«Η οικονομία στην Ευρωζώνη δεν είναι νεκρή (ακόμα)». Με αυτό τον αμφιλεγόμενο τίτλο υποδέχθηκε το Politico τις ανακοινώσεις της Εurostat για την ανάπτυξη του ΑΕΠ κατά 0,4% το τρίτο τρίμηνο του 2024.
Τα οριστικά στοιχεία ξεπερνάνε τις προκαταρκτικές εκτιμήσεις για αναιμική ανάπτυξη μόλις 0,2% και δείχνουν ότι η ευρωπαϊκή οικονομία αντέχει, αψηφώντας τις προβλέψεις ότι οδεύει σε παρατεταμένη επιβράδυνση. Οι Ολυμπιακοί Αγώνες στο Παρίσι έδωσαν ώθηση στη γαλλική οικονομία, ενώ η Γερμανία γλίτωσε στο τσακ την ύφεση λόγω της αυξημένης εσωτερικής κατανάλωσης.
Ωστόσο η μεγάλη εικόνα δεν είναι τόσο ενθαρρυντική, καθώς οι οικονομικές επιδόσεις της Ευρωζώνης για το σύνολο του 2024 είναι κατώτερες των αρχικών προβλέψεων.
Οι ανησυχίες σχετικά με την υγεία της οικονομίας εντάθηκαν το καλοκαίρι, εν μέσω ενδείξεων απότομης επιβράδυνσης της μεταποίησης. Οι φόβοι αυτοί, μαζί με τη σημαντική πτώση του πληθωρισμού, οδήγησαν την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) να επιταχύνει τον ρυθμό μείωσης των επιτοκίων για να «ανακουφίσει» την οικονομία.
Η κατανάλωση στηρίζει την ανάπτυξη
Αυτό που συμβαίνει προς το παρόν είναι ότι οι καταναλωτικές δαπάνες στηρίζουν την ανάπτυξη, δικαιώνοντας τις προβλέψεις της ΕΚΤ.
Σε εθνικό επίπεδο, η Γερμανία, η Ισπανία και η Γαλλία σημείωσαν ανάπτυξη καλύτερη από την αναμενόμενη, ενώ της Ιταλίας ήταν κατώτερη των προσδοκιών. Η Ιρλανδία σημείωσε την καλύτερη επίδοση, σημειώνοντας αύξηση 2%, ενώ η Ισπανία σημείωσε ισχυρή αύξηση 0,8%.
Σε αυτό συνέβαλε η απότομη αύξηση των τουριστικών αφίξεων, γεγονός που αντικατοπτρίζει τη συνεχιζόμενη ισχύ της «δαπάνης εκδίκησης» για ταξίδια μετά το τέλος της πανδημίας. Τους πρώτους οκτώ μήνες του έτους, η Ισπανία δέχθηκε περισσότερους από 64 εκατομμύρια τουρίστες, σύμφωνα με τη στατιστική υπηρεσία της χώρας, το υψηλότερο ποσοστό από την έναρξη των καταγραφών.
Διφορούμενα μηνύματα
Η γαλλική οικονομία επέδειξε επίσης εκπληκτική ζωτικότητα, σημειώνοντας αύξηση 0,4%, κυρίως χάρη στην πρόσθετη δραστηριότητα που δημιούργησαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες τον Αύγουστο. Αντίθετα, η Ιταλία δεν αναπτύχθηκε καθόλου, λόγω της έντονης ύφεσης στη μεταποίηση.
Η Γερμανία αναπτύχθηκε κατά 0,2% το τρίμηνο, διαψεύδοντας τις προσδοκίες για μικρή συρρίκνωση. Η στατιστική υπηρεσία Destatis το απέδωσε αυτό στην ισχυρή δημόσια και ιδιωτική κατανάλωση.
Ωστόσο, η γερμανική έκπληξη αντισταθμίστηκε από τη μεγάλη αναθεώρηση προς τα κάτω των στοιχείων του δεύτερου τριμήνου, τα οποία έδειξαν συρρίκνωση κατά 0,3%. Η συρρίκνωση αυτή οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην επιδείνωση της υγείας του μεταποιητικού τομέα, με μείωση των παραγγελιών.
Ο επικεφαλής οικονομολόγος της τράπεζας Berenberg Holger Schmieding προειδοποίησε τους πελάτες να μην παρασύρονται. Οι διαρθρωτικοί αντίξοοι άνεμοι, όπως το δημογραφικό και η υπερβολική φορολογία, θα διατηρήσουν τη γερμανική ανάπτυξη «πολύ υποτονική ελλείψει σημαντικών αλλαγών πολιτικής», δήλωσε. Στο ίδιο πνεύμα, χαρακτήρισε τις επιδόσεις της γαλλικής οικονομίας ως «προσωρινή αναλαμπή».
Η συρρίκνωση του μεταποιητικού τομέα στη Γερμανία είχε ορατές επιπτώσεις στις γειτονικές χώρες που είναι στενά ενσωματωμένες στις αλυσίδες εφοδιασμού της. Τόσο η Ουγγαρία όσο και η Σουηδία συρρικνώθηκαν το τρίτο τρίμηνο κατά 0,7% και 0,1%, ενώ η οικονομία της Τσεχίας αναπτύχθηκε λιγότερο από ό,τι αναμενόταν, μόλις κατά 0,3%.
Συμπεριλαμβανομένων και των χωρών εκτός ευρώ, η οικονομία της ΕΕ στο σύνολό της αυξήθηκε κατά 0,3%, αμετάβλητη σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο. Προς το παρόν η Εurostat δεν περιλαμβάνει οριστικά στοιχεία για την Ελλάδα.in.gr