«Δεν μπορώ να νιώθω ασφαλής μετά τη σεξουαλική κακοποίηση που βίωσα ως παιδί, αλλά από τη θέση που βρίσκομαι ζητώ από το Συμβούλιο της Ευρώπης και από τα κράτη-μέλη να κάνουν ό,τι είναι δυνατόν ώστε να διασφαλίσουν πως τα παιδιά της μπορούν να είναι ασφαλή. Το μέλλον της ΕΕ εξαρτάται από τα παιδιά της. Και ζητώ από αυτήν να τα προστατεύσει». Με τα παραπάνω λόγια έκλεισε τον φορτισμένο λόγο του ο 28χρονος Χουάν Κουατρεκάσας από την Ισπανία, στο Διεθνές Συνέδριο με τίτλο «Ενάντια στην παιδική κακοποίηση σε ιδρύματα της Ευρώπης» που πραγματοποιήθηκε στο Στρασβούργο στις 6 Δεκεμβρίου. Ο νεαρός άνδρας, ο οποίος βίωσε σεξουαλική κακοποίηση στα 12 χρόνια του από τον δάσκαλο του εκκλησιαστικού σχολείου στο οποίο φοιτούσε, δεν σιώπησε. Απεναντίας, ένωσε τη σπασμένη φωνή του με εκείνη των υπόλοιπων επιζώντων που μίλησαν επίσης.
Πολλοί ήταν οι άνθρωποι που επιχείρησαν με γενναιότητα, χρόνια μετά το επώδυνο συμβάν που καθόρισε τη ζωή τους, να διαχειριστούν μία ανοιχτή πληγή που άνοιξε με την κακοποίηση και ίσως κλείσει με την αναγνώριση και την επανόρθωση της αδικίας που υπέστησαν. Σε αυτή την κατεύθυνση υπουργοί, πολιτικοί, εμπειρογνώμονες καθώς και ειδικοί σε θέματα παιδικής προστασίας από όλη την Ευρώπη συμμετείχαν στις εργασίες του συνεδρίου, με αντικείμενο τις στρατηγικές βάσει των οποίων η κάθε χώρα επιδιώκει να οικοδομήσει ένα πλαίσιο προστασίας και ένα δίκτυο ασφαλείας για κάθε παιδί που απειλείται.
Η Ελλάδα εκπροσωπήθηκε από την Ευτυχία Κατσιγαράκη, γενική διευθύντρια Ειδικών Νομικών Υποθέσεων και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ελληνικού υπουργείου Δικαιοσύνης και εθνική εμπειρογνώμονα στο δίκτυο της ΕΕ για τα δικαιώματα του παιδιού, τον Γιώργο Νικολαΐδη, ψυχίατρο και επικεφαλής της Διεύθυνσης Ψυχικής Υγείας και Κοινωνικής Πρόνοιας του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού και την Αγγελική Βεργίτση, διευθύντρια της «Πρωτοβουλία για Δικαιοσύνη» στην Ελλάδα.
Ο λόγος στους επιζώντες
«Θα ήθελα να πω λίγα λόγια για τη ζωή μου. Οταν έφτασα στη Γαλλία ήμουν 3 ετών. Τοποθετήθηκα σε μια ανάδοχη οικογένεια που με αντιμετώπιζε μόνο ως αντικείμενο κακοποίησης. Δεν με έβλεπαν ως παιδί, ήμουν το κορίτσι για το μαστίγωμα». Η 59 ετών σήμερα Μαρί-Ζερμέν Βαλερί ήταν μεταξύ των περίπου 2.000 παιδιών που εκτοπίστηκαν σε 83 γαλλικά γεωγραφικά διαμερίσματα, βιώνοντας βίαιο αποχωρισμό, κακοποιήσεις και τεράστιο έλλειμμα αγάπης. Η ίδια αναγκάστηκε να αποχωριστεί τους γονείς της, να εγκαταλείψει τη Ρενιόν και να μεταφερθεί στη μητροπολιτική Γαλλία «ακολουθώντας την επικίνδυνη και αμφίβολη ουτοπία ενός καλύτερου μέλλοντος» που δεν ήρθε ποτέ. «Οι πληγές που κουβαλάμε σήμερα δεν είναι μόνο σωματικές. Είναι πληγές που δεν μπορούν να επουλωθούν», λέει με τρεμάμενη φωνή.
Από την άλλη, ο 71χρονος σήμερα Αντόνιο μπορεί να μη στερήθηκε την ασφάλεια και τη θαλπωρή της οικογενειακής εστίας, αλλά ως το μεγάλο παιδί μίας πολύτεκνης και βαθιά θρησκευόμενης καθολικής οικογένειας παρέμεινε εσώκλειστος σε ένα ιεροδιδασκαλείο της Πορτογαλίας για 17 μήνες. Εκεί, στην τρυφερή ηλικία των 10 ετών, ήρθε αντιμέτωπος με το σκληρό πρόσωπο της σεξουαλικής βίας από έναν ιερέα. «Συχνά με υπέβαλε σε σεξουαλική κακοποίηση», θυμάται. Το μικρό αγόρι τοποθετήθηκε σε ένα άλλο θρησκευτικό ίδρυμα για αγόρια που λεγόταν «Καταφύγιο της Μητέρας του Ουρανού», ωστόσο η ασφάλεια και η γαλήνη που ο 12χρονος τότε Αντόνιο προσδοκούσε, δεν επήλθαν. «Επικεφαλής ήταν ένας φραγκισκανός μοναχός, που δεν ήταν μόνο ένα σεξουαλικό αρπακτικό, αλλά και ένα στυγνός εγκληματίας που επέβαλε αυστηρές σωματικές τιμωρίες και πείνα στα αγόρια».
Μιλώντας στα «ΝΕΑ», αδυνατεί να συγκρατήσει τα δάκρυά του. «Με συγκινεί πολύ όταν ακούω άλλους επιζώντες, θυμάμαι ξανά τα βάσανα και τις τιμωρίες που υπέφερα και αυτό είναι κάτι εξαιρετικά οδυνηρό». Οπως παραδέχεται, «τη χρυσή εποχή της νιότης μου ζούσα με βαθιά συναισθήματα ενοχής, οργής, φόβου, μερικές φορές αυτοτραυματιζόμουν, υποφέροντας από εκφοβισμό και ζώντας με ένα σύμπλεγμα κατωτερότητας, ντροπής και ταπείνωσης». Ο Αντόνιο παρέμενε εγκλωβισμένος στη σιωπή για περισσότερα από δέκα χρόνια, έως ότου αποκαλύψει την αλήθεια και να «απελευθερωθεί από το βουβό τραύμα». Σήμερα είναι πατέρας, παππούς και μάχεται σθεναρά για την προάσπιση των δικαιωμάτων των παιδιών μέσα από την ενεργή συμμετοχή του στην Ενωση Θυμάτων «CORAÇÃO SILENCIADO» (Σιωπηλή Καρδιά). Αναφερόμενος δε στα όσα συμβαίνουν στη χώρα του, λέει πως «στην πραγματικότητα, καμία πρωτοβουλία δεν έχει ληφθεί μέχρι στιγμής, ούτε από την κυβέρνηση ούτε από το Κοινοβούλιο. Επίσης, η πορτογαλική Καθολική Εκκλησία καθυστερεί την υποσχεθείσα αποζημίωση στα θύματα, επιβάλλοντας σκληρούς γραφειοκρατικούς κανόνες». Τίποτα όμως δεν τον σταματά και προτρέπει όλους τους επιζώντες να μιλήσουν για όσα μαρτυρικά βίωσαν. «Για μένα δεν είναι απλώς ζήτημα καταγγελίας και κατηγορίας των δραστών, αλλά μία μάχη στον αγώνα κατά της υποκρισίας»
«Βλέπω το πρόσωπό μου στους επιζώντες κι εκείνοι το δικό μου στα δικά τους πρόσωπα, ακριβώς γιατί μας συνδέει ένας κοινός πόνος» εξομολογείται στα «ΝΕΑ» o Χουάν. «Παραμένω αισιόδοξος, καθώς η ελπίδα για δικαίωση είναι το μόνο που μας έχει απομείνει. Μπορεί για τα κράτη η παιδική προστασία να αποτελεί μέρος της πολιτικής ατζέντας, για εμάς όμως είναι κάτι πολύ περισσότερο καθώς μέχρι να θεσπιστεί και να εφαρμοστεί πλήρως ο νόμος, τα παιδιά θα παραμένουν απροστάτευτα». Σήμερα, ο ίδιος με τους γονείς του ηγούνται της οργάνωσης «Infancia Robada» (Κλεμμένη Παιδικότητα), η οποία έχει ήδη βοηθήσει έμπρακτα αρκετά θύματα κακοποίησης. Στόχος του 28χρονου νέου είναι να λειτουργήσει ως φύλακας της παιδικότητας, που ο ίδιος αναίτια έχασε.
Στην Ελβετία ο δρόμος της αποκάλυψης ήταν ένα σκληρό και δύσβατο μονοπάτι
Η πλαισίωση, υποστήριξη και δικαίωση των θυμάτων παιδικής κακοποίησης στην Ελβετία αποτέλεσε την αφετηρία δημιουργίας του Ιδρύματος Guido Fluri, απότοκο της οποίας ήταν η σύσταση της ευρωπαϊκής «Πρωτοβουλίας για Δικαιοσύνη» (Justice Initiative). Μιας οργάνωσης στην οποία συμμετέχουν 14 ευρωπαϊκά κράτη, συμπεριλαμβανομένης της χώρας μας. Σημείο-σταθμός για την Ελβετία, το μοντέλο της οποίας αποτελεί πρότυπο για τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά κράτη, υπήρξε η ψήφιση του εμβληματικού ελβετικού Νόμου Αποκατάστασης (AFZFG) για τους επιζώντες. Φέτος, η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης ενέκρινε ομόφωνα ψήφισμα (2533) που καλεί τα κράτη μέλη να αναγνωρίσουν την κακοποίηση στις χώρες τους, να παρέχουν αποζημιώσεις στα θύματα, να προχωρήσουν σε εκτενή διερεύνηση και να βελτιώσουν την πρόληψη.
«Αυτό το ψήφισμα είναι ορόσημο για την Ευρώπη», δηλώνει ο Γκουίντο Φλούρι, πρόεδρος της «Πρωτοβουλίας για Δικαιοσύνη»: «Στην Ελβετία, χάρη στη συστηματική αντιμετώπιση των 12.000 θυμάτων κακοποίησης, αποδόθηκε εν μέρει δικαιοσύνη. Ηρθε η ώρα να συμβεί κάτι ανάλογο και για τα θύματα κακοποίησης στην υπόλοιπη Ευρώπη». Οπως εξηγεί στα «ΝΕΑ», «στην Ελβετία ο δρόμος της αποκάλυψης ήταν ένα σκληρό και δύσβατο μονοπάτι κι έτσι ήταν πολύ μικρός ο αριθμός όσων αποκάλυπταν τα όσα υπέστησαν. Ομως, αργότερα, ο αριθμός τους μεγάλωσε, κάτι που ανάγκασε τους πολιτικούς να δουν το πρόβλημα και να αναλάβουν δράση» – αν και, όπως ο ίδιος παραδέχεται, «είναι δύσκολο για τους πολιτικούς να αντιληφθούν το μέγεθος του πόνου που βίωσαν αυτοί οι άνθρωποι και αυτό είναι το πιο κρίσιμο σημείο που πρέπει να αλλάξει».
O Γκουίντο Φλούρι, που υπήρξε και ο ίδιος θύμα κακοποίησης σε παιδική ηλικία, εστίασε στη σκληρή πολιτική δουλειά που πρέπει να γίνει τονίζοντας πως αυτή «πρέπει να συνεχίζεται ώστε να εφαρμοστεί η απόφαση του Συμβουλίου της Ευρώπης, που έχει τρία σκέλη: αναγνώριση, επανόρθωση και πρόληψη». Σημείωσε δε φορτισμένος πως «κάθε κοινωνία πρέπει να καταλάβει ότι μόνο όταν κοιτάξει πίσω στο παρελθόν της μπορεί να ζήσει το παρόν και το μέλλον της. Αν δεν υπάρξει Δικαιοσύνη για το παρελθόν δεν θα υπάρξει και Δικαιοσύνη για το παρόν και για το μέλλον». «Στη χώρα μας οι επιζώντες της παιδικής κακοποίησης αποτελούν κομμάτι της ιστορίας της», κατέληξε.
Είναι πιο σημαντικό να εστιάσει κανείς σε αυτά που έχει να πει ένα παιδί
«Η προστασία και η προώθηση της ευημερίας των παιδιών είναι από τα σημαντικότερα και ευγενέστερα καθήκοντα της πολιτικής. Με τη νομοθεσία, μπορείτε να κάνετε τη διαφορά: εξετάζοντας, ακούγοντας και αντιμετωπίζοντας την κακοποίηση, καθώς και βελτιώνοντας την προστασία των παιδιών, μπορείτε να συμβάλετε σημαντικά στη δύναμη της χώρας σας», ανέφερε στην ομιλία του ο Μπιτ Τζανς, υπουργός Δικαιοσύνης της Ελβετίας. Ο ίδιος, μιλώντας αποκλειστικά στα «ΝΕΑ», σημείωσε: «Αυτό που διαπίστωσα ασχολούμενος με αυτό το θέμα τις δύο τελευταίες δεκαετίες είναι το μέγεθος του προβλήματος στην Ελβετία, αλλά και τα πόσα λάθη έκανε η κυβέρνηση της χώρας ως προς την αποτελεσματική διαχείριση του προβλήματος, κοιτώντας σε λάθος κατεύθυνση, χωρίς να βλέπει τι πραγματικά συμβαίνει σε αυτόν τον τομέα».
Κύριο μέλημά του ενώπιον ενός ενήλικα που έχει υποστεί κακοποίηση σε παιδική ηλικία θεωρεί την ενσυναίσθηση απέναντι σε κάθε επιζώντα / επιζήσασα. «Αν είχα μπροστά μου ένα παιδί που έπεσε θύμα κακοποίησης, δεν θα του έλεγα τίποτα αλλά θα προτιμούσα να το ακούσω. Είναι πιο σημαντικό να εστιάσει κανείς σε αυτά που έχει να πει ένα παιδί και να προσπαθήσει να κατανοήσει τα συναισθήματά του. Και αυτή η κατανόηση πρέπει να αντανακλάται στη νομοθεσία και σε αυτούς που λαμβάνουν τις σημαντικές αποφάσεις σήμερα. Οφείλουμε να διδαχθούμε από αυτές τις οδυνηρές εμπειρίες των επιζώντων, ώστε να μην επαναλάβουμε στο μέλλον τα λάθη του παρελθόντος».
Πάντως, δεν δίστασε να εκφράσει την αισιοδοξία του για το μέλλον. «Ξέρετε, ποτέ δεν είναι αργά για να αποδοθεί η Δικαιοσύνη», μας είπε με νόημα.