Υποχρεωτική εργασία για αιτούντες άσυλο, μια νέα πρακτική στη Γερμανία
Η ιδέα για υποχρέωση αιτούντων άσυλο σε κοινωφελή εργασία στη Γερμανία -εξαιρουμένων προσφανώς των ανηλίκων– είχε πέσει από τα τέλη του περασμένου έτους στο «τραπέζι» της Διάσκεψης των Πρωθυπουργών των 16 ομόσπονδων κρατιδίων.
«Οι υπάρχοντες κανονισμοί πρέπει να αλλάξουν», ανέφεραν σε σχέδιο ψηφίσματος, «ώστε να ισχύει η υποχρέωση ανάληψης εργασίας μόλις οι ικανοί προς τούτο αιτούντες άσυλο ανατεθούν, από το αρχικό κέντρο υποδοχής, στους δήμους».
«Η αναμονή για μαθήματα γλώσσας και ένταξης δεν πρέπει πλέον να αποτελεί λόγο για καθυστερημένη ένταξη στην αγορά εργασίας», ανέφεραν.
Το χαρακτήριζαν «πλέον μη αποδεκτό», εν μέσω αυξανόμενου αριθμού αιτούντων άσυλο στη χώρα και της «συνεχώς αυξανόμενης έλλειψης εργατικού δυναμικού».
Η συζήτηση άναψε στο φόντο της ασθμαίνουσας γερμανικής οικονομίας, που έχει μεγάλη ανάγκη από νέα εργατικά χέρια, ενώ ο πληθυσμός γερνά.
Πλέον ορισμένες περιοχές της Γερμανίας έχουν περάσει στην εφαρμογή του πιλοτικού προγράμματος.
Πρώτη διδάξασα είναι η περιφέρεια Ζάαλε-Όρλα στο ανατολικό κρατίδιο της Θουριγγίας.
Δεκάδες αιτούντες άσυλο κάνουν έως τέσσερις ώρες κοινωφελούς εργασίας την ημέρα για 0,80 ευρώ την ώρα, σε «μη κερδοσκοπικές θέσεις», ενώ το τυπικό κατώτατο ωρομίσθιο στη Γερμανία είναι περίπου 12,41 ευρώ.
Ο πενιχρός μισθός τους συμπληρώνει ένα μηνιαίο επίδομα ύψους σχεδόν 500 δολαρίων από το κράτος, εν προκειμένω όχι σε μετρητά, αλλά μέσω προπληρωμένων καρτών.
Οι περισσότεροι βοηθούν στη λειτουργία του καταλύματος στο οποίο φιλοξενούνται.
Ένας μικρότερος αριθμός απασχολείται σε εξωτερικές δουλειές.
Μια πρόσφυγας από τη Συρία, η 49χρονη Χανάν, πλένει 400 ποδοσφαιρικές φανέλες την εβδομάδα και καθαρίζει τους χώρους στον αθλητικό σύλλογο της πόλης Νόισταντ αν ντερ Όρλα.
Ο 26χρονος Ανάς επίσης από τη Συρία, περιποιείται στις ίδιες εγκαταστάσεις τους φράκτες και το γκαζόν.
Άλλοι αιτούντες άσυλο εργάζονται σε μια τοπική τράπεζα τροφίμων.
Για όσους πληρούν τα κριτήρια ένταξης στο πιλοτικό πρόγραμμα, αλλά αρνούνται την κοινωφελή εργασία, επιβάλλεται μείωση του επιδόματος που λαμβάνουν κατά το ένα τρίτο.
Προεκλογικά παιχνίδια;
Έχοντας αναλάβει καθήκοντα από τον περασμένο Φεβρουάριο, ο νεοεκλεγείς περιφερειάρχης της Ζάαλε-Όρλα, Κρίστιαν Χέργκοτ -μέλος των κεντροδεξιών Χριστιανοδημοκρατών και τοπικός επικεφαλής του κόμματος στη Θουριγγία- δηλώνει περήφανος που πρωτοστάτησε στην εφαρμογή του πιλοτικού προγράμματος.
Θεωρεί ότι με αυτόν τον τρόπο δίνεται στους αιτούντες άσυλο η ευκαιρία να αποκτήσουν μια καθημερινή ρουτίνα, να ενσωματωθούν στην κοινωνία και να μάθουν γερμανικά.
Υποστηρίζει πως ό,τι γίνεται, γίνεται για καλό.
Το επιχείρημά του είναι πως όσοι δουν τις αιτήσεις τους να εγκρίνονται, θα έχουν κάνει ένα πρώτο βήμα προς την εύρεση εργασίας.
Όσων αντίθετα οι αιτήσεις για άσυλο απορριφθούν, θα έχουν συνεισφέρει κάτι στη χώρα και στους φορολογούμενους που τους φιλοξένησαν για λίγο.
Όμως η πολιτική του Χέργκοτ έχει προκαλέσει πλήθος επικριτικών αναφορών στα ΜΜΕ και θύελλα αντιδράσεων από ειδικούς, οργανώσεις αρωγής προσφύγων και πολιτικούς, συμπεριλαμβανομένων ομολόγων του από άλλες περιοχές της Θουριγγίας.
Γίνεται λόγος για καταναγκαστική εργασία, ως και σκλαβοπάζαρο, με την επίκληση άρθρων του Νόμου περί Παροχών για τους αιτούντες άσυλο, που ισχύουν εδώ και 30 χρόνια, αλλά δεν είχαν εφαρμοστεί σχεδόν ποτέ στην πράξη.
Αντίθετα, καταγγέλλεται ότι το επίμαχο πιλοτικό πρόγραμμα εφαρμόζεται στο πλαίσιο λαϊκιστικών μικροκομματικών τακτικών, ενόψει των κρίσιμων τοπικών εκλογών.
Απομένουν λιγότεροι από δύο μήνες μέχρι να στηθούν οι κάλπες σε σε τρία ανατολικά γερμανικά κρατίδια, συμπεριλαμβανομένης της Θουριγγίας, όπου το ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) αναμένεται να σημειώσει σημαντικά εκλογικά κέρδη.
Αν και σε εθνικό επίπεδο τα ποσοστά του πέφτουν -όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις και κατέδειξαν οι ευρωεκλογές- το AfD συνεχίζει να βρίσκεται στην κορυφή στη Θουριγγία, με πρόθεση ψήφου στο 30%.
Οι κεντροδεξιοί Χριστιανοδημοκράτες κυμαίνονται γύρω στο 20% και έχουν ανάγκη να προσελκύσουν ψήφους.
Με την υποχρεωτική εργασία για τους αιτούντες άσυλο, θεωρείται ότι κλείνουν ξεκάθαρα το μάτι σε όσους ψηφοφόρους τους διολισθαίνουν προς την άκρα Δεξιά.
«Λιγότερη γραφειοκρατία, κανονικές δουλειές»
Κάποιοι βάζουν «την εκμετάλλευση πριν από την ενσωμάτωση», σχολίασε για το επίμαχο πρόγραμμα υποχρεωτικής κοινωφελούς εργασίας η γερμανική οργάνωση υπέρ του ασύλου Pro Asyl.
Η Θουριγγία δεν αποτελεί μοναδική περίπτωση.
Σήμερα υπάρχουν περίπου 18.000 τέτοιες θέσεις εργασίας σε όλη τη Γερμανία.
Η εγχώρια αγορά εργασίας εν τω μεταξύ έχει σοβαρή έλλειψη σε εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό.
Για να διατηρήσει τον τρέχοντα ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης, υπολογίζεται ότι χρειάζεται 400.000 νέους εργαζομένους ετησίως.
Στο μεσοδιάστημα, οι αιτούντες άσυλο στη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης μπορούν να αναζητήσουν εργασία χωρίς σχετική άδεια μετά από 3-9 μήνες παραμονής στη χώρα, αναλόγως της οικογενειακής κατάστασης.
Πρόκειται ωστόσο για μια αναζήτηση που συχνά σκοντάφτει σε μύρια όσα προβλήματα.
Έχουν να κάνουν με τη χρονοβόρα γραφειοκρατία.
Τη μη γνώση της γερμανικής γλώσσας, αλλά και τη μακρά αναμονή στα προγράμματα ενσωμάτωσης.
Τα ανεπαρκή προσόντα ή, αντίθετα, προσόντα που δεν αναγνωρίζονται από τις γερμανικές αρχές.
Την απροθυμία των επιχειρήσεων για προσλήψεις αιτούντων άσυλο, το καθεστώς των οποίων εκκρεμεί.
Κατά τα λοιπά, εν μέσω αυστηροποίσης της μεταναστευτικής πολιτικής και υποχώρησης της επενδυτικής εμπιστοσύνης, ο κυβερνητικός συνασπισμός της Γερμανίας εξετάζει τώρα τη χαλάρωση των νομικών εμποδίων για την απασχόληση αιτούντων άσυλο, ακόμη κι αν δεν έχουν θεμελιώσει καθεστώς διαμονής.
Δύο μέτρα και δύο σταθμά
Προς επίρρωση, μελέτη του Ινστιτούτου Ερευνών για την Απασχόληση (IAB) καταγράφει ότι από όσους πρόσφυγες και μετανάστες έφτασαν στη Γερμανία κατά τη μεγάλη κρίση του 2015, μέχρι το 2022 μόλις τα δύο τρίτα είχαν βρει δουλειά.
Εξ αυτών, το 41% ήταν σε θέσεις εργασίας κατώτερες του επίπεδου απασχόλησης που είχαν πίσω στις πατρίδες τους.
Εξαίρεση δείχνει να αποτελεί ο αριθμός των εργαζόμενων γιατρών από τη Συρία, που έχει πενταπλασιαστεί από το 2012 και αποτελούν πλέον τη μεγαλύτερη ομάδα αλλοδαπών γιατρών.
Η 49χρονη Χανάν εν τω μεταξύ, που κάνει αναγκαστικά πλην πρόθυμα κοινωφελή εργασία, πλένοντας ποδοσφαιρικές φανέλες στον σύλλογο του Νόισταντ αν ντερ Όρλα, δεν έχει ακόμη βρει ελεύθερη θέση στο τοπικό πρόγραμμα εκμάθησης της γερμανικής γλώσσας, έπειτα από επτά μήνες παραμονής στη χώρα.
Τις ώρες που εργάζεται δεν έχει σχεδόν καμία αλληλεπίδραση με ντόπιους και για τις ανάγκες της καθημερινότητάς της χρησιμοποιεί ακόμη μια εφαρμογή μετάφρασης στο κινητό της. ΙΝ