Νίκος Μπουνάκης: Μητροπολιτικό Ηράκλειο με μετρήσιμους στόχους
«Στην εποχή του πραγματισμού η πολιτική δεν προσμετράται με κούφιες και μεγαλεπήβολες διακηρύξεις. Ούτε με πρακτικές λαϊκισμού και πελατειακών σχέσεων. Πόσω μάλλον με αυτάρεσκες και κοντόφθαλμες αντιλήψεις.
Τη χρησιμότητα της πολιτικής την αντιλαμβανόμαστε καλύτερα αν τη συνδέσουμε με τις ανάγκες της τοπικής κοινωνίας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το Ηράκλειο. Επιλύοντας τις εκκρεμότητες του παρελθόντος, το επόμενο που πρέπει να κάνει είναι η αξιοποίηση των συγκριτικών του πλεονεκτημάτων, προκειμένου να ανταποκριθεί στις νέες ευκαιρίες και δυνατότητες».
Τις ενδιαφέρουσες αυτές προσεγγίσεις, που μας επιτρέπουν να βλέπουμε τη μεγάλη εικόνα χωρίς να παγιδευόμαστε στη μικρή, διατύπωσε ο Νίκος Μπουνάκης, μιλώντας σε συνάντηση που είχε με πολυπληθή ομάδα Ηρακλειωτών.
Ο γνωστός επιχειρηματίας και υποψήφιος δημοτικός σύμβουλος με τη «Δύναμη Πολιτών» του Βασίλη Λαμπρινού, θέλοντας να ξεδιπλώσει την πρότασή του για το Ηράκλειο, εν όψει των εκλογών της Κυριακής, προσκάλεσε σε διάλογο, πολίτες που καλύπτουν όλο το φάσμα των παραγωγικών, επιχειρηματικών, επιστημονικών δυνάμεων.
Αναφερόμενος στα καίρια ζητήματα της περιόδου που διανύουμε υποστήριξε πως «η αντιμετώπισή τους δεν μπορεί να είναι αποσπασματική. Ούτε να γίνεται με εμβόλιμες παρεμβάσεις». Άλλωστε, όπως υπογράμμισε, «πολλά από τα φλέγοντα προβλήματα οφείλονται στο ότι η επίλυσή τους δεν εντάχθηκε σε ένα ολοκληρωμένο επιχειρησιακό σχέδιο ανάπτυξης. Μια αναγκαιότητα που προέταξε από την πρώτη στιγμή της εκλογής του ο νυν Δήμαρχος Βασίλης Λαμπρινός. Στην πραγματικότητα δημιούργησε τις προϋποθέσεις, το Ηράκλειο να αποκτήσει μια μητροπολιτική οργάνωση και λειτουργία».
Κατά τον Νίκο Μπουνάκη σήμερα έχουν ωριμάσει οι συνθήκες ο δήμος να αποκτήσει ισχυρή πολιτική και αναπτυξιακή υπόσταση, αναπτύσσοντας πρωτοβουλίες μεγάλης εμβέλειας. Συγκεκριμένα ανέφερε: «Ιεραρχώντας τις προτεραιότητές μας θα έχουμε τη δική μας συμβολή και συνδρομή στην προώθηση και υλοποίηση έργων μακράς πνοής. Στην πολιτική ατζέντα της νέας τετραετίας Λαμπρινού τα έργα υποδομής είναι σε πρώτο πλάνο. Μαζί με αυτά βρίσκονται οι αναπτυξιακές μας δυνατότητες, καθώς βέβαια και τα προβλήματα της καθημερινότητας, έχοντας κεντρική επιδίωξη η πόλη μας να είναι καθαρή σύγχρονη, λειτουργική και φιλόξενη».
Στα έργα υποδομής εντάσσει και τα υπερτοπικής σημασίας, τον ΒΟΑΚ, αλλά και το νέο αεροδρόμιο στο Καστέλι. Όπως διατείνεται: «Ο δήμος δεν είναι νησίδα αποκομμένη από τον περιβάλλοντα χώρο. Εξ ου και έχει θέσεις και μπορεί να κάνει και παρεμβάσεις για τις υποδομές που παίζουν καθοριστικό ρόλο στην ανάπτυξή μας. Ως εκ τούτου, η συνεργασία μας με την Περιφέρεια, τα αρμόδια υπουργεία και τους επιχειρηματικούς ομίλους που εμπλέκονται σ’ αυτά τα έργα είναι επιβεβλημένη».
Προς την κατεύθυνση αυτή κινείται και η πρόταση του για την αξιοποίηση της έκτασης μετά τη μετεγκατάσταση του αεροδρομίου, με τη δημιουργία χώρου για νεοφυείς επιχειρήσεις και την παράλληλη ανάπτυξη δομών υψηλής τεχνολογίας. Η δημοτική αρχή μπορεί να συντονίζει τη συνέργειά τους με τα πανεπιστημιακά και ερευνητικά ιδρύματα.
Ένα άλλο εμβληματικό για τον Νίκο Μπουνάκη έργο είναι ο εκσυγχρονισμός του λιμανιού και η βελτίωση της λειτουργίας του, γνωρίζοντας ότι μαζί με το αεροδρόμιο αποτελούν τις πύλες εισόδου για μεγάλο αριθμό επισκεπτών, Ελλήνων και ξένων.
Ξεχωριστή βαρύτητα προσδίδει και στον τουρισμό, κάνοντας λόγο «για το νέο ραντεβού του Ηρακλείου με την τουριστική ανάπτυξη», επισημαίνοντας πως «ο δήμος έχει ήδη διαμορφώσει ολοκληρωμένο σχέδιο για την τουριστική προβολή της πόλης. Αναδεικνύει την τουριστική της αξία, εστιάζοντας αφ’ ενός στο πλούσιο ιστορικό της παρελθόν με τα εμβληματικά μνημεία: Κνωσσός, Φαιστός, Ενετικά Τείχη, Αρχαιολογικό Μουσείο. Αφ’ ετέρου στο παρόν, στις εμπειρίες που προσφέρει ως αστικός προορισμός: εκδηλώσεις, γαστρονομία και οινογνωσία, τοπικά προϊόντα, αγορές, νυχτερινή διασκέδαση.
Παράλληλα κρίνει πως το Ηράκλειο μπορεί να προσελκύσει τουρισμό υψηλών εισοδημάτων τόσο με την ανασυγκρότηση της περιοχής των Καμινίων, μετά τη δημιουργία του νέου γηπέδου του ΟΦΗ, το «άνοιγμά» της στη θάλασσα και τη σύνδεσή της με τη Μαρίνα που θα δημιουργηθεί κοντά στο Παγκρήτιο.
Επιπλέον ο Νίκος Μπουνάκης, επικαλούμενος και την επαγγελματική του εμπειρία μιας και δουλεύει χρόνια στον αγροτικό τομέα, δηλώνει με έμφαση: «Η ενδοχώρα είναι δεξαμενή ανάπτυξης». Όπως ισχυρίζεται «το πάντρεμα του αστικού ιστού της πόλης με τις γειτονιές της και την ενδοχώρα, η οργανική μεταξύ τους σχέση είναι ζωτική ανάγκη. Παράγει υπεραξία για την τοπική κοινωνία».
Προκειμένου να εξυπηρετηθεί η κεντρική αυτή στόχευση, προτείνει τη δημιουργία Αντιδημαρχίας Υπαίθρου, που θα στηρίζεται στον δικό της προϋπολογισμό, σε συγκεκριμένο αναπτυξιακό σχέδιο, έχοντας και τη συνδρομή ειδικών επιστημόνων.
Ιδιαίτερη αξία έχει για τον Νίκο Μπουνάκη η προστασία του περιβάλλοντος και η πράσινη ανάπτυξη. Στο πλαίσιο αυτό κινείται το Περιβαλλοντικό Πάρκο Κυκλικής Οικονομίας. Πρόκειται -λέει- για ένα καινοτόμο έργο του Δήμου Ηρακλείου, το πρώτο στην Ελλάδα πάρκο ανακύκλωσης και διαχείρισης απορριμμάτων, το οποίο παράλληλα θα διαθέτει χρήσεις και δραστηριότητες έρευνας, καινοτομίας, περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, καθώς και αναψυχής και ψυχαγωγίας.
Παράλληλα, θεωρεί πως το πρόσφατο κρούσμα του γενικού μπλακάουτ που αντιμετώπισε η Κρήτη καταδεικνύει την ανάγκη ενεργειακής αναβάθμισης του τόπου. Ο δήμος επιμένοντας στη βιώσιμη και καθαρή ανάπτυξη στηρίζει όλες εκείνες τις πρωτοβουλίες που εντάσσονται στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.
Πιστεύει ακράδαντα πως «το Ηράκλειο –η πόλη και η ενδοχώρα του- διαθέτει όλες τις προϋποθέσεις για να αναδειχθεί σε ελκυστικό επενδυτικό προορισμό». Φαίνεται μάλιστα να γνωρίζει το νέο οικονομικό περιβάλλον γι’ αυτό και υπερθεματίζει στη θέση ότι «ο δήμος Ηρακλείου μπορεί να γίνει ισχυρή οικονομική και αναπτυξιακή υποδομή. Αλλά και να αναπτύξει συνέργειες με τον επιχειρηματικό κόσμο».
Με ορίζοντα τα επόμενα τέσσερα χρόνια ο Νίκος Μπουνάκης προτάσσει την αναγκαιότητα το Ηράκλειο να καταστεί μητροπολιτικό κέντρο, στηρίζοντας, προωθώντας και υλοποιώντας μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες πολιτικές. Οι συνέργειες με τους φορείς της αυτοδιοίκησης, αλλά και της κεντρικής διοίκησης, καθώς και με εκείνους της ιδιωτικής οικονομίας είναι εκ των ων ουκ άνευ, προκειμένου να επιτευχθούν υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης και συγκεκριμένοι και μετρήσιμοι στόχοι.