Λίγες ημέρες μετά τον θάνατό της Σοφίας Βέμπο (11 Μαρτίου 1978) ο Βασίλης Τσιτσάνης γράφει αποκλειστικά στην εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ»:
«Σοφία Βέμπο ένα όνομα που θα συνοδεύει πάντα ο θρύλος, Σοφία Βέμπο ένα όνομα που θα ζωντανεύει πάντα την Ελλάδα με τους θρύλους των ηρώων του ’40, Σοφία Βέμπο η γυναίκα που έζησε και πέθανε σαν μυθικός ήρωας
»Κρυστάλλινη η φωνή της, βροντώδης συγκλονιστική, ηρωική και ανεπανάληπτη στους αιώνες σαν την καρδιά της. Αμόλυντη μακριά από κάθε αδικία, ζούσε για να κάνει πάντα τη θυσία για το καθήκον.
»Καθημερινό ζωντανό ολοκαύτωμα, δοσμένη και αλυσοδεμένη στο τραγούδι, στο θέατρο στη δουλειά της.
»Θυμάμαι πότε την πρωτάκουσα, παιδάκι στο σχολείο στα Τρίκαλα, και δεν ξεχνώ ποτέ την εντύπωση που μούκανε.
»Ήταν τότε που τραγούδησε την “Τσιγγάνα”, το πρώτο της τραγούδι, κι η ερμηνεία της με συγκλόνισε. Η μεταδοτικότητά που είχε στην ερμηνεία του τραγουδιού ήταν κάτι το ασύλληπτο, και το βάθος κάτι το άπιαστο. Καμία δεν μπορούσε να δώσει αυτό που έδινε η Σοφία. Καμιά. Ποτέ…
»Αργότερα, όταν κι εγώ βγήκα σ’ αυτή τη δουλειά, είχα την τύχη να γνωρίσω από κοντά την άφθαστη τέχνη της, τον εκπληκτικό τρόπο που δούλευε, και τον υπέροχο χαρακτήρα της.
»Ήταν πρότυπο εργατικότητας και με τον δυναμισμό της προκαλούσε τον θαυμασμό και τον σεβασμό όλων μας.
»Είχε και μεγάλη καρδιά που χωρούσε όλους τους ανθρώπους, που χωρούσε όλους τους πόνους σ’ όλα τα νοσοκομεία για να γλυκαίνει τους καημούς των ηρωικών φαντάρων μας.
»Η Σοφία δεν πέθανε, η Σοφία ζει και θα ζει στις καρδιές όλων μας όσο υπάρχει Ελλάδα, διότι είναι κομμάτι της, είναι η ζωντανή μας Νέα Ελλάδα των ηρώων του ’40.
»Και στη ζωή εν τάφω και πέρα από τους τάφους η σοφία Βέμπο θα τραγουδά Ελλάδα – Παιδιά της Ελλάδα – Κονταρομάχους.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΤΣΙΤΣΑΝΗΣ»