Τι σημαίνει για Τουρκία και Συρία η έκκληση Οτσαλάν προς το ΡΚΚ να καταθέσει τα όπλα;

Σε μια νέα ριζική στροφή στην κουρδοτουρκική σύγκρουση, ο Αμπντουλάχ Οτσαλάν, ο επί μακρόν φυλακισμένος ηγέτης του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK), κάλεσε την οργάνωση που ο ίδιος ίδρυσε να καταθέσει τα όπλα και να διαλυθεί.
Ο Οτσαλάν, ο οποίος είναι φυλακισμένος από το 1999 στις φυλακές του νησιού Ιμραλί, διατύπωσε το μήνυμά του με τους πιο σκληρούς όρους.
«Πραγματοποιήστε τη συνδιάσκεψή σας και πάρτε μια απόφαση», διεμήνυσε, προσθέτοντας πως «όλες οι ομάδες πρέπει να καταθέσουν τα όπλα τους και το PKK πρέπει να διαλυθεί».
Και όχι μόνον αυτό – ο Κούρδος ηγέτης ανέλαβε την ιστορική ευθύνη για το κάλεσμα αυτό, σηματοδοτώντας μια ριζική αλλαγή στη στάση του μετά από δεκαετίες ένοπλου αγώνα κατά του τουρκικού κράτους.
Η πρόταση αυτή του Οτσαλάν αποτελεί ένα σημαντικό σημείο καμπής στη σύγκρουση μεταξύ του PKK και του τουρκικού κράτους, η οποία έχει στοιχίσει δεκάδες χιλιάδες ζωές και έχει εκτοπίσει εκατομμύρια ανθρώπους από τη δεκαετία του 1980.
Το ΡΚΚ έχει χαρακτηριστεί ως τρομοκρατική οργάνωση από την Τουρκία, τις ΗΠΑ και την ΕΕ και αποτελεί εδώ και δεκαετίες στόχο εκτεταμένων στρατιωτικών επιχειρήσεων και καταστολής.
Ωστόσο, η έκκληση του Οτσαλάν να καταθέσει τα όπλα έχει βαθιές επιπτώσεις τόσο πολιτικές όσο και στην ασφάλεια, καθώς έρχεται σε μια εποχή που η περιοχή βιώνει ραγδαίους γεωπολιτικούς μετασχηματισμούς – ιδίως με τις συνεχιζόμενες εξελίξεις στην Συρία και το Ιράκ και την κλιμάκωση των εντάσεων μεταξύ της Άγκυρας και των δυτικών συμμάχων της για το κουρδικό ζήτημα.
Ένα νέο κεφάλαιο ειρήνης;
Στο εσωτερικό της Τουρκίας, η πρόσκληση του Οτσαλάν αναμένεται να ανοίξει την πόρτα σε μια νέα ειρηνευτική διαδικασία μεταξύ της κυβέρνησης και της κουρδικής μειονότητας, η οποία υπολογίζεται στο 20% του πληθυσμού της χώρας.
Ο αφοπλισμός μπορεί να συμβάλει στη μείωση των εσωτερικών εντάσεων, ιδίως στις νοτιοανατολικές περιοχές της Τουρκίας με κουρδική πλειοψηφία, οι οποίες εδώ και δεκαετίες γίνονται μάρτυρες βίαιων συγκρούσεων μεταξύ του τουρκικού στρατού και των μαχητών του ΡΚΚ.
Παράλληλα, η πολιτική και κοινωνική σταθερότητα θα μπορούσε να βοηθήσει τους Κούρδους να ενσωματωθούν καλύτερα στην τουρκική πολιτική – αν φυσικά το επιτρέψει το αυταρχικό καθεστώς Ερντογάν – και κοινωνική ζωή, γεγονός που μπορεί να ενισχύσει την εθνική ενότητα και να μειώσει την εθνοτική και πολιτική πόλωση.
Η αλλαγή στη σύγκρουση θα μπορούσε επίσης να συμβάλει στη βελτίωση των διεθνών σχέσεων, με την Άγκυρα να την αξιοποιεί ενδεχομένως για να βελτιώσει τις σχέσεις της με την Ουάσινγκτον και την ΕΕ, οι οποίες έχουν επανειλημμένα επικρίνει τις πολιτικές της έναντι των Κούρδων.
Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν και το κυβερνών κόμμα του AKP έχουν υιοθετήσει εδώ και καιρό μια σκληρή στάση απέναντι στο PKK και μπορεί να δουν αυτή την πρόσκληση ως μια ευκαιρία για να τερματίσουν την ένοπλη εξέγερση με τους δικούς τους όρους.
Από την άλλη πλευρά, είναι πολύ νωρίς για να πει κανείς αν το ΡΚΚ θα ανταποκριθεί πλήρως στην πρόσκληση του Οτσαλάν, ιδίως δεδομένης της πολυπλοκότητας των τουρκοκουρδικών σχέσεων και των αλλαγών που συντελούνται στην περιοχή, τις οποίες πολλοί θα δουν ως ευκαιρία για να ενισχύσουν τα διαπραγματευτικά τους «χαρτιά».
Αναδιαμόρφωση συμμαχιών και ισορροπιών
Οι επιπτώσεις της έκκλησης του Οτσαλάν επεκτείνονται και στην Συρία, όπου το PKK και οι σύμμαχοί του, όπως οι κουρδικές Μονάδες Προστασίας του Λαού (YPG), είναι βασικοί παράγοντες στο βόρειο τμήμα της χώρας. Με την υποστήριξη των ΗΠΑ, οι εν λόγω παρατάξεις ελέγχουν μεγάλες περιοχές και διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στον πόλεμο κατά του Ισλαμικού Κράτους.
Εκεί, το κάλεσμα του Κούρδου ηγέτη μπορεί να αναδιαμορφώσει τις συμμαχίες και τις ισορροπίες, ιδίως υπό το πρίσμα της πολυπλοκότητας της συριακής σύγκρουσης και των αλληλοεπικαλυπτόμενων περιφερειακών και διεθνών συμφερόντων, συμπεριλαμβανομένων της Τουρκίας, των ΗΠΑ, της Ρωσίας και του Ιράν.
Μπορεί επίσης να ενθαρρύνει τις κουρδικές παρατάξεις να αρχίσουν διαπραγματεύσεις, είτε με τη νέα de facto συριακή κυβέρνηση είτε με άλλες περιφερειακές δυνάμεις, με στόχο την επίτευξη μιας πολιτικής διευθέτησης που θα εγγυάται τα κουρδικά δικαιώματα και θα συμβάλλει στη συνολική σταθερότητα της περιοχής.
Επιπλέον, οι επεμβάσεις της Τουρκίας στη βόρεια Συρία ενδέχεται να αμβλυνθούν. Η Άγκυρα πάντα δικαιολογούσε τις στρατιωτικές επιχειρήσεις της στην περιοχή ως μέρος της καταπολέμησης αυτού που αποκαλεί «κουρδική τρομοκρατία», αλλά μπορεί τώρα να αναγκαστεί να επανεξετάσει τις στρατηγικές της.
Η ανταπόκριση στο κάλεσμα Οτσαλάν δεν είναι δεδομένη
Την ίδια ώρα, το κάλεσμα Οτσαλάν έρχεται σε μία εποχή πρωτοφανούς πολιτικής αναταραχής στη Μέση Ανατολή, γεγονός που καθιστά μια σπάνια ιστορική ευκαιρία για τον τερματισμό μιας σύγκρουσης δεκαετιών.
Αλλά όπως και στην Τουρκία, η αντίδραση των Κούρδων της Συρίας στην πρόταση του Οτσαλάν δεν είναι καθόλου δεδομένη. Σε περιφερειακό επίπεδο, η κίνηση αυτή θα μπορούσε να επανασχεδιάσει τον χάρτη των συμμαχιών, ειδικά αν καταφέρει να επιτύχει μια τουρκοκουρδική προσέγγιση που θα οδηγήσει σε αποκλιμάκωση στην Συρία και το Ιράκ.
Παρ’ όλες τις ελπίδες που μπορεί να γεννήσει η πρόταση του Οτσαλάν, υπάρχουν πολλές προκλήσεις που θα μπορούσαν να σταθούν εμπόδιο σε μια διαρκή ειρήνη, συμπεριλαμβανομένης της εσωτερικής πολιτικής του ΡΚΚ. Η ιδέα του αφοπλισμού μπορεί ακόμη να απορριφθεί από τους σκληροπυρηνικούς, ιδίως εκείνους που θεωρούν τον ένοπλο αγώνα ως τη μόνη επιλογή για την επίτευξη των κουρδικών δικαιωμάτων.
Η προοπτική της ειρήνης εξαρτάται τέλος – και πρωτίστως – από την προθυμία της Άγκυρας να κάνει πολιτικές παραχωρήσεις, όπως η προώθηση των πολιτιστικών και πολιτικών δικαιωμάτων των Κούρδων. ΙΝ