Παγκόσμια ημέρα νερού: Πώς εξελίσσεται το φετινό υδρολογικό έτος

Δημοσιεύτηκε στις 22/03/2025 10:24

Παγκόσμια ημέρα νερού: Πώς εξελίσσεται το φετινό υδρολογικό έτος

Επιφυλακτική είναι η επιστημονική κοινότητα σχετικά με την εξέλιξη του φετινού υδρολογικού έτους και τα αποθέματα νερού σε όλη τη χώρα.

«Παρότι το φετινό υδρολογικό έτος έχει ακόμη χρόνο μέχρι να φτάσουμε στο τέλος του, τα μέχρι τώρα στοιχεία δείχνουν μια αύξηση της τάξης του 50%, σε σχέση με τις βροχοπτώσεις που έπεσαν τον χειμώνα του 2023-2024, ο οποίος ήταν από τους πλέον άνυδρους της τελευταίας εικοσαετίας, ενώ είχαμε μια αύξηση της τάξης του 70% σχεδόν, όσον αφορά τις χιονοπτώσεις σε μεσαία υψόμετρα στα όρη της Βορείου Ελλάδας. Ωστόσο, τα μέχρι τώρα χιλιοστά βροχής που έχουν πέσει τη χειμερινή περίοδο στις περισσότερες περιοχές της Ελλάδας, υπολείπονται κατά 20-30% των χειμερινών περιόδων 2021-2022 και 2022-2023. Άρα είμαστε με απλά λόγια σαφώς καλύτερα από πέρυσι, αλλά όχι καλύτερα από την προπερασμένη και την προηγούμενη αυτής χρονιά. Συνεπώς δεν είναι και για να πανηγυρίζουμε. Περιμένουμε βέβαια να δούμε πώς θα εξελιχθεί ο Απρίλιος, αλλά και κυρίως πόσο νωρίς θα αρχίσουν οι ζεστές ημέρες που προηγούνται της καλοκαιρινής περιόδου, γεγονός που θα παίξει και αυτό τον ρόλο του στο πώς θα εξελιχθεί η κατάσταση το καλοκαίρι», εξηγεί στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο καθηγητής Διευθέτησης Ορεινών Υδάτων, διευθυντής του εργαστηρίου Ανάλυσης και Διαχείρισης Φυσικών και ανθρωπογενών καταστροφών – ASSIST και διευθυντής Έδρας UNESCO Con-E-Ect στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Δημήτρης Εμμανουλούδης.

Αναφορικά με τα απολήψιμα αποθέματα νερού στους τέσσερις ταμιευτήρες της Αττικής (Εύηνο, Μαραθώνα, Μόρνο και Υλίκη) σύμφωνα με τα δεδομένα της ΕΥΔΑΠ μέχρι χθες, 21 Μαρτίου 2025, το σύνολο ανερχόταν σε 655.461 εκατομμύρια κυβικά νερού, ενώ την ίδια μέρα πέρσι το σύνολο ήταν 932.092.000.

Σύμφωνα με την υδρολόγο και διδάσκουσα στη Σχολή Μηχανικών του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, Ελισσάβετ Φελώνη «τις καλές χρονιές τα συνολικά αποθέματα νερού στους 4 ταμιευτήρες της Αττικής κυμαίνονταν πάνω από 1 δισεκατομμύριο κυβικά νερού», τα αλλεπάλληλα όμως ξηρά έτη έχουν μεταβάλει την κατάσταση. Όπως αναφέρει δύο σερί χρονιές χαμηλών βροχοπτώσεων -χαμηλές από τις μέσες κανονικές τιμές- συνέβαλαν καθοριστικά «στο να εγκαταλειφθεί το γνώριμο μοτίβο με πάνω από 1 δισ. νερού» και προσθέτει ότι το 2024 υπήρξε ανησυχία για την Αττική, ωστόσο η κατάσταση επιδεινώθηκε το φθινόπωρο.

«Τον Δεκέμβριο εκδηλώθηκαν κάποιες βροχές αλλά τα ύψη βροχής ήταν τέτοια που δεν βοήθησαν να ανέβουν πολύ τα αποθέματα νερού. Τώρα βρισκόμαστε στην καρδιά της υγρής περιόδου και έχουμε μπροστά μας θεωρητικά μια μεγάλη περίοδο υψηλών αναγκών και σχεδόν βέβαιο περιορισμένων βροχοπτώσεων. Οι υψηλές θερμοκρασίες με τη σειρά τους συμβάλλουν στην παραπάνω εξάτμιση. Το καλοκαίρι χάνεται νερό στους ταμιευτήρες λόγω της εξάτμισης. Τα χειρότερα είναι μπροστά μας. Ήρθε ένας Δεκέμβρης, Γενάρης, Φλεβάρης και Μάρτιος που δεν έδωσαν τόσο μεγάλα ύψη βροχής, με αποτέλεσμα ναι μεν να αυξηθούν τα αποθέματα αλλά ελάχιστα», υπογραμμίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κυρία Φελώνη.

Επιπλέον σημειώνει ότι καταλυτικές πέρα από τις βροχοπτώσεις είναι και οι χιονοπτώσεις ενώ οι πλημμύρες δεν είναι βοηθητικές γι αυτά τα συστήματα. «Αυτό που βοηθάει είναι οι χιονοπτώσεις το χειμώνα, και να έχεις μια καλή καταγραφή σε ύψος βροχής όπου θα μπορέσουν άμεσα να σου γεμίσουν οι ταμιευτήρες».

Για την κυρία Φελώνη το ανησυχητικό θα είναι η κατάσταση αυτή να εξελιχθεί σε κάτι πιο μόνιμο. «Από υδρολογικής άποψης αυτή η εμμονή δηλαδή κάποια διαδοχικά ξηρά έτη που θα έχουν συνολικό ύψος βροχής χαμηλότερο από το κανονικό αιτιολογείται. Υπάρχει και μπορεί να συνεχιστεί για τρία και τέσσερα χρόνια στη σειρά. Αν όμως υποθέσουμε ότι η κλιματική αλλαγή επηρεάζει και μας οδηγεί σε κάτι πιο μόνιμο, εκεί σίγουρα δεν είμαστε καλά και πρέπει να μιλήσουμε για νέες υποδομές για τελείως διαφορετική στρατηγική», επισημαίνει.

Από την πλευρά του ο κ. Εμμανουλούδης υπογραμμίζει ότι η λειψυδρία είναι μια περιβαλλοντική απειλή που δυστυχώς ήρθε για να μείνει.

«Ασχέτως του πόσο βροχερά ή χιονοβριθή πρόκειται να είναι τα προσεχή υδρολογικά έτη στη χώρα μας, το πρόβλημα της λειψυδρίας μεγαλύτερο ή μικρότερο θα εμφανίζεται και θα παραμένει. Αυτό συμβαίνει, διότι όσες βροχές και να έχουμε τον χειμώνα και άρα όσο γεμάτοι και να είναι οι υδροφόροι ορίζοντες στις διάφορες περιοχές της χώρας, η τουριστική έκρηξη στην Ελλάδα είναι τόσο μεγάλη τα τελευταία 3-4 χρόνια (και προβλέπεται να συνεχιστεί ή και να αυξηθεί περαιτέρω), που είναι αδύνατον η όποια αύξηση, από πιθανές μελλοντικές ευνοϊκές υδρολογικά χρονιές, στα υδατικά αποθέματα των παράκτιων και ιδίως νησιωτικών περιοχών της χώρας, να αντισταθμίσει την εκθετικά αυξανόμενη ζήτηση νερού και την αντίστοιχη κατανάλωση. Θα πρέπει να υπενθυμίσουμε στο σημείο αυτό ότι η χώρα μας δέχεται περίπου 35.000.000 τουρίστες κάθε έτος, (ήτοι 3,5 φορές ο πληθυσμός της χώρας!), εκ των οποίων η συντριπτική πλειοψηφία αφικνείται τους 4-5 θερμότερους μήνες του έτους, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Συνεπώς η απάντηση στο ερώτημα είναι ότι ναι, δυστυχώς θα έχουμε παρόμοια προβλήματα με πέρυσι, όχι μόνον το φετινό καλοκαίρι, αλλά και τα επόμενα καλοκαίρια, σε κάθε περίπτωση και ανεξάρτητα από τις βροχές και τα χιόνια του χειμώνα», σημειώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Εμμανουλούδης.

   Πώς διαμορφώνεται η κατάσταση στα υπόγεια νερά

Την ποιοτική και ποσοτική κατάσταση των υπόγειων υδροφόρων συστημάτων της χώρας παρακολουθεί η Ελληνική Αρχή Γεωργικών και Μεταλλευτικών Ερευνών μέσω της λειτουργίας του δικτύου παρακολούθησης. Όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο προϊστάμενος στο τμήμα Γεωλογίας και Υδρολογίας της ΕΑΓΜΕ, Βασίλης Ζόραπας, τα κυρίως προβλήματα των υπογείων νερών σχετικά με το ποιοτικό μέρος είναι η υφαλμύρινση, που προέρχεται από τη διείσδυση της θάλασσας στην πλευρά των υδροφορέων, και αυτό οφείλεται κυρίως στις υπεραντλήσεις είτε εν μέρει σε φυσικά αίτια.

Έντονα φαινόμενα, σύμφωνα με τον κ. Ζόραπα συναντούν κυρίως στην Αργολίδα αλλά και στο σύνολο των νησιών του Αιγαίου (Βόρειο Αιγαίο, Κυκλάδες και Δωδεκάνησα).

«Όταν αντλείται εντατικά μια γεώτρηση είτε στην παράκτια περιοχή της ηπειρωτικής χώρας είτε στα νησιά, τότε προκαλούνται οι συνθήκες, δηλαδή αντιστρέφεται η υδραυλική κλίση οπότε το νερό της θάλασσας είναι πιο εύκολο να γυρίσει προς την πλευρά του εσωτερικού του νησιού ή της ηπειρωτικής χώρας. Επομένως εκεί γίνεται μια μίξη θαλασσινού και γλυκού νερού και επιβαρύνεται η ποιότητα. Αυτό σαν φαινόμενο γενικά είναι δύσκολο να αντιστραφεί, δηλαδή θέλει πάρα πολλά χρόνια εφόσον υπάρχει μια μόνιμη κατάσταση. Θέλει πάνω από 50 χρόνια για να πω ότι αντιστρέφεται μια κατάσταση και εφόσον υπάρχουν και οι προϋποθέσεις, δηλαδή υπάρχουν επαρκείς βροχοπτώσεις ώστε να αντιστραφεί η κατάσταση. Είναι μία κατάσταση σχεδόν μόνιμη και οι περιοχές που έχουν χαρακτηριστεί υφάλμυρες εδώ και 50-60 χρόνια παραμένουν ως έχουν και επιδεινώνονται κιόλας. Αυτό αφορά το παράκτιο μέτωπο. Έντονα φαινόμενα συναντάμε στην Αργολίδα, είναι μια χαρακτηριστική περίπτωση, στο σύνολο των νησιών του Αιγαίου (Βόρειο Αιγαίο, Κυκλάδες και Δωδεκάνησα)», υπογραμμίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Ζόραπας. Παράλληλα, επισημαίνει ότι ένα ακόμη ζήτημα στο θέμα ποιότητας είναι τα νιτρικά ιόντα, «οι αυξημένες τιμές νιτρικών ιόντων, και αυτές οι συγκεντρώσεις σχετίζονται με τη χρήση λιπασμάτων σε περιοχές εντατικής καλλιέργειας, αγροτικές περιοχές». «Οπότε σε πεδινές περιοχές όπου υπάρχουν μεγάλες εντατικές καλλιέργειες εκεί μπορούμε να πούμε ότι συναντάμε αυξημένες συγκεντρώσεις νιτρικών ιόντων οι οποίες είναι επιβλαβείς για τον οργανισμό μας», τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Ζόραπας.

Σχετικά με το ποσοτικό κομμάτι ο κ. Ζόραπας εξηγεί ότι το θέμα των υφάλμυρων υδροφορέων περίπου ταυτίζεται με τις περιοχές που έχουν και τα ποσοτικά προβλήματα και αυτό σχετίζεται με τις υπεραντλήσεις που υφίστανται οι υδροφορείς αυτοί. «Όσο αντλούμε προκαλούμε το φαινόμενο της υφαλμύρινσης και άρα είναι ένας έμμεσος τρόπος για να δούμε τις περιοχές που αντιμετωπίζουν το πρόβλημα. Συνήθως στην ανατολική χώρα οι βροχοπτώσεις είναι λιγότερες σε σχέση με τη δυτική. Επιπλέον στην ανατολική χώρα είναι συγκεντρωμένη η δραστηριότητα της χώρας, οικονομική ή τουριστική, άρα οι πιέσεις είναι μεγαλύτερες στο ανατολικό μέρος της χώρας σε συνδυασμό μάλιστα με τις μικρότερες βροχοπτώσεις. Αυτό είναι που μας δείχνει και τις περιοχές που το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο. Τα νησιά στην παράκτια περιοχή της ηπειρωτικής Ελλάδας και τα νησιά του Αιγαίου όπου εκεί έχουμε και ένα επιπλέον πρόβλημα, ότι λόγω της περιορισμένης έκτασης δεν έχουμε πολύ μεγάλα υπόγεια υδατικά συστήματα. Είναι περιορισμένα δηλαδή τα αποθέματα στις περιοχές αυτές», υπογραμμίζει και προσθέτει ότι «μια καλή υδρολογικά χρονιά δεν αρκεί για να αντιστραφεί η κατάσταση». «Θα πρέπει να έχουμε κάποια συνεχόμενα χρόνια για να αναπληρώσουμε όλα αυτά τα αποθέματα τα οποία έχουμε κάνει απόληψη την τριετία αυτή».

    Πρωτοβουλίες από την Πολιτεία, ενημέρωση και εκπαίδευση των πολιτών

Η επιστημονική κοινότητα κρούει τον κώδωνα του κινδύνου ολοένα και περισσότερο για το ζήτημα των αποθεμάτων νερού τόσο στη χώρα μας όσο και παγκοσμίως. Όπως τονίζει ο κ. Εμμανουλούδης «ενώ τα συνολικά αποθέματα νερού παραμένουν σταθερά, ο πληθυσμός της γης αυξάνεται συνεχώς -και τον τελευταίο αιώνα με εξαιρετικά ταχείς ρυθμούς- ενώ βέβαια δραματική είναι και η αύξηση των αναγκών και των χρήσεων του νερού σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη». «Οι ανωτέρω απλές διαπιστώσεις αρκούν από μόνες τους για να διαπιστώσει κανείς ότι τα πράγματα είναι εξαιρετικά δυσοίωνα για το μέλλον. Στην ερώτηση εάν μπορούμε να κάνουμε κάτι για να επιβραδύνουμε ή να βελτιώσουμε τη δύσκολη αυτή πραγματικότητα, η απάντηση είναι απλή. Με δεδομένο ότι υπάρχουν τεχνικές και τεχνολογίες εξαιρετικά προηγμένες σήμερα για την κατασκευή τεχνικών έργων υδρομάστευσης και ταμίευσης κυρίως του επιφανειακού νερού, είναι αδιανόητο ιδιαίτερα στις περιοχές που δέχονται μεγάλη πίεση κατανάλωσης, είτε λόγω αύξησης πληθυσμού είτε λόγω τουρισμού ή εξαιτίας της γεωργίας και της βιομηχανίας, να αφήνεται το νερό αυτό να απορρέει ανεκμετάλλευτο στη θάλασσα» σημειώνει και προσθέτει ότι αν και το προαναφερθέν έγκειται στη βούληση κυβερνήσεων και τοπικής αυτοδιοίκησης, η εξοικονόμηση νερού σε νοικοκυριά και λοιπούς υδατοκαταναλωτές (εστίαση και ξενοδοχεία), έγκειται στην ατομική πρωτοβουλία, γεγονός το οποίο ο καθένας από εμάς πρέπει με αφορμή και τη σημερινή μέρα, να σκεφτεί σοβαρά, για ένα πιο βιώσιμο μέλλον της παρούσας αλλά και των επερχόμενων γενιών».

Από την πλευρά της η κυρία Φελώνη εξηγεί ότι ο προβληματισμός που υπάρχει στην επιστημονική κοινότητα έγκειται στο γεγονός ότι οι κοινωνίες είναι πιο εκτεθειμένες σε ακραία φαινόμενα. «Απ’ τη μία πλευρά έχουμε τις περισσότερες και εντονότερες πλημμύρες. Ο αστικός μας χώρος δεν έχει την ικανότητα να διοχετεύσει αυτούς τους όγκους νερού. Και απ’ την άλλη έχεις αρκετά συχνά φαινόμενα ξηρασίας. Και μάλιστα πολλές φορές είναι και ακραία. Αυτό έχει επιπτώσεις στη διαθεσιμότητα. Και με τις υφιστάμενες υποδομές, εάν όντως επαληθευτούν αυτές οι ανησυχίες, δεν θα μπορούμε να εξυπηρετήσουμε τον πληθυσμό μας». Όπως εξηγεί υπάρχει ανάγκη για νέες υποδομές, αλλά αυτό θα αποδώσει σε βάθος χρόνου και συμπληρώνει ότι αυτό που χρειάζεται να εξετάσουν είναι την ορθολογική διαχείριση του αγροτικού νερού. Παράλληλα, όπως σημειώνει, χρειάζεται να καλλιεργηθεί μία διαφορετική κουλτούρα στους πολίτες για το ζήτημα του νερού. «Χρειάζεται να καλλιεργήσουμε σταδιακά μια διαφορετική κουλτούρα, εκ των πραγμάτων αυτή ξεκινάει από τα σχολεία. Αν δεν μπορέσεις να διαμορφώσεις μια καινούργια γενιά που θα σέβεται αυτόν τον πολύτιμο φυσικό πόρο, δεν θα το δεις μετά το αποτέλεσμα στα σπίτια», υπογραμμίζει ενώ αναφέρει ότι πρέπει να δοθεί έμφαση στην ενημέρωση και στην ευαισθητοποίηση των πολιτών. Ακόμη σημειώνει ότι αναγκαίο είναι και ένα εθνικό πρόγραμμα για το νερό στον τουρισμό, για τη διαχείριση του νερού στα τουριστικά καταλύματα και για την ενημέρωση των εισερχόμενων τουριστών στη χώρα.

Έμφαση στην ενημέρωση αλλά και πρωτοβουλίες από την Πολιτεία αποτελούν και για τον κ. Ζόραπα κάποιες επιμέρους λύσεις του ζητήματος.

«Θα πρέπει κάπως να ενημερωθεί ο κόσμος ώστε να κάνουμε μια οικονομία, να παραταθεί το διάστημα αυτό επάρκειας των αποθεμάτων που είναι στους ταμιευτήρες αυτή τη στιγμή. Η ανησυχία νομίζω θα πρέπει να μπει πλέον σε ορίζοντα μακροπρόθεσμο. Υπάρχουν κάποιες τεχνικές που θα πρέπει να τις εξετάσει η Πολιτεία ώστε έμμεσα να αυξήσουμε την τροφοδοσία των υπόγειων νερών. Είναι λίγο αποσπασματικός ο τρόπος που γίνεται και θα πρέπει να ληφθούν κάποιες πρωτοβουλίες για κάτι πιο ολοκληρωμένο », επισημαίνει ο κ. Ζόραπας.Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ


Περισσότερα Video

Ακολουθήστε το Politica στο Google News και στο Facebook