«Παρθένος πολιτισμός δεν υπάρχει» – Η παγκοσμιοποίηση ως το μεγαλύτερο παραμύθι στην ιστορία
«Οι πόλεμοι που διεξάγουμε ο ένας εναντίον του άλλου είναι όλοι εμφύλιοι πόλεμοι» σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη της Ινάνα Χαμάτι-Ατάγια, καθηγήτρια διεθνών σχέσεων στο Πανεπιστήμιο του Χρόνινγκεν στην Ολλανδία, η οποία υποστηρίζει πως «παρθένος πολιτισμός δεν υπάρχει» αλλά και ότι η παγκοσμιοποίηση δεν είναι μια, όπως νομίζουμε.
Μάλιστα, σύμφωνα με την Δρ. Χαμάτι-Ατάγια η θεωρία πως κάποιος πολιτισμός μπορεί να έχει παραμείνει ανέγγιχτος από τους υπόλοιπους μέσα στην ιστορία αποτελεί ένα «παραμύθι» που χτίστηκε πάνω σε όσα άφησε πίσω του ο Ψυχρός Πόλεμος που όριζε πως τα πραγματικά ή φανταστικά σύνορα είχαν πάψει να λειτουργούν όπως κάποτε.
Το παραμύθι της παγκοσμιοποίησης
Η έννοια που επιλέχθηκε για να συλλάβει αυτή τη μετασχηματιστική στιγμή της ανθρώπινης ιστορίας ήταν η «παγκοσμιοποίηση», σύμφωνα με την έρευνα. Η έννοια περιέγραφε πώς οι νέες τεχνολογίες και τα δίκτυα συνδεσιμότητας είχαν ξαφνικά φέρει τις ανθρώπινες κοινότητες πιο κοντά και τις είχαν καταστήσει διαπερατές από μια ανεξέλεγκτη ροή ανθρώπων, ιδεών, αγαθών και πολιτιστικών πρακτικών, οι οποίες κινούνταν ελεύθερα στις ολοκληρωμένες αγορές της παγκόσμιας οικονομίας.
Στον απόηχο αυτού του μετασχηματισμού, νέα ορολογία εμφανίστηκε, εκφράζοντας νέες ανησυχίες: ο κόσμος είχε γίνει πραγματικά το «παγκόσμιο χωριό» που προέβλεψε ο Μάρσαλ ΜακΛούαν τη δεκαετία του 1960, αλλά ήταν ένας κόσμος που διαμορφώθηκε από πολυεθνικές εταιρείες και «ελίτ παγκοσμιοποιητών», οι οποίοι μιλούσαν μια κοινή, ηγεμονική «παγκόσμια αγγλική γλώσσα» και ηγούνταν μιας καταστροφικής «ομογενοποίησης» (ή «McDonaldisation») των ανθρώπινων πολιτισμών, την οποία τα εθνικά σύνορα ήταν πολύ εύθραυστα για να αντέξουν.
Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες ακούμε καθημερινά όλο και πιο έντονα να θίγεται η διάκριση μεταξύ της «αυθεντικότητας» των πολιτισμών σε αντίθεση με το συνονθύλευμά τους που καθιστά του ανθρώπους ξένους στον τόπο τους με τις παραδοσιακές μεταξύ τους σχέσεις να βάλλονται καθημερινά. Οι άνθρωποι, σου λέει, δεν τρώνε, δεν επικοινωνούν όπως παλιά στα «χρυσά χρόνια» όπου οι πολιτισμοί έμεναν πιστοί στον εαυτό τους.
«Αυτή η ιστορία της παγκοσμιοποίησης είναι η πιο επιτυχημένη ιστορία τρόμου της εποχής μας. Και όπως όλες οι ιστορίες τρόμου, διεγείρει τον φόβο μας για ένα συντριπτικό άγνωστο. Αλλά όλα αυτά είναι μια ψευδαίσθηση. Δεν υπάρχει νέος παγκόσμιος κόσμος», υποστηρίζει η Χαμάτι-Ατάγια.
Γιατί δεν υπάρχει παγκόσμιος πολιτισμός;
Το παρόν μας εμφανίζεται έτσι μόνο επειδή έχουμε ξεχάσει το κοινό μας παρελθόν. Η παγκοσμιοποίηση δεν ξεκίνησε τη δεκαετία του 1990, ούτε καν τις προηγούμενες χιλιετίες, υποστηρίζει η Ινάνα Χαμάτι-Ατάγια.
Μάλιστα, η κοινή πορεία των πολιτισμών αρχίζει πολύ, πολύ νωρίτερα. Η ιστορία της παγκοσμιοποίησης είναι γραμμένη σε όλη την ανθρώπινη ιστορία.
Γιατί, λοιπόν, συνεχίζουμε να κάνουμε τόσα λάθη;
Για να ρίξει φως σε αυτό το «γιατί» η Χαμάτι-Ατάγια αντλεί παραδείγματα από τις αγορές που πωλούν γνήσια προϊόντα από την Ινδία ή την Αμερική στις Ευρωπαϊκές πόλεις.
Τέτοιες αγορές είναι ιδανικές τοποθεσίες για να παρατηρήσει κανείς τη ροή και την ανάμειξη λαών, αγαθών, ιδεών και ηθών που σήμερα αποκαλούμε παγκοσμιοποίηση.
Πολλές ιστορικές αγορές δημιουργήθηκαν πολύ πριν από την παγκόσμια εποχή μας και προσέφεραν αυτήν ακριβώς την αίγλη του να καταναλώνει κανείς πράγματα από την άλλη πλευρά του πλανήτη, σύμφωνα με την έρευνα.
Ο «εαυτός» και ο «άλλος»
Οι φιλοσοφικές μας αντιλήψεις για τον «εαυτό» γεννήθηκαν από το σοκ των Ευρωπαίων που ανακάλυψαν την «ετερότητα», μας λέει η ειδικός.
Μετά την άφιξη του Χριστόφορου Κολόμβου στη μετέπειτα ονομαζόμενη «Αμερική» το 1492, η ανθρωπότητα βίωσε μια διαδικασία εντατικής παγκόσμιας ολοκλήρωσης διάρκειας τεσσάρων αιώνων, η οποία καθοδηγήθηκε από τον ιμπεριαλισμό, το εμπόριο, τη θρησκεία, μια νέα κουλτούρα κινητικότητας και μια διανοητική περιέργεια που απελευθερώθηκε από τα δεσμά της παράδοσης.
Καθώς δημιουργήθηκαν ασφαλή δίκτυα θαλάσσιας και χερσαίας σύνδεσης, οι λαοί του «Παλαιού» και του «Νέου» Κόσμου ήρθαν κοντά με τον πιο βίαιο και μεταμορφωτικό τρόπο. Η διαδικασία αυτή εγκαινίασε αυτό που ο ιστορικός Άλφρεντ Κρόσμπι Τζούνιορ ονόμασε το 1972 «Κολομβιανή ανταλλαγή»: μια τεράστια, καθοδηγούμενη από τον άνθρωπο διηπειρωτική μετακίνηση ζώων, φυτών και ασθενειών.
«Πρώιμη σύγχρονη εποχή»
Για πολλούς ιστορικούς, αυτή η «πρώιμη σύγχρονη εποχή», που εκτείνεται από το 1500 έως το 1800 περίπου, σηματοδοτεί το πρώτο στάδιο της παγκοσμιοποίησης. Σύμφωνα με αυτούς, η περίοδος αυτή γέννησε την πρώτη παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία και την πρώτη ολοκληρωμένη παγκόσμια αγορά και ξεκίνησε μια άνευ προηγουμένου ανάμειξη τοπικών πολιτισμών και εθνοτήτων. Με αυτόν τον τρόπο δημιουργήθηκε αντίληψη του κόσμου ως κοινού, σύμφωνα με την έρευνα.
Ήταν τόσο ισχυρή που οι επιπτώσεις της εξακολουθούν να υφίστανται μέχρι σήμερα σε δίαιτες, γλώσσες, οικονομίες, κοινωνικά και νομικά καθεστώτα, διεθνείς ισορροπίες πολιτικής και στρατιωτικής ισχύος και επιστημονικά πλαίσια και θεσμούς.
Αλλά ακόμη και αυτή η εποχή δεν ήταν η πρώτη φορά που η ανθρώπινη ιστορία βλέπει τον πολιτισμούς να αναμειγνύονται. Ήταν και αυτή προϊόν προηγούμενων παγκόσμιων κινήσεων, συναντήσεων και ανταλλαγών. Στην πραγματικότητα, η πρώιμη σύγχρονη παγκοσμιοποίηση ήταν απλώς ένα επιταχυνόμενο επεισόδιο μιας γενικής διαδικασίας που συνεχίζεται εδώ και δεκάδες χιλιάδες χρόνια.
«Glocalisation»
Οι θεωρητικοί της παγκοσμιοποίησης χρησιμοποιούν τον όρο «glocalisation» για να περιγράψουν τον τρόπο με τον οποίο οι τοπικοί πολιτισμοί αφομοιώνουν τα προϊόντα της παγκόσμιας αγοράς και τα μετατρέπουν σε κάτι φαινομενικά νέο.
Αυτές οι αναδημιουργίες επαναχρησιμοποιούνται στη συνέχεια ως νέοι δείκτες πολιτισμικής ή ταξικής διάκρισης, προσδίδοντας τα δανεικά πολιτισμικά προϊόντα στη συλλογική συνείδηση σε σημείο παραγνώρισης. Και έτσι το παγκόσμιο γίνεται τοπικό, το ξένο γίνεται οικείο και ο άλλος γίνεται εμείς.
Κάθε γενιά οικειοποιείται τα κληροδοτήματα των παγκόσμιων ανταλλαγών και τα αναδιαμορφώνει ως δικά της.
Από τη θρησκεία στις παντόφλες
Αναζητώντας τη γνησιότητα σε πολιτιστικά και πολιτισμικά προϊόντα τα οποία συναντούμε στην καθημερινότητά μας είναι λογικό να φτάσουμε τελικά στις απαρχές: τις λίγες παγκόσμιες θρησκείες μας, το κυρίαρχο παράδειγμα της γραπτής επικοινωνίας και τους ευρέως διαδεδομένους ηθικούς κανόνες κοινωνικής συμπεριφοράς.
Πίνουμε καφέ για να ξυπνήσουμε και καλλιεργούμε σιτηρά για να φάμε, κι αυτά είναι χαρακτηριστικά που προϋπήρχαν της σημερινής μας «παγκόσμιας εποχής» κατά χιλιετίες και είναι αναμφισβήτητα πιο θεμελιώδη χαρακτηριστικά του ανθρώπινου πολιτισμού και πιο αντιπροσωπευτικές απεικονίσεις της παγκοσμιοποίησης, από ό,τι το σανδάλι Birkenstock – το οποίο αποτελεί μια πρόσφατη επανοικειοποίηση πανομοιότυπων ή παρόμοιων προϊόντων που κυκλοφορούν εδώ και τουλάχιστον 10.000 χρόνια, σύμφωνα με τη μελέτη.
Φαίνεται λοιπόν πως μπορούμε να αναγνωρίσουμε ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο πάρε-δώσε μεταξύ των πολιτισμών.
Η «μεταφορά» της γνώσης
Πριν από το διαδίκτυο ήρθαν τα αεροπλάνα και τα πλοία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων.
Πριν από αυτά, ήρθαν ο ηλεκτρικός τηλέγραφος, οι σιδηρόδρομοι, τα ατμόπλοια, η τυπογραφία, οι εφημερίδες, τα καραβέλια, τα συστήματα γραφής, τα άρματα, τα άλογα και οι καμήλες.
Πριν από όλα αυτά ήρθαν τα πρώτα ιδεογραφικά σύμβολα και τα πρώτα ποντοπόρα πλοία της παλαιολιθικής εποχής.
Η παγκοσμιοποίηση δεν είναι μία
Κάθε νέα συνδετική τεχνολογία άνοιξε ή διεύρυνε τους δρόμους της κινητικότητας και των ανταλλαγών, δημιουργώντας εποχές παγκοσμιοποίησης που άφησαν μόνιμα αποτυπώματα στην ανθρώπινη συνείδηση.
Κατά μήκος αυτών των διαδρομών, η κοινωνική συναναστροφή μετέτρεψε τις τοπικές γλώσσες σε παγκόσμιες γλώσσες και lingua francas που διευκόλυναν και ενέτειναν τις διαπολιτισμικές σχέσεις. Ως αποτέλεσμα, ο υλικός πολιτισμός, οι ιδέες και οι καινοτομίες ήταν σε θέση να κυκλοφορούν ευκολότερα κατά τη διάρκεια κάθε ιστορικής περιόδου ανταλλαγής.
Οι πολιτισμοί και ο πολιτισμός
Ο πολιτισμός είναι ο τρόπος με τον οποίο έχουμε προσαρμοστεί στο μεταβαλλόμενο περιβάλλον μας για να διατηρηθούμε και να ευημερήσουμε. Οι πολιτισμοί, στον πληθυντικό, είναι οι συγκεκριμένες εκδηλώσεις του ανθρώπινου πολιτισμού σε διαφορετικούς χρόνους και τόπους.
Η ιδιαιτερότητα των τοπικών πολιτισμών είναι μια ψευδαίσθηση. Όταν εξετάζονται μακροπρόθεσμα, τα όριά τους θολώνουν και συγχωνεύονται μεταξύ τους.
Αλλά η συνείδηση ενός ατόμου ή μιας γενιάς δεν είναι αρκετά ευρύχωρη για να καλύψει τη βαθιά διαχρονικότητα στην οποία κατοικεί ο ανθρώπινος πολιτισμός. Και έτσι, ξεχνάμε.
Είμαστε πολίτες του κόσμου
Οι εθνικές ιστορίες που διδασκόμαστε διαγράφουν επίσης αυτή τη μακρά ιστορία της πολιτιστικής κίνησης. Τείνουν να επικεντρώνονται σε ιστορίες καινοτομίας που δίνουν έμφαση σε στιγμές δημιουργίας. Στην πραγματικότητα, υπάρχουν λίγες ιστορίες προέλευσης και γνήσιας εφεύρεσης.
Είμαστε πολίτες του κόσμου, όχι έθνη, για να παραφράσουμε τον Σωκράτη και τον Τόμας Πέιν. Αυτό που μας επέτρεψε να ευδοκιμήσουμε, σωματικά και πολιτιστικά, δεν είναι η το ότι ριζώσαμε κάπου μας, αλλά ότι φύγαμε από κάπου. Χωρίς αυτό, θα είχαμε ήδη εξαφανιστεί.
Είμαστε όλοι μετανάστες
Η κινητικότητα απαιτεί ελευθερία κινήσεων. Αυτό είναι ένα θεμελιώδες δικαίωμα που συχνά παραβλέπουμε καθώς εστιάζουμε την προσοχή μας στις πολύτιμες ελευθερίες που αποκτήσαμε πιο πρόσφατα.
Η ελεύθερη μετακίνηση εξασφάλισε την επιβίωσή μας και μας επέτρεψε να ευδοκιμήσουμε σε έναν πλανήτη που αρχικά δεν ήμασταν προσαρμοσμένοι να κατοικούμε τόσο ευρέως. Ξεχνώντας αυτό το πολύτιμο δικαίωμα είναι πιο εύκολο να υποκύψουμε στην κυρίαρχη ιδεολογία της ριζωμένης διαφορετικότητας.
Μίσος χωρίς αιτία
Το να έχεις «ρίζες», μας διδάσκουν, σημαίνει να έχεις ένα σπίτι, νιώθεις, λέει πως κάπου ανήκεις κι αυτό, λέει, είναι καλό. Οι πόλεις-κράτη, τα έθνη-κράτη και άλλα πολιτεύματα που βασίζονται στην εδαφικότητα συχνά ιεροποιούν τις «ρίζες», ενώ υποτιμούν, ελέγχουν ή και απαγορεύουν την κινητικότητα.
Το βαθύ μίσος που συχνά στρέφεται κατά των νομάδων, των μεταναστών και των μεταναστριών, των απάτριδων, των εκτοπισμένων προσφύγων και των «περιπλανώμενων» κοινοτήτων είναι ένα σημάδι αυτής της πειθαρχικής εδαφικής ιδεολογίας, η οποία αναπαράγεται συνεχώς από το παράδειγμα της πατρίδας.
Ένας παρόμοιος ανταγωνισμός εκδηλώνεται προς τους λεγόμενους παγκοσμιοποιητές ή τις «κοσμοπολίτικες ελίτ» που επενδύουν το χρόνο τους, τα περιουσιακά τους στοιχεία και τα συμφέροντά τους αλλού και καταλήγουν να μοιράζονται αξίες και τρόπους ύπαρξης που είναι αγνώριστοι στους τόπους από τους οποίους προήλθαν.
Μια ιστορία συνεχούς ροής
Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Μετανάστευσης, ένας στους 30 ανθρώπους που ζούσαν το 2020 ήταν μετανάστης. Ο αριθμός αυτός αναμένεται να αυξηθεί, καθώς οι πληθυσμοί συνεχίζουν να φεύγουν από τη φτώχεια, την περιβαλλοντική υποβάθμιση και τις τοπικές ένοπλες συγκρούσεις ή απλώς αναζητούν καλύτερα μέσα διαβίωσης σε μια ασύμμετρα ευημερούσα παγκόσμια οικονομία.
Η κίνηση αυτή δεν είναι καινούργια: οι προηγούμενες παγκοσμιοποιήσεις συνεπάγονταν μερικές φορές ακόμη μεγαλύτερες μεταναστεύσεις. Η ιστορία μας είναι μια ιστορία συνεχούς ροής, καθώς οι άνθρωποι μετακινούνταν σε όλο τον πλανήτη, αναμειγνύοντας πληθυσμούς και πολιτισμούς κατά τη διάρκεια των χιλιετιών.
Η μετακίνηση είναι άμυνα
Τελικά, στην πληρότητα του βαθιού χρόνου και της ανθρώπινης ιστορίας, είμαστε όλοι μετανάστες, και ήμασταν πάντα. Γιατί η μετακίνηση είναι μια προσαρμοστική απάντηση στους υπαρκτούς κινδύνους που προκύπτουν από το οικολογικό και κοινωνικό μας περιβάλλον.
Είναι ο τρόπος με τον οποίο διατηρούμε την ατομική και συλλογική μας αξιοπρέπεια όταν οι συνθήκες ζωής μας γίνονται μη βιώσιμες, ανυπόφορες και σκληρές.
Το DNA και η ταυτότητα
Τέτοια σενάρια είναι πάρα πολύ πιθανά, δεδομένης της ανόδου των ξενοφοβικών κοσμοθεωριών, όπως η συνωμοτική ιδέα της «Μεγάλης Αντικατάστασης», σύμφωνα με την οποία η ελίτ έχει αρχίσει να εκτελεί ένα σχέδιο αντικατάστασης των λεγόμενων γηγενών λευκών Ευρωπαίων με άλλους πληθυσμούς με προφανώς μεγαλύτερη και απειλητική αναπαραγωγική ζωτικότητα.
Αυτές οι ρατσιστικές κοσμοθεωρίες συγκλίνουν επικίνδυνα με μια δημόσια παρεξήγηση της «φυλής», όπως αντανακλάται στην πρόσφατη τρέλα για τα «τεστ γενεαλογικών καταβολών» του DNA.
Το DNA έχει ελάχιστη σχέση με την «ταυτότητα», όπως την έχουν κατασκευάσει οι κοινωνικές και πολιτικές ιδεολογίες, και πολύ περισσότερο με τη φυσική και κοινωνική γεωγραφία.
Τα γονίδιά μας είναι αποτέλεσμα της ανθρώπινης προσαρμοστικής κινητικότητας και των ταξιδιών, των πλούσιων συναντήσεων και της δημιουργίας συγγενών που η ελευθερία της μετακίνησής μας κατέστησε δυνατή.
*Πηγή: Το παρόν βασίζεται σε δοκίμιο της Ινάνα Χαμάτι-Ατάγια στο Αeon πάνω στο έργο της ίδιας «Το παγκόσμιο ως τεχνούργημα»