Βηρυτός όπως… Βαγδάτη – «Πώς μπορεί ο κόσμος να παρακολουθεί αμέτοχος αυτή την καταστροφή;»
Κοσμοπολίτικη πρωτεύουσα του Λιβάνου στις ακτές της Μεσογείου, η Βηρυτός ήταν κάποτε γνωστή ως το «Παρίσι της Μέσης Ανατολής».
Πόλη των αντιθέσεων, με χριστιανικές και μουσουλμανικές συνοικίες, έχει ζήσει περιόδους ακμής και παρακμής, δράματος και τραγωδίας.
Κατά τον καταστροφικό 15ετή εμφύλιο (1975-1990).
Με την πολιορκία και τον βομβαρδισμό της από τους Ισραηλινούς στη δεύτερη εισβολή τους στο Λίβανο, το 1982, με στόχο τότε την Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (PLO).
Κατά την «Επανάσταση των Κέδρων», μετά τη σκοτεινή δολοφονία του πρώην πρωθυπουργού Ραφίκ Χαρίρι, το 2005.
Με νέους ισραηλινούς βομβαρδισμούς στον δεύτερο πόλεμο του Λιβάνου, το 2006.
Με την εφιαλτική έκρηξη στο λιμάνι της Βηρυτού τον Αύγουστο του 2020 από την ανάφλεξη σε αποθήκη χιλιάδων τόνων νιτρικού αμμωνίου, προκαλώντας στην πόλη μακελειό και την ισοπέδωση ολόκληρων τμημάτων της.
Τώρα, στον τρίτο πόλεμο με το Ισραήλ, η λιβανέζικη πρωτεύουσα βομβαρδίζεται ανηλεώς και, όπως μαρτυρούν οι νεκροί άμαχοι, συχνά αδιακρίτως.
«Πώς μπορεί ο κόσμος να βλέπει τη φωτιά να αφήνει πίσω της έναν τρομακτικό καπνό, που καλύπτει όλη την ομορφιά στα νότια προάστια της Βηρυτού, στα δάση, στον πράσινο νότο χωρίς να διαμαρτύρεται;», αναρωτιέται σε άρθρο της στον λιβανέζικο ιστότοπο Daraj η Ιρακινή ποιήτρια, συγγραφέας και δημοσιογράφος Άγια Μανσούρ.
«Υπάρχει κάτι πιο φρικτό από το να αφήνεις όλο αυτό το φόβο να μπαίνει στις καρδιές των ανθρώπων και να μην κουνάς ούτε το δαχτυλάκι σου;»
Για την 31χρονη Μανσούρ -που έχει ζήσει από πρώτο χέρι την καταστροφή στη δική της χώρα, το Ιράκ, και έχει εδώ και χρόνια τη Βηρυτό ως πηγή έμπνευσης και ελευθερίας, σαν δεύτερο σπίτι- η απάντηση είναι καταφανώς αρνητική.
Άποψη που συμμερίζονται οι πολλοί, αλλά δεν δείχνουν να ακούν οι λίγοι και ισχυροί.
Βηρυτός, στα κοινά ερείπια της θλίψης
«Πάντα θαύμαζα τον Λίβανο», λέει η Μανσούρ -από τότε που η μητέρα της της έλεγε ότι η επίσκεψη εκεί ήταν το όνειρο των νέων στο Ιράκ τη δεκαετία του ’70.
«Την πρώτη φορά που επισκέφθηκα τη Βηρυτό, είπα στον εαυτό μου: Επιτέλους θα είμαι ο εαυτός μου για πρώτη φορά στη ζωή μου, θα φοράω ό,τι θέλω, θα φέρομαι όπως θέλω, κανείς δεν θα μου λέει τι να κάνω», θυμάται.
Ταξίδεψε έκτοτε στον Λίβανο άπειρες φορές, περιγράφει, «μέχρι να φτάσω στο σημείο να θεωρώ ότι είχα εκεί άλλη μια πατρίδα».
«Μου άρεσαν τα σλόγκαν “λιβανοποίηση του Ιράκ” και “ιρακοποίηση του Λιβάνου”. Ωστόσο προσπάθησα σκληρά να μείνω μακριά από την πολιτική και τις οδυνηρές επιπτώσεις της, που μας έβαλαν όλους στην ίδια τρύπια βάρκα», αναφέρει.
Αντί για τις θρησκευτικο-πολιτικές διαιρέσεις, «φανταζόμουν την πλευρά του Λιβάνου που ήθελα -στη Βηρυτό συγκεκριμένα τη φασαρία, τη χαρά και την αγάπη πάνω στα ερείπια της θλίψης».
«Ο χάρτης των πολέμων μεταφέρει τις εμπειρίες μας, αναπαράγει τις θλίψεις μας», γράφει, και «νομίζω ότι η ιδέα να μετακομίσω στο Λίβανο ή στη Συρία είναι σίγουρα σαν να μετακομίζω από τη μια πόλη στην άλλη στο Ιράκ.
»Τα πρόσωπα φέρουν τα ίδια χαρακτηριστικά, αναμνήσεις, σπαραγμούς και αναπάντητα ερωτήματα».
Όμως οι Λιβανέζοι αγαπούν τη ζωή «τόσο πολύ που δεν θα το πιστέψετε ποτέ, ακόμη και αν δείτε με τα ίδια σας τα μάτια πώς αντιμετωπίζουν το θάνατο με τη φράση “Ας χορέψουμε μέχρι το πρωί”.
»Έχουν αναπτύξει μια συνείδηση ότι δεν έχουν τίποτα να χάσουν, εξαιτίας του πλήθους των πολέμων στη γη τους και τις πολλές φορές που τους έχουν κλέψει τις ζωές»….
Πώς μοιάζει η νίκη;
«Δεν είδα πολλά από τον πόλεμο του 2006 στο νότιο Λίβανο, ούτε βρήκα κάποιον εκτός των συνόρων της Μέσης Ανατολής μας που να γνωρίζει ότι και το Ιράκ αντιμετώπιζε εκείνη την εποχή έναν κρυφό πόλεμο μεταξύ των πολιτών του, με εκατοντάδες πτώματα και εκρήξεις παγιδευμένων αυτοκινήτων κάθε πρωί», γράφει η Ιρακινή ποιήτρια.
«Κάθε φορά που επισκέπτομαι τη Βηρυτό, η απάντηση μου έρχεται μέσα από τα κτίρια που παραμένουν όρθια από την εποχή του πολέμου και μαρτυρούν την ικανότητα ενός λαού να ξαναχτίσει τα όνειρά του.
»Δεν θέλω καμία χώρα να ζήσει πόλεμο.
»Νιώθω το ίδιο για τη Βηρυτό όπως και για τη Βαγδάτη.
»Μήπως επειδή έχει αντιμετωπίσει τους ίδιους μακροχρόνιους πολέμους και συγκρούσεις και η γενέτειρά μου;
»Είναι επειδή υποφέρει από τα ίδια θρησκευτικά κόμματα; Δεν ξέρω!».
Αυτό για το οποίο λέει ότι είναι σίγουρη είναι πως θα προσπαθήσει, «παρά την απελπισία μου, είναι να εκπαιδεύσω τη μνήμη μου να διατηρήσει το πρόσωπο του Λιβάνου, τις πόλεις του και τις μοναδικές στιγμές μου όπου μύρισα τον αέρα του, τον ένιωσα και τον άγγιξα με τα χέρια μου, και να σχηματίσω τις εικόνες του στα μάτια μου σαν μια πράσινη κορδέλα από κέδρους και βουνά που ανέβηκα για να δω το πράσινο και τον ήλιο».
Γιατί «αγαπώ τον Λίβανο σήμερα περισσότερο από ποτέ και ονειρεύομαι τη νίκη».
Όμως «πώς μπορεί να είναι η νίκη για μια γυναίκα που έχει ζήσει τρεις πολέμους;», αναρωτιέται.
Η απάντηση δείχνει τόσο λογικά απλή, όσο παράλογα δύσκολη στην πράξη.
«Απλά να είναι ασφαλής, να έχει ένα σπίτι που δεν φοβάται ότι θα πρέπει να το εγκαταλείψει ανά πάσα στιγμή, να κρατήσει έστω και ένα μικρό μέρος των ονείρων της», γράφει η Άγια Μανσούρ.
Προσώρας, «η Βηρυτός στα μάτια μας είναι σαν τον ήλιο της εποχής, χρυσή ακόμα και στη θλίψη».