Ο Κώστας Σημίτης και το πέρασμα του ΠΑΣΟΚ από την Αλλαγή στον Εκσυγχρονισμό

Δημοσιεύτηκε στις 06/01/2025 20:08

Ο Κώστας Σημίτης και το πέρασμα του ΠΑΣΟΚ από την Αλλαγή στον Εκσυγχρονισμό

Λέγεται ότι οι πολιτικοί κρίνονται απ’ την Ιστορία, για τα σωστά και τα λάθη τους, για τα επιτεύγματα και τις αστοχίες τους, για τη στάση τους γενικότερα για όσο διάστημα βρέθηκαν σε θέσεις ευθύνης. Ο Κώστας Σημίτης εξελέγη πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ συνολικά 3 φορές και πρωθυπουργός της χώρας, 2 φορές. Το 2004 είπε το δικό του «αντίο» παραδίδοντας το δαχτυλίδι της διαδοχής στον Γιώργο Παπανδρέου λίγους μήνες πριν τις εκλογές οπότε η ΝΔ επανήλθε στην εξουσία έπειτα από 11 χρόνια πασοκικής επικράτησης.

Επιτεύγματα και σκάνδαλα

Η είδηση του θανάτου του Κώστα Σημίτη μονοπωλεί, όπως είναι αναμενόμενο, τα μέσα ενημέρωσης. Επί των ημερών του η χώρα όντως έκανε βήματα μπροστά, αλλά παράλληλα η εποχή του, η εποχή του «εκσυγχρονιστικού» ΠΑΣΟΚ σημαδεύτηκε από σειρά μεγάλων σκανδάλων, ενώ για πολλούς αποτέλεσε το προοίμιο της περιόδου της μεγάλης φούσκας της ελληνικής οικονομίας, η οποία κατέρρευσε με κρότο λίγα χρόνια αργότερα.

Με τον Σημίτη πρωθυπουργό η Ελλάδα μπήκε σε τροχιά μεγάλων έργων, αρκετά εκ των οποίων σε μεγάλο βαθμό οφείλουν την ύπαρξή τους στο γεγονός ότι η χώρα επιλέχθηκε να διοργανώσει τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004. Κάπως έτσι η Αθήνα βρέθηκε να έχει δίκτυο μετρό, τραμ, ένα καινούργιο αεροδρόμιο, την Αττική Οδό, τη γέφυρα Ρίου Αντιρρίου κλπ.

«Όπως ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έβαλε τη χώρα στην ΕΟΚ, έτσι και ο Κώστας Σημίτης την έβαλε στην ΟΝΕ». Θυμάμαι αρκετούς εκπροσώπους του εκσυγχρονισμού, πριν την πτώση του στο βάραθρο των Μνημονίων να κομπάζουν με νόημα απέναντι σε συντηρητικούς συναδέλφους τους σε τηλεοπτικά πάνελ της εποχής.

Όπως βέβαια και κανείς δεν μπορεί να ξεχάσει πως επί των ημερών Σημίτη η Κύπρος εισήλθε στην Ε.Ε., την ώρα που η Ελλάδα βίωνε από πρώτο χέρι το παράδειγμα του «τρίτου δρόμου του σοσιαλισμού», όπως συνέβαινε αντίστοιχα στη Βρετανία του Τόνι Μπλερ, στη Γερμανία του Γκέρχαρντ Σρέντερ ή και στις ΗΠΑ, του Μπιλ Κλίντον.

 

Ο Σημίτης προκάλεσε πάθη

Αν και μετριοπαθής πολιτικός ο Κώστας Σημίτης, γεγονός που αναγνωρίζεται σχεδόν από την πλειονότητα του πολιτικού κόσμου, φαίνεται πως δημιουργούσε έντονα πάθη στο ΠΑΣΟΚ, ειδικά από τη στιγμή που ανέλαβε τα ηνία του κόμματος.

Με απλά λόγια, ένα μεγάλο κομμάτι των παπανδρεϊκών που είχαν ζήσει την Αλλαγή και όσα ακολούθησαν, από τις μεγάλες μεταρρυθμίσεις της πρώτης τετραετίας έως τα ταραγμένα χρόνια προς τα τέλη της δεκαετίας του ’80, δεν μπορούσαν να συνηθίσουν την ιδέα ότι το ΠΑΣΟΚ θα είχε πρόεδρο τον στεγνό, άχρωμο και άοσμο καθηγητή Πανεπιστημίου. Χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πόσο διχασμένο ήταν το κόμμα, αποτελεί το επεισοδιακό συνέδριο του 1996 όταν κρίθηκε η αρχηγία – μετά τον θάνατο του Ανδρέα – μεταξύ του ίδιου και του Άκη Τσοχατζόπουλου.

 

Σχέσεις

Η αλήθεια είναι ότι δεν χρειαζόταν να φτάσουμε στο 1996 για να φανεί ότι ο Κώστας Σημίτης δεν είχε σχέση με το «παραδοσιακό» ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα. Οι σχέσεις μεταξύ τους ουδέποτε ήταν ιδιαίτερα καλές, για την ακρίβεια από το 1979 χρονολογείται η πρώτη κρίση στις σχέσεις τους, γεγονός που οδήγησε τον Πειραιώτη καθηγητή εκτός ψηφοδελτίων του κόμματος στη νικηφόρα εκλογή του 1981.

Αλλά και στα χρόνια που ακολούθησαν τα πράγματα δεν καλυτέρεψαν μεταξύ των δύο, καθώς δύο φορές ως υπουργός σε κρίσιμα χαρτοφυλάκια, ο Κώστας Σημίτης είχε μια δική του, πιο «συμμαζεμένη» άποψη για τα πράγματα, γεγονός που τον έφερε απέναντι στον Παπανδρέου.

«Αντιλαϊκιστής»

Οι εκπρόσωποι του ακραίου κέντρου που κατά κύριο λόγο πίνουν νερό στο όνομα του εκλιπόντα, θα χαρακτήριζαν τη στάση του «αντιλαϊκίστικη», καθώς για τους ίδιους ο σοσιαλισμός της δεκαετίας του ’80 ήταν συνώνυμο του «λαϊκισμού» και της «δημαγωγίας». Μοιραία, οι δρόμοι των Παπανδρέου-Σημίτη χώρισαν δύο φορές, με τον πρώτο να παραιτείται για πρώτη φορά το 1987 από το υπουργείο Οικονομικών, ενώ ακολούθησε και μία άλλη από το Βιομηχανίας το 1995.

Από την Αλλαγή στον Εκσυγχρονισμό

Πολύς λόγος έχει γίνει για τις δύο μεγάλες περιόδους διακυβέρνησης της χώρας από το ΠΑΣΟΚ. Η πρώτη (1981-1989) υπό τον Ανδρέα Παπανδρέου και η δεύτερη (1996-2004) υπό τον Κώστα Σημίτη. Σύμφωνα με πολιτικούς επιστήμονες που έχουν ασχοληθεί αναλυτικά με το φαινόμενο του ΠΑΣΟΚ, το κόμμα πέρασε από την Αλλαγή της δεκαετίας του ’80 στον Εκσυγχρονισμό των δεκαετιών ΄90 και ΄00, αφήνοντας πίσω του πολλά από την αρχική του, ιδρυτική διακήρυξη του Σεπτέμβρη του 1974.

Διαδικασία νεοφιλελευθερισμού

Ο καθηγητής του τμήματος Κοινωνικής Πολιτικής του ΔΠΘ, Χρύσανθος Τάσσης, ο οποίος είναι από εκείνους που έχει ασχοληθεί συστηματικά με το ΠΑΣΟΚ,  σε συνέντευξή του σε εκδήλωση για τα 50 χρόνια από την ίδρυση του κόμματος, είχε αναφέρει μεταξύ άλλων πως «οι μεγάλες μεταρρυθμίσεις που έκανε το ΠΑΣΟΚ εξαντλήθηκαν την πρώτη τετραετία, από το 1985 και μετά το ΠΑΣΟΚ δίνει έμφαση στη διαχείριση και από το ’90 και μετά ουσιαστικά προσαρμόζεται σε μια διαδικασία νεοφιλελευθερισμού.  Άρα το σημερινό ΠΑΣΟΚ και κυρίως μετά το 2012, και το μνημόνιο, είναι ένα κόμμα το οποίο ενώ είναι το ίδιο κόμμα, κινείται ακριβώς αντίθετα από αυτό που έλεγε η ιδρυτική του διακήρυξη».

Η αλλαγή του ακροατηρίου

Η αλήθεια είναι ότι το ΠΑΣΟΚ του Κώστα Σημίτη δεν θύμιζε ιδιαίτερα εκείνο του Ανδρέα Παπανδρέου. Για πρώτη ίσως φορά οι τεχνοκράτες αντικαθιστούν τους πολιτικούς σε καίρια πόστα, αν και όπως ο ίδιος είχε ομολογήσει στο βιβλίο του «Δρόμοι Ζωής», προτίμησε να μην «αποπαπανδρεοποιήσει» εντελώς τις κυβερνήσεις του, παρά τις περί του αντιθέτου εισηγήσεις στενών συνεργατών του.

Η κίνηση αυτή είχε λογική, καθώς με αυτόν τον τρόπο απέφευγε σε μεγάλο βαθμό τις «μουρμούρες» των διαφωνούντων του λεγόμενου «λαϊκού» ΠΑΣΟΚ, φροντίζοντας να κρατάει τις σχετικές ισορροπίες. Την ίδια ώρα όμως το παραδοσιακό κοινό του κόμματος άρχισε να αντικαθίσταται από ένα ετερόκλητο ακροατήριο, στο οποίο χωρούσαν κεντροδεξιοί, αλλά και δεξιοί, οι οποίοι έβλεπαν στο ΠΑΣΟΚ του Κώστα Σημίτη τα πρώτα δείγματα πραγματικού νεοφιλελευθερισμού στην Οικονομία.

Στο ίδιο ακροατήριο ωστόσο χωρούσαν και κεντρώοι ψηφοφόροι ή στελέχη της ανανεωτικής Αριστεράς, για τους οποίους μέτρησαν συγκεκριμένες πολιτικές που υιοθέτησε ο Κώστας Σημίτης, όπως για παράδειγμα η προστασία των προσωπικών δεδομένων, οι πρώτες ανεξάρτητες αρχές ή ο «πόλεμος» με την Εκκλησία στο θέμα των ταυτοτήτων.

Η πτώση της σοσιαλδημοκρατίας

Μετά τη μεγάλη ανατροπή των εκλογών του 2000 και τη δεύτερη τετραετία Σημίτη στην πρωθυπουργία άρχισε να φαίνεται πιο έντονα η φθορά του εκσυγχρονισμού αλλά και του μοντέλου του «τρίτου δρόμου». Ας μην ξεχνάμε ότι η πρώτη δεκαετία του 21ου αιώνα ήταν η εποχή όπου η σοσιαλδημοκρατία βρέθηκε σε ελεύθερη πτώση παντού και όχι μόνο στην Ελλάδα.

Μπορεί δηλαδή η Ελλάδα να είχε καταφέρει να εισέλθει στον ΟΝΕ, ν’ άλλαζε όψη εξαιτίας των μεγάλων δημόσιων έργων, την ίδια ώρα όμως ένα σημαντικό κομμάτι της κοινωνίας, των απλών εργαζόμενων ένοιωσε για πρώτη φορά στο πετσί του την εργασιακή επισφάλεια. Κεκτημένα ετών άρχισαν να απειλούνται, ενώ στον αντίποδα, η λέξη «διαπλοκή» ακουγόταν όλο και πιο συχνά, είτε σε ιδιωτικές συζητήσεις είτε στο δημόσιο λόγο.

«Αυτή είναι η Ελλάδα»

Λίγες μέρες μετά την τέλεση μιας άλλης τραγωδίας που πλήγωσε βαθιά την ελληνική κοινωνία, ο Κώστας Σημίτης ακούγεται να λέει στη Βουλή τη φράση, «αυτή είναι η Ελλάδα». Η συζήτηση γινόταν στον απόηχο του ναυαγίου του «Εξπρές Σάμινα» στις Πόρτες της Πάρου, εκεί που 8ο άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους στο όνομα ενός κακώς εννοούμενου ανταγωνισμού της ακτοπλοΐας και όπου το κέρδος έμπαινε πάνω απ’ τις ανθρώπινες ζωές.

Αν συγκρίνουμε την εποχή εκείνη με το σήμερα και με μια αντίστοιχη τραγωδία, αυτή των Τεμπών, συνυπολογίζοντας τις αντιδράσεις της κυβέρνησης Μητσοτάκη, θα διαπιστώσουμε ανατριχιαστικές ομοιότητες. Μια χώρα της οποίας οι οικονομικοί δείκτες πηγαίνουν καλά, αλλά απ’ την άλλη η πλειονότητα της κοινωνίας υποφέρει.

Συνεργάτες

Ένα κράτος που υποτίθεται ότι έχει εξευρωπαϊστεί, αλλά παράλληλα είναι εγκλωβισμένο σε διαχρονικές παθογένειες, με την επικοινωνία να υπερτερεί της πολιτικής και των λύσεων που αυτή μπορεί να επιφέρει. Ίσως, να μην είναι και τόσο τυχαίο το γεγονός ότι πολλά στελέχη -πρώτης και δεύτερης γραμμής- που βρέθηκαν στο πλευρό του Κώστα Σημίτη, σήμερα αποτελούν βασικούς συνεργάτες του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Το παράδοξο

Το παράδοξο είναι ότι ο Κώστας Σημίτης δεν έκανε ποτέ το επικοινωνιακό «γκελ» όπως άλλοι αρχηγοί κομμάτων ή πρωθυπουργοί. Παρ’ όλα αυτά κατάφερε να εκλεγεί πρωθυπουργός δύο φορές και να συνδέσει τ’ όνομά του με σημαντικές στιγμές της ιστορίας της χώρας των τελευταίων 25 ετών. Άλλο ένα παράδοξο στοιχείο είναι πως δεν έλειψε σε κανέναν μετά την αποχώρησή του. Και όχι μόνο δεν έλειψε στην κοινωνία, αλλά ούτε και στο ΠΑΣΟΚ.

Αρκεί ν’ αναλογιστεί κανείς ότι μόλις τέσσερα χρόνια μετά την αποχώρησή του από την πρωθυπουργία, ο Γιώργος Παπανδρέου τον διέγραψε από την κοινοβουλευτική ομάδα, με αφορμή τη διαφωνία του περί δημοψηφίσματος για τη συμφωνία της Λισσαβόνας.

«Κάνε ό,τι νομίζεις. Εγώ θα πράττω αυτό που επιβάλλει η συνείδησή μου και αυτό που κρίνω καλό για τη χώρα», ήταν η απάντηση Σημίτη στον Γιώργο Παπανδρέου, ο οποίος με επιστολή τον είχε κατηγορήσει για «κινήσεις αυτονομίας και εκτός των αποφάσεων του ΠΑΣΟΚ».

Κατόπιν όλων αυτών, όπως γράψαμε και στην αρχή, την πορεία του Κώστα Σημίτη θα τον κρίνει η Ιστορία. Υπό αυτό το πρίσμα θα είναι αυτή που θα αξιολογήσει και θα κρίνει αν επί των ημερών του η Ελλάδα ήταν όντως ισχυρή, εκσυγχρονίστηκε και είχε αναβαθμισμένη θέση στην Ευρώπη ή αν η συγκεκριμένη περίοδος δεν ήταν τίποτε περισσότερο από ένα ένα καλό κατασκεύασμα συνοδευόμενο από ένα εξίσου καλογραμμένο αφήγημα.

 

in