Η απόφαση ΕΔΔΑ για το άσυλο κατά της Ελλάδας εκθέτει το δίλημμα της ΕΕ για τους μετανάστες
Σε μια απόφαση-ορόσημο, όπως τη χαρακτηρίζουν τα μέσα ενημέρωσης στην Αθήνα, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΔΔΑ) έκρινε αυτή την εβδομάδα την Ελλάδα ένοχη για παραβίαση των δικαιωμάτων ενός επίδοξου αιτούντος άσυλο, σημειώνουν οι Financial Times, θέτοντας το εξής χαρακτηριστικό ερώτημα: «Ποιες είναι οι συνέπειες για τις πολιτικές ασύλου και μετανάστευσης της ΕΕ, οι οποίες βρίσκονται ήδη – για να το θέσουμε ήπια – σε σημαντική σύγχυση;».
Παράνομες «επαναπροωθήσεις»
Υπενθυμίζουν πως η υπόθεση του ΕΔΔΑ αφορούσε μια Τουρκάλα που εισήλθε στην Ελλάδα το 2019, ελπίζοντας να ζητήσει άσυλο, με την αιτιολογία ότι οι αρχές της Τουρκίας την καταδίωκαν ως οπαδό του ισλαμιστή ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν.
Στην Ελλάδα, συνελήφθη και επιβιβάστηκε σε πλοίο που επέστρεφε στην Τουρκία. Την επόμενη ημέρα συνελήφθη.
Το ΕΔΔΑ, επισημαίνουν οι FT, δεν καταδίκασε την Ελλάδα απλώς για μια παράνομη αναγκαστική απέλαση. Είπε ότι υπήρχαν «ισχυρές ενδείξεις, που υποδηλώνουν ότι υπήρχε, κατά τον χρόνο των φερόμενων γεγονότων, μια συστηματική πρακτική ‘επαναπροώθησης’ υπηκόων τρίτων χωρών από τις ελληνικές αρχές στην Τουρκία».
Τα λεγόμενα «pushbacks» παραβιάζουν τη διεθνή αρχή των ανθρωπίνων δικαιωμάτων της μη επαναπροώθησης, η οποία απορρίπτει τη βίαιη επιστροφή προσφύγων σε μέρη όπου κινδυνεύει η ζωή ή οι ελευθερίες τους.
Από την ευρωπαϊκή κατάσταση έκτακτης ανάγκης για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες της περιόδου 2015-2016, έχουν υπάρξει πολλές καταγγελίες ότι χώρες της ΕΕ που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή, όπως η Ελλάδα, καθώς και η Frontex, η υπηρεσία ελέγχου των συνόρων της ΕΕ, ήταν συνένοχες σε «επαναπροωθήσεις».
Ωστόσο, η απόφαση του ΕΔΔΑ σηματοδοτεί την πρώτη φορά που το δικαστήριο επικυρώνει τέτοιες κατηγορίες κατά της Ελλάδας – η οποία, όπως και η Frontex, αρνείται ότι έχει κάνει κάτι κακό.
Κράτος δικαίου
Το συμπέρασμα του ΕΔΔΑ ότι η Ελλάδα πιθανόν να συμμετείχε σε «συστηματικές» επαναπροωθήσεις αιτούντων άσυλο αποτελεί «σοβαρή ντροπή για την ΕΕ», υποστηρίζει η βρετανική εφημερίδα, εξηγώντας πως «η ΕΕ έχει υιοθετήσει μια επιεική, ακόμη και υποστηρικτική γραμμή για τη συμπεριφορά της Ελλάδας».
Τον Μάρτιο του 2020, η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν επισκέφθηκε τα ελληνοτουρκικά σύνορα και έπλεξε το εγκώμιο των ελληνικών αρχών, επειδή αποτελούν «την ευρωπαϊκή μας ασπίδα σε αυτούς τους καιρούς».
Επιπλέον, η ΕΕ δίνει μεγάλη έμφαση στον ρόλο της ως υπερασπιστή του κράτους δικαίου, όσον αφορά τη συμπεριφορά των 27 κρατών μελών της και τις δικές της ενέργειες στη διεθνή σκηνή. «Αυτό είναι, αν θέλετε, μέρος του ‘εμπορικού σήματος’ της ΕΕ», σχολιάζουν οι FT.
Χωρίς αμφιβολία, οι ηγέτες της ΕΕ θεωρούν επείγουσα πολιτική προτεραιότητα τον περιορισμό της παράτυπης μετανάστευσης – αν και αυτό είναι μόνο ένα στοιχείο ενός μεγαλύτερου, πιο σύνθετου συνόλου ζητημάτων γύρω από τη μετανάστευση γενικά.
Η απόφαση του ΕΔΔΑ χρησιμεύει ως υπενθύμιση ότι υπάρχουν νομικές, ηθικές και ανθρωπιστικές διαστάσεις στις πολιτικές μετανάστευσης και ασύλου της Ευρώπης, τις οποίες, «είτε τους αρέσει είτε όχι», οι ηγέτες της ΕΕ πρέπει να λάβουν υπόψη τους.
Ο ρόλος της Frontex
Εν τω μεταξύ, η Frontex έχει άλλα ερωτήματα να απαντήσει. Την Τετάρτη, η μονάδα προστασίας δεδομένων της ΕΕ επέπληξε την Frontex για απρόσεκτη ανταλλαγή πληροφοριών, σχετικά με άτομα ύποπτα για διασυνοριακά εγκλήματα, με την Europol, την υπηρεσία επιβολής του νόμου της ΕΕ.
Το 2022, η Olaf, η υπηρεσία καταπολέμησης της απάτης της ΕΕ, εξέδωσε μια καταδικαστική έκθεση που επέκρινε την Frontex για κακή συμπεριφορά και κακοδιαχείριση. Η Frontex αναγνώρισε την κακή συμπεριφορά ορισμένων ατόμων, αλλά δήλωσε ότι πρόκειται για «πρακτικές του παρελθόντος».
Καταστολή της παράτυπης μετανάστευσης
Όπως υποδηλώνουν αυτές οι αντιπαραθέσεις, η παράτυπη μετανάστευση εξακολουθεί να απασχολεί την Ευρώπη. Ωστόσο, ο αριθμός των εμπλεκομένων έχει μειωθεί τον τελευταίο καιρό.
Το 2015, η Frontex κατέγραψε περισσότερες από 1,8 εκατ. παράτυπες διελεύσεις προς την ΕΕ – κυρίως ανθρώπους που διέφευγαν από τις συγκρούσεις στο Αφγανιστάν, το Ιράκ και την Συρία.
Από τον Ιανουάριο έως τον Νοέμβριο του 2024 – την τελευταία περίοδο για την οποία υπάρχουν διαθέσιμα στοιχεία – ο αριθμός μειώθηκε κατά 40% σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2023, σε λίγο πάνω από 220.000.
Όπως βλέπουμε στον παρακάτω χάρτη της Frontex, υπήρξε απότομη πτώση των αφίξεων σε όλη την κεντρική Μεσόγειο. Ο οργανισμός ασφάλειας των συνόρων της ΕΕ αποδίδει αυτό το γεγονός κυρίως σε «προληπτικά μέτρα των αρχών της Τυνησίας και της Λιβύης για τη διακοπή των δραστηριοτήτων των λαθρεμπόρων».
Αντίθετα, οι αφίξεις στη διαδρομή της Δυτικής Αφρικής έφθασαν στα υψηλότερα επίπεδα τουλάχιστον από το 2009. Η Frontex το εξηγεί αυτό με αναφορά στην «επιδείνωση της ασφάλειας και της ανθρωπιστικής κατάστασης» σε περιοχές της δυτικής Αφρικής όπου, σύμφωνα με τον οργανισμό, τα εγκληματικά δίκτυα επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους.
Συνολικά, φαίνεται πιθανό πως η πολιτική της ΕΕ να συνάπτει συμφωνίες πολλών δισεκατομμυρίων ευρώ με τις κυβερνήσεις της βόρειας Αφρικής και της Μέσης Ανατολής – οικονομική στήριξη με αντάλλαγμα αυστηρότερους συνοριακούς ελέγχους – έχει επιτύχει κάποια αποτελέσματα.
Ωστόσο, η επιτυχία έχει κάποιο τίμημα. Έκθεση του ΟΗΕ για την Τυνησία περιγράφει λεπτομερώς τους ισχυρισμούς για «επικίνδυνους ελιγμούς κατά την αναχαίτιση μεταναστών, προσφύγων και αιτούντων άσυλο στη θάλασσα, σωματική βία, συμπεριλαμβανομένων ξυλοδαρμών, απειλών για χρήση πυροβόλων όπλων, αφαίρεση κινητήρων και καυσίμων και ανατροπή σκαφών».
Οι αιτήσεις ασύλου άρχισαν να αυξάνονται και πάλι μετά το 2020
Ο μειωμένος αριθμός των παράτυπων διελεύσεων δεν κάνει πολλά για να «κατεβάσει» το πολιτικό θερμόμετρο για τους ηγέτες της ΕΕ που προκύπτει από το μεταναστευτικό ζήτημα.
Ένας λόγος είναι η αναποτελεσματικότητα των ευρωπαϊκών πολιτικών ασύλου.
Περίπου 6,8 εκατ. αιτούντες άσυλο έχουν έρθει στην Ευρώπη από το 2015. Περισσότεροι από 3,6 εκατ. έχουν λάβει εντολή να φύγουν – αλλά μόνο 1 εκατ. έχουν φύγει πραγματικά.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Εν μέρει, επειδή όλα εξαρτώνται από το αν η ΕΕ έχει συνάψει συμφωνία επανεισδοχής με τη χώρα από την οποία προέρχεται ο αιτών άσυλο. Η ΕΕ έχει τέτοιες συμφωνίες, για παράδειγμα, με την Αλβανία και τη Γεωργία, αλλά όχι με το Αφγανιστάν, το Μπαγκλαντές ή την Συρία.
Ένα δεύτερο πρόβλημα είναι ότι, σύμφωνα με τους κανόνες της ΕΕ, μια κυβέρνηση μπορεί να υποβάλει αίτηση για την απομάκρυνση ενός πρόσφυγα – μετανάστη, του οποίου το αίτημα ασύλου απορρίφθηκε, στη χώρα Σέγκεν στην οποία εισήλθε για πρώτη φορά. Όμως, σήμερα, λίγες χώρες τηρούν αυτούς τους κανόνες.
Το 2023, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις υπέβαλαν σχεδόν 200.000 αιτήσεις για την απομάκρυνση ανθρώπων, αλλά μόνο 19.000 τελικά επέστρεψαν στη χώρα όπου αρχικά έφτασαν.
Τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη δεν δείχνουν καμία όρεξη να δεχτούν τους απορριφθέντες αιτούντες άσυλο. Γνωρίζουν ότι υπάρχει μικρή ρεαλιστική προοπτική επιστροφής τους στη χώρα καταγωγής τους, εάν δεν υπάρχει συμφωνία επαναπατρισμού. Ως αποτέλεσμα, όλο το σύστημα έχει κολλήσει.
Οι μετανάστες και το ευρωπαϊκό εργατικό δυναμικό
Ακόμη και στην Πολωνία, μια χώρα που τηρεί μια πιο αυστηρή γραμμή απέναντι στους μετανάστες και τους αιτούντες άσυλο, η πολιτική της πρέπει να εξισορροπηθεί με τις απαιτήσεις της σε εργατικό δυναμικό, τονίζουν οι FT.
Στην Γερμανία, το ανεξάρτητο Ίδρυμα Bertelsmann δημοσίευσε πέρυσι μια μελέτη που εκτιμούσε ότι το εργατικό δυναμικό της χώρας θα συρρικνωθεί σε 41,9 εκατ. έως το 2040 από 46,4 εκατ. σήμερα, εκτός αν γίνονταν δεκτοί περίπου 288.000 εξειδικευμένοι ξένοι εργαζόμενοι κάθε χρόνο.
«Οι ακροδεξιοί λαϊκιστές κατάφεραν να ξεσηκώσουν τους ψηφοφόρους σε όλη την ΕΕ και τώρα σχηματίζουν ένα αντιμεταναστευτικό μπλοκ που απειλεί την ίδια την Ένωση. Οι κυβερνήσεις των κρατών μελών έχουν γενικά κάνει τα πάντα για να πείσουν τους ψηφοφόρους ότι το οικονομικό τους συμφέρον είναι η αναζωογόνηση της Ευρώπης μέσω της μετανάστευσης και να τους πείσουν ότι αυτό ξεπερνά κατά πολύ τις πραγματικές ή αντιληπτές κοινωνικές τριβές. Η γηράσκουσα Ευρώπη χρειάζεται περισσότερους μετανάστες, όχι λιγότερους», υποστηρίζει ο Giles Merritt της δεξαμενής σκέψης «Φίλοι της Ευρώπης», με έδρα τις Βρυξέλλες.
Το καταρρέον σύμφωνο ασύλου της ΕΕ
Κατ’ ιδίαν, ορισμένες κυβερνήσεις της ΕΕ αναγνωρίζουν την άποψη αυτή, αλλά φοβούνται τις εκλογικές συνέπειες εάν το πουν δημοσίως.
Αντ’ αυτού, αναζητούν λύσεις ad hoc, όπως η «εξωτερική ανάθεση» των πολιτικών ασύλου, χρησιμοποιώντας κατ’ ευφημισμόν αποκαλούμενους «κόμβους επιστροφής» για τους μετανάστες που δημιουργούνται εκτός της ΕΕ – όπως έκανε η Τζόρτζια Μελόνι με την Αλβανία.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο πρωθυπουργός της Ελλάδας, συγκαταλέγεται μεταξύ εκείνων που αμφισβητούν κατά πόσον τέτοια μέτρα μπορούν να εφαρμοστούν σε πανευρωπαϊκό επίπεδο. Οι ρυθμίσεις της Ιταλίας με την Αλβανία έχουν ήδη αντιμετωπίσει νομικές δυσκολίες, σημειώνει η βρετανική εφημερίδα (σ.σ. η οποία εκπροσωπεί μια χώρα που βρήκε από την ΕΕ – Brexit – με βασικό αίτημα να μην δέχεται μετανάστες και πρόσφυγες…).
Θα μπορούσε να βοηθήσει αν η ΕΕ κατάφερνε να κάνει επιτυχία το Σύμφωνο Μετανάστευσης και Ασύλου «που διαπραγματεύτηκε με κόπο, το οποίο πρόκειται να τεθεί σε ισχύ το επόμενο έτος – αλλά ήδη ορισμένες κυβερνήσεις προσπαθούν να ξεμπερδέψουν με αυτή τη συμφωνία».
Συνοψίζοντας, η ΕΕ δεν φαίνεται να βρίσκεται πιο κοντά στην εξεύρεση μιας ισορροπίας μεταξύ του περιορισμού της παράτυπης μετανάστευσης, της λειτουργίας αποτελεσματικών πολιτικών ασύλου, της διατήρησης ανοικτών νόμιμων οδών για τους μετανάστες εργαζόμενους και του να πείσει τους ψηφοφόρους ότι όλα αυτά συνιστούν ένα συνεκτικό σχέδιο.