ΕΛ.ΑΣ.: Fake news οι αναρτήσεις που ταυτίζουν αστυνομικούς με άτομα που προκάλεσαν επεισόδια

Φωτογραφίες από τον Καναδά παρουσιάζονται ως ελληνικές – Προειδοποίηση για ποινικές συνέπειες
Η Ελληνική Αστυνομία (ΕΛ.ΑΣ.) χαρακτήρισε ως «ανυπόστατες, συκοφαντικές και ενδεχομένως ποινικά κολάσιμες» τις αναρτήσεις που διακινούνται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και επιχειρούν να ταυτίσουν αστυνομικούς με άτομα που προκαλούν επεισόδια σε διαδηλώσεις.
Σε ανακοίνωση που εξέδωσε, επισημαίνει ότι οι συγκεκριμένες αναρτήσεις συνοδεύονται από ψευδές «αποδεικτικό υλικό», το οποίο περιλαμβάνει παλαιότερες φωτογραφίες από γεγονότα στο εξωτερικό. Ειδικότερα, η ΕΛ.ΑΣ. αναφέρει ότι:
• Μία από τις εικόνες που διακινείται ως πρόσφατη και υποτίθεται ότι δείχνει Έλληνες αστυνομικούς με κουκουλοφόρο συλληφθέντα, προέρχεται από το 2007 και τραβήχτηκε στο Κεμπέκ του Καναδά.
• Μια άλλη φωτογραφία, που εμφανίζεται επίσης ως νέα, κυκλοφορεί από το 2009 και δεν σχετίζεται με αστυνομικούς, αλλά με διαδηλωτές που ήταν μέλη πολιτικού κόμματος.
Η ανακοίνωση τονίζει ότι «τέτοιες τοποθετήσεις διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα, ενισχύουν στερεότυπα και προκαταλήψεις, και υπονομεύουν το έργο της Ελληνικής Αστυνομίας». Παράλληλα, επισημαίνεται ότι οι αστυνομικοί λειτουργούν εντός του πλαισίου του νόμου και η προτεραιότητά τους είναι η προστασία των ειρηνικών διαδηλωτών.
Έρευνα για τα επεισόδια – 77 συλλήψεις
Σύμφωνα με την ΕΛ.ΑΣ., οι αστυνομικές δυνάμεις προχώρησαν σε 237 προσαγωγές, εκ των οποίων οι 77 κατέληξαν σε συλλήψεις. Πολλοί από τους συλληφθέντες φέρεται να έχουν σύνδεση με τον αντιεξουσιαστικό χώρο ή να έχουν απασχολήσει στο παρελθόν τις αρχές για οπαδική βία.
Η αστυνομία αναφέρει επίσης ότι πριν από τις διαδηλώσεις εντοπίστηκαν και κατασχέθηκαν βόμβες μολότοφ και εκρηκτικοί-εμπρηστικοί μηχανισμοί, οι οποίοι, σύμφωνα με την ανακοίνωση, «θα μπορούσαν να αφαιρέσουν ανθρώπινες ζωές». Οι επιχειρήσεις συνεχίστηκαν καθ’ όλη τη διάρκεια των διαδηλώσεων, με στόχο τη διασφάλιση της ασφάλειας των πολιτών.
Σχετικά με τις φήμες περί εμπλοκής αστυνομικών σε επεισόδια, η ΕΛ.ΑΣ. τονίζει ότι κάθε τέτοια αναφορά «αποτελεί τουλάχιστον ύβρη» και προειδοποιεί ότι οι υπεύθυνοι διασποράς ψευδών ειδήσεων θα βρεθούν αντιμέτωποι με τις συνέπειες του νόμου.
ΚΩΣΤΑΝΤΙΑ ΔΗΜΟΓΛΙΔΟΥ-ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
Η Εκπρόσωπος της ΕΛ.ΑΣ., Κωνσταντία Δημογλίδου, σχολίασε το συλλαλητήριο στο Σύνταγμα για την τραγωδία στα Τέμπη, επισημαίνοντας ότι «ήθελαν νεκρό διαδηλωτή ή αστυνομικό».
«Όταν εκσφενδονίζεις έναν εκρηκτικό ή εμπρηστικό μηχανισμό σε έναν άνθρωπο, χωρίς να υπολογίζεις το πλήθος του κόσμου που βρίσκεται εκεί, σημαίνει ότι θέλεις έναν νεκρό απέναντί σου», ανέφερε χαρακτηριστικά, μιλώντας στο MEGA.
«Κάποιοι από αυτούς έφτασαν στο Σύνταγμα, με τη συμπλήρωση δύο ετών από το σιδηροδρομικό δυστύχημα, με ξεκάθαρη πρόθεση να προκαλέσουν θύματα, είτε μεταξύ των πολιτών είτε μεταξύ των αστυνομικών», πρόσθεσε.
Η κ. Δημογλίδου τόνισε ότι «για πρώτη φορά σε συγκέντρωση, κατά τις προληπτικές προσαγωγές και συλλήψεις που πραγματοποιήθηκαν από την Αστυνομία – συνολικά 220 προσαγωγές και 77 συλλήψεις – εντοπίστηκαν και αυτοσχέδιοι εμπρηστικοί και εκρηκτικοί μηχανισμοί, οι οποίοι τελικά εκσφενδονίστηκαν εις βάρος αστυνομικών και πολιτών».
Παράλληλα, σημείωσε ότι «έγιναν αρκετοί έλεγχοι, όμως, όταν υπάρχει τόσος κόσμος συγκεντρωμένος, είναι πολύ εύκολο για μια ομάδα ατόμων να κρυφτεί μέσα στο πλήθος. Αυτό, ωστόσο, δεν σημαίνει ότι δεν πραγματοποιήθηκαν προληπτικοί έλεγχοι από την Αστυνομία».
Αποκάλυψε επίσης ότι «ανάμεσα στους συλληφθέντες υπήρχαν και τρεις αλλοδαποί, η παρουσία των οποίων δεν δικαιολογούνταν σε καμία περίπτωση».
Σχετικά με τις κατηγορίες που διατυπώνονται σε βάρος της Αστυνομίας, επισήμανε: «Βλέπουμε μια προσπάθεια κάποιων να παραπλανήσουν τον κόσμο, υποτιμώντας τη νοημοσύνη των πολιτών. Χρησιμοποιούν ακόμη και φωτογραφίες από το μακρινό 2008 και 2009 για να δημιουργήσουν την εντύπωση ότι οι αστυνομικοί είναι αυτοί που προκαλούν τα επεισόδια».
Κλείνοντας, η εκπρόσωπος της ΕΛ.ΑΣ. παραδέχθηκε ότι «δεν ισχυρίζομαι πως τα κάναμε όλα σωστά. Προφανώς, αν ξαναβλέπαμε τον τρόπο που δράσαμε την Παρασκευή, θα διορθώναμε κάποια πράγματα».
Παρακράτος και επεισόδια: Το διαχρονικό ερώτημα
Το ζήτημα της ύπαρξης «παρακράτους» και οργανωμένων ομάδων που προκαλούν επεισόδια επανέρχεται συχνά στον δημόσιο διάλογο, ιδιαίτερα μετά από μεγάλες κινητοποιήσεις. Από το 2015 και έπειτα, σε κάθε έντονη κοινωνική αναταραχή, η αντιπολίτευση καταγγέλλει την ύπαρξη μηχανισμών που υποκινούν βία.
Ερωτήματα όπως:
• Είναι τα άτομα που συμμετέχουν σε επεισόδια μόνιμοι ή μετακλητοί «υπάλληλοι»;
• Αλλάζει η σύστασή τους ανάλογα με την κυβέρνηση ή παραμένουν τα ίδια πρόσωπα, αλλά με διαφορετικούς ρόλους;
παραμένουν αναπάντητα.
Στο Ηράκλειο Κρήτης, για παράδειγμα, τα επεισόδια ξεκίνησαν μετά την αποχώρηση της πλειοψηφίας των ειρηνικών διαδηλωτών, κάτι που γεννά υποψίες για τη σκοπιμότητα της έντασης. Σε βίντεο που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο, πολίτες εμφανίζονται να έρχονται σε αντιπαράθεση με «μαυροφορεμένους κουκουλοφόρους», ενώ σε κάποιες περιπτώσεις φαίνεται πως παραλίγο να σημειωθούν συμπλοκές μεταξύ τους.
Η τοξικότητα στο διαδίκτυο είναι ένα ακόμα ζήτημα που αναδεικνύεται. Μετά την υπόθεση της «μικρής Μαρίας» στον Έβρο, όπου fake news κυριάρχησαν στην ενημέρωση, οι πρόσφατες αναρτήσεις επιχειρούν να διαμορφώσουν μια νέα αφήγηση περί «παρακρατικών» μηχανισμών.
Τα επεισόδια στο Σύνταγμα – 73 συλλήψεις, 29 τραυματίες αστυνομικοί
Σύμφωνα με την αστυνομία, περίπου 700 άτομα προκάλεσαν επεισόδια στην πλατεία Συντάγματος, αμαυρώνοντας τη μεγαλειώδη συγκέντρωση για την τραγωδία στα Τέμπη.
Συνολικά:
• 220 προσαγωγές πραγματοποιήθηκαν προληπτικά και κατά τη διάρκεια των επεισοδίων,
• 73 άτομα συνελήφθησαν,
• 29 αστυνομικοί τραυματίστηκαν,
• Προκλήθηκαν φθορές σε κτίρια και οχήματα.
Οι τελευταίες αλλαγές στις αστυνομικές εντολές
Σύμφωνα με αποκλειστικές πληροφορίες, το πρωί της προγραμματισμένης διαδήλωσης, η ηγεσία του Υπουργείου Προστασίας του Πολίτη έδωσε ειδικές οδηγίες στις αστυνομικές δυνάμεις για αυξημένη επαγρύπνηση.
Η εντολή προς τους επικεφαλής αξιωματικούς ήταν ξεκάθαρη: «Μην απαντήσετε σε προκλήσεις». Ο λόγος ήταν η τακτική που ακολουθείται συνήθως, όπου «μπαχαλάκηδες» ξεκινούν μικρές αψιμαχίες, οι οποίες κλιμακώνονται σε συγκρούσεις μεγάλης κλίμακας.
Η οδηγία αυτή τηρήθηκε μέχρι τη στιγμή που οι ταραξίες επιτέθηκαν στα φυλάκια των Ευζώνων μπροστά στη Βουλή, οδηγώντας τις δυνάμεις ασφαλείας σε αναγκαστική αντίδραση.
Η κατάσταση εκτραχύνθηκε και η συνέχεια είναι γνωστή…
Η ψυχολογία των ατόμων που καταστρέφουν τα πάντα στα συλλαλητήρια
Τα επεισόδια που ξεσπούν σε μεγάλες διαδηλώσεις δεν είναι απλώς αποτέλεσμα οργανωμένων σχεδίων ή πολιτικών σκοπιμοτήτων. Υπάρχει και μια βαθύτερη ψυχολογική διάσταση που αφορά τη νοοτροπία, την ψυχοσύνθεση και τα εσωτερικά κίνητρα αυτών που συμμετέχουν σε βίαιες πράξεις.
1. Η δύναμη της ανωνυμίας και η «ψυχολογία του όχλου»
Όταν ένα άτομο συμμετέχει σε μια μαζική συγκέντρωση, η ατομική του ταυτότητα αρχίζει να χάνεται μέσα στο πλήθος. Αυτό το φαινόμενο είναι γνωστό ως «αποπροσωποποίηση» και οδηγεί σε μειωμένη αίσθηση ευθύνης. Οι άνθρωποι αισθάνονται πιο ελεύθεροι να δράσουν βίαια, καθώς πιστεύουν ότι οι πράξεις τους δεν θα έχουν συνέπειες.
Ο Gustave Le Bon, στη θεωρία του για την «ψυχολογία του όχλου», εξηγεί ότι όταν οι άνθρωποι βρίσκονται σε ένα πλήθος:
• Αποκτούν μια αίσθηση ισχύος που δεν θα είχαν ατομικά.
• Γίνονται πιο παρορμητικοί και επιρρεπείς σε συναισθηματικές αντιδράσεις.
• Λειτουργούν περισσότερο με βάση το ένστικτο παρά τη λογική.
2. Ο θυμός ως κινητήρια δύναμη
Πολλοί από αυτούς που συμμετέχουν σε βίαια επεισόδια κουβαλούν μια βαθιά αίσθηση αδικίας και κοινωνικής οργής. Η απογοήτευση από το πολιτικό σύστημα, η ανεργία, η φτώχεια ή ακόμη και προσωπικά αδιέξοδα μπορούν να γίνουν το υπόβαθρο που τροφοδοτεί μια έντονη ανάγκη εκτόνωσης.
Για κάποιους, το σπάσιμο βιτρινών ή η επίθεση σε κρατικούς στόχους (π.χ. τράπεζες, δημόσια κτίρια, αστυνομικές δυνάμεις) λειτουργεί ως μια μορφή «συμβολικής εκδίκησης» απέναντι σε ένα σύστημα που θεωρούν άδικο. Δεν είναι τυχαίο ότι σε περιόδους κοινωνικής κρίσης, τα φαινόμενα αυτά εντείνονται.
3. Η αναζήτηση ταυτότητας και η επιρροή των ιδεολογιών
Πολλοί νέοι που συμμετέχουν σε βίαιες διαδηλώσεις δεν έχουν ισχυρή αίσθηση ατομικής ταυτότητας. Η συμμετοχή τους σε μια «επαναστατική» ομάδα τούς δίνει την αίσθηση ότι ανήκουν κάπου, ότι έχουν έναν σκοπό.
Ορισμένες πολιτικές ή αντιεξουσιαστικές ομάδες λειτουργούν σαν «φυτώρια» ριζοσπαστικοποίησης, προσφέροντας στα μέλη τους μια εναλλακτική κοσμοθεωρία, όπου η βία εμφανίζεται ως νόμιμη αντίδραση απέναντι στην καταπίεση.
4. Ο εθισμός στην αδρεναλίνη
Για κάποιους, η συμμετοχή σε επεισόδια δεν έχει ιδεολογικό ή πολιτικό κίνητρο. Είναι μια καθαρά παρορμητική συμπεριφορά, που τροφοδοτείται από την ένταση, τον κίνδυνο και τη δράση.
Η αδρεναλίνη που εκκρίνεται κατά τη διάρκεια συγκρούσεων δημιουργεί μια αίσθηση ευφορίας. Με την πάροδο του χρόνου, αυτό μπορεί να μετατραπεί σε εθισμό, κάνοντας κάποια άτομα να αναζητούν τέτοιες καταστάσεις ξανά και ξανά.
5. Η επιθυμία για χάος και καταστροφή
Υπάρχει και μια μικρή αλλά επικίνδυνη κατηγορία ατόμων που δεν ενδιαφέρονται ούτε για ιδεολογίες ούτε για κοινωνική αλλαγή. Αντλούν ικανοποίηση από την πρόκληση χάους και καταστροφής.
Αυτοί μπορεί να είναι:
• Άτομα με αντικοινωνικές τάσεις, που απολαμβάνουν τη διατάραξη της τάξης.
• Οπαδοί του μηδενισμού, που πιστεύουν ότι τίποτα δεν έχει αξία και ότι η καταστροφή είναι αυτοσκοπός.
• Χουλιγκάνοι ή άτομα με βίαιη συμπεριφορά, που βλέπουν τα επεισόδια ως μια ευκαιρία για «εκτόνωση».
6. Η χειραγώγηση και η εργαλειοποίηση των επεισοδίων
Τέλος, δεν πρέπει να αγνοούμε ότι ορισμένα επεισόδια είναι καθοδηγούμενα από κέντρα που επιδιώκουν συγκεκριμένα πολιτικά ή κοινωνικά αποτελέσματα.
Σε πολλές περιπτώσεις, οι ομάδες που ξεκινούν τις συγκρούσεις δεν είναι αυθόρμητες, αλλά λειτουργούν με οργανωμένο σχέδιο. Ο σκοπός μπορεί να είναι:
• Να αποπροσανατολίσουν την κοινή γνώμη από άλλα θέματα.
• Να προκαλέσουν πολιτική φθορά στην εκάστοτε κυβέρνηση.
• Να δημιουργήσουν κλίμα αποσταθεροποίησης.
Συμπέρασμα: Η βία ως κοινωνικό φαινόμενο
Η καταστροφή στα συλλαλητήρια δεν είναι ένα απλό φαινόμενο που εξηγείται με πολιτικούς όρους. Είναι ένας συνδυασμός ψυχολογικών, κοινωνικών και ιδεολογικών παραγόντων, που οδηγεί ορισμένους ανθρώπους στην ακραία βία.
Κάποιοι δρουν υπό την επήρεια του πλήθους, άλλοι από θυμό και απογοήτευση, ενώ υπάρχουν και εκείνοι που βρίσκουν στην καταστροφή έναν σκοπό ή μια πηγή απόλαυσης.
Η αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου απαιτεί συνδυασμό καταστολής και πρόληψης, αλλά και μια βαθύτερη κατανόηση των αιτίων που το τροφοδοτούν. Γιατί όσο υπάρχει κοινωνική αδικία, φτώχεια, ανισότητες και έλλειψη ευκαιριών, πάντα θα υπάρχουν άτομα που θα βλέπουν τη βία ως «διέξοδο».