Δημήτρης Νανόπουλος: «Ολίγο φως και μακρινό σε μέγα σκότος κι έρμο»
Ο Γιώργος Σεφέρης, σε διάλεξή του για τον Μακρυγιάννη, τον Μάιο του 1943 στην Αλεξάνδρεια, υπογράμμιζε: «Ο σημερινός πόλεμος της πατρίδας μας —δεν είναι υπερβολή να το πούμε— είναι μια συνέχεια της Επανάστασης του Εικοσιένα».
Η θαρραλέα απάντηση των Ελλήνων στη φασιστική και ναζιστική κτηνωδία δεν ήταν για την —σχεδόν αμαχητί— παραδοθείσα στον Άξονα Ευρώπη μόνο «ολίγο φως και μακρινό σε μέγα σκότος κι έρμο», κατά την διατύπωση του ποιητή (σ.σ. Οι Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, Διονύσιος Σολωμός). Ήταν πνοή ζωής για τους ήδη υπόδουλους Ευρωπαίους την τραγική εκείνη περίοδο. Απτή, ζωντανή ελπίδα για το αύριο.
[…]
«ΤΑ ΝΕΑ», 14.3.1998, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Κλείνοντας το κεφάλαιο του πολέμου, θεωρώ χρέος μου να επισημάνω ότι οι αγριότητές του δεν εξοστράκισαν την ανθρωπιά από τις καρδιές πολλών συμπολιτών μας. Ο Άγγελος Τερζάκης στο βιβλίο του Ελληνικὴ Εποποιία 1940-1941 σημειώνει τη στάση έλληνα στρατιώτη που σπλαχνίσθηκε Ιταλό, ο οποίος βρέθηκε μπροστά του ανυπεράσπιστος κατά τη διάρκεια μάχης, και δεν τον σκότωσε, γιατί του φάνηκε πολύ νέος. Και ίσως είναι γνωστό το περιστατικό κατά το οποίο ελληνίδα γερόντισσα, ενώ πορευόταν προς το γερμανικό νεκροταφείο στην Κρήτη, συναντά γειτόνισσά της που την ερωτά τι πάει να κάνει κι αυτή απαντά: «Πάω να ανάψω κανένα καντηλάκι, γιατί αυτοί δεν έχουν εδώ μανούλα για να τους φροντίσει, όπως κάνω εγώ για τον νεκρό γιο μου».
Αντιπαραβάλλω αυτή τη στάση με εκείνη των ιθυνόντων της γειτονικής μας χώρας, με αποτέλεσμα να παραμένουν άταφοι στα βουνά της, επί εβδομήντα πέντε χρόνια, 7.976 πεσόντες έλληνες μαχητές κατά του φασισμού.
«ΤΑ ΝΕΑ», 14.3.1998, Ιστορικό Αρχείο «ΤΟ ΒΗΜΑ» & «ΤΑ ΝΕΑ»
Κυρίες και κύριοι, επιστρέφοντας στο σήμερα, επιτρέψτε μου να κάνω δύο επισημάνσεις. Η πρώτη είναι σχετική με την παιδεία. Αν θέλουμε η πατρίδα μας να αποκτήσει σταθερό βηματισμό προόδου, που θα την καταστήσει ισότιμη με τους άλλους λαούς της Ευρώπης, οφείλουμε να στρέψουμε τις συντονισμένες προσπάθειές μας προς την παιδεία και την επιστημονική και τεχνολογική έρευνα.
Όλοι μας γνωρίζουμε ότι τα τελευταία χρόνια πολλές χιλιάδες αξιόλογοι νέοι επιστήμονές μας, απογοητευμένοι από την κατάσταση που αντιμετώπισαν, πήραν το μονοπάτι της μετανάστευσης. Πότε θα τους επαναπατρίσουμε; Και με ποιες προϋποθέσεις;
Παράλληλα, μήπως πρέπει να ενθαρρύνουμε τα παιδιά που φοιτούν στα σχολεία και τα πανεπιστήμιά μας να επιδιώκουν εντατικότερα την αριστεία; Διαφορετικά, πώς θα ανταγωνιστούν αύριο, στη χώρα μας ή και στο εξωτερικό, τους λοιπούς ευρωπαίους ή τους αμερικανούς συναδέλφους τους; Ελλοχεύει πάντοτε ο κίνδυνος να μεταβληθούν σε «γκαρσόνια» της υφηλίου.
Η αριστοτελική πολιτική θεωρία, η οποία ως ένα βαθμό έχει ενστερνιστεί την πλατωνική διδασκαλία, σηματοδοτεί τη σημασία της φωτισμένης ελευθερίας που υιοθέτησε και ο Αδαμάντιος Κοραής. Εξαίρεται δε η άποψη ότι «μόνο μέσον πολιτικής είναι η αντίμαχη στην υπερβολή και στο πάθος παιδεία».
[…]
Η δεύτερη επισήμανση είναι επίσης σχετική με το σήμερα, αλλά και με ένα ερώτημα που έθεσε πριν από τριάντα έξι χρόνια (σ.σ. το 1979), από αυτό εδώ το βήμα, ο ακαδημαϊκός Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος και το οποίο δεν έχει απολέσει, θεωρώ, την επικαιρότητά του. Διερωτάτο λοιπόν ο Ιωάννης Θεοδωρακόπουλος:
«Το πρόβλημα είναι σήμερα αν θα μπορέσει η Ευρώπη με τους πνευματικούς της ανθρώπους και τους πολιτικούς της να δει μέσα από το παρόν, και πέρα από τα πάθη της εποχής, με καινούργιο βλέμμα το παρελθόν και να ανοίξει το μέλλον με την πολυδύναμη ιστορικότητά της».
[…]
*Αποσπάσματα απο την εισήγηση του Δημήτρη Νανόπουλου σε πανηγυρική συνεδρία της Ακαδημίας Αθηνών που έλαβε χώρα στις 27 Οκτωβρίου 2015, με αφορμή τον εορτασμό της επετείου της 28ης Οκτωβρίου 1940. Ο Δημήτρης Νανόπουλος ήταν τότε προέδρος της Ακαδημίας Αθηνών.
Ο Δημήτρης Νανόπουλος, φυσικός με παγκόσμια φήμη και ακτινοβολία, τακτικό μέλος της Ακαδημίας Αθηνών από το 1997, γεννήθηκε στην Αθήνα στις 13 Σεπτεμβρίου 1948.