Μετρώντας πληγές, γυρνούν σελίδα – Οι Σοσιαλδημοκράτες στο δρόμο προς τον «μεγάλο συνασπισμό» στη Γερμανία

Δημοσιεύτηκε στις 25/02/2025 09:52

Μετρώντας πληγές, γυρνούν σελίδα – Οι Σοσιαλδημοκράτες στο δρόμο προς τον «μεγάλο συνασπισμό» στη Γερμανία

Στο Willy Brandt Haus, το «στρατηγείο» των Σοσιαλδημοκρατών (SPD) στο Βερολίνο, ο προβληματισμός περίσσευε πολύ προτού ανοίξουν οι κάλπες των πρόωρων ομοσπονδιακών εκλογών της 23ης Φεβρουαρίου στη Γερμανία.

Καταστρώνονταν εδώ και καιρό διάφορα σχέδια για την επομένη των εκλογών, σε ένα κόμμα που ενέκρινε απρόθυμα τη νέα υποψηφιότητα του Όλαφ Σολτς για την καγκελαρία.

Ένα αξίωμα που ο 66χρονος Σοσιαλδημοκράτης πολιτικός κατείχε από το 2021, ηγούμενος μιας προβληματικής συνοχής κυβέρνησης συνασπισμού με τους Πράσινους και τους Φιλελεύθερους (FDP), η οποία τελικά κατέρρευσε με γδούπο τον περασμένο Νοέμβριο, μετά τη ρήξη με τους τελευταίους.

Ουδείς εκ των τριών εταίρων της απερχόμενης κυβέρνησης κατάφερε να αποφύγει τη συρρίκνωση των εκλογικών του ποσοστών.

Το FDP δεν μπήκε καν στην Ομοσπονδιακή Βουλή.

Οι Πράσινοι, τέταρτη κοινοβουλευτική δύναμη, είδαν το ποσοστό τους να μειώνεται στο 11,6% (-3,1% συγκριτικά με τις προηγούμενες εκλογές) και έχασαν 33 έδρες, περιοριζόμενοι στις 85.

Όμως αυτοί που υπέστησαν πανωλεθρία ήταν οι Σοσιαλδημοκράτες, που με το ισχνό 16,4% κατέγραψαν το χειρότερο ιστορικά ποσοστό.

Σε σχέση με τις εκλογές του 2021, έπεσαν κατά 9,3% και έχασαν 86 έδρες, αρκούμενοι πλέον στις 120 και στην θέση της τρίτης κοινοβουλευτικής δύναμης, πίσω από τη νικήτρια Χριστιανική Ένωση (Χριστιανοδημοκράτες/Χριστιανοκοινωνιστές) και το ακροδεξιό AfD, που θα είναι εφεξής η αξιωματική αντιπολίτευση.

Για το SPD, ένα παραδοσιακό κόμμα εξουσίας, η ήττα ήταν -αν και προδιαγεγραμμένη- πολύ πικρή.

Έτσι τη χαρακτήρισε ο ίδιος ο Όλαφ Σολτς, αναλαμβάνοντας την ευθύνη.

Ο απερχόμενος καγκελάριος και επανεκλεγείς βουλευτής με το SPD έχει αποκλείσει κάθε ενδεχόμενο συμμετοχής σε μια νέα κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον Χριστιανοδημοκράτη Φρίντριχ Μερτς, τον διάδοχό του στα «ηνία» της Γερμανίας.

Όμως ένας νέος «μεγάλος συνασπισμός» φαντάζει πλέον η μοναδική λειτουργική λύση για κυβερνητική σταθερότητα εν μέσω τεράστιων εσωτερικών προβλημάτων στη Γερμανία και των γεωπολιτικών προκλήσεων, με τις οποίες βρίσκεται σήμερα αντιμέτωπη όλη η Ευρώπη.

Ο Όλαφ Σολτς φεύγει, ο Φρίντριχ Μερτς έρχεται στη γερμανική καγκελαρία. Το στιγμιότυπο είναι από το πρώτο προεκλογικό ντιμπέιτ μεταξύ τους, στις αρχές Φεβρουαρίου (Michaela Kappeler/Pool via Reuters)

Μοιράζοντας ήδη… υπουργικές καρέκλες

Το πρώτο διερευνητικό τηλεφώνημα από τους Χριστιανοδημοκράτες (CDU) στους Σοσιαλδημοκράτες έγινε ήδη τη επομένη των εκλογών.

Ο Φρίντριχ Μερτς λέει ότι θέλει να έχει συγκροτηθεί νέα κυβέρνηση το αργότερο μέχρι το Πάσχα.

Όμως στους κόλπους του SPD οι γνώμες ακόμη διίστανται για την επόμενη ημέρα.

Με τον Σολτς πάντως υπ’ ατμόν, οι περισσότεροι στην ηγετική ομάδα του κόμματος είναι υπέρ ενός «μεγάλου συνασπισμού».

Λέγεται μάλιστα ότι βρίσκεται εδώ και καιρό στο παρασκήνιο σε εξέλιξη ένας διαγκωνισμός μεταξύ πρωτοκλασάτων στελεχών για τις επόμενες υπουργικές «καρέκλες», με το βλέμμα ήδη στραμμένο στις επόμενες εκλογές και στην κομματική υποψηφιότητα για την καγκελαρία.

Τη «φλερτάρει» ήδη ο 47χρονος συμπρόεδρος του SPD, Λαρς Κλίνγκμπαϊλ, μέλος της πιο συντηρητικής πτέρυγας του κόμματος. «Αυτό το αποτέλεσμα θα απαιτήσει ανατροπές στο SPD», διακήρυξε μετά τη βαριά ήττα της Κυριακής, προαναγγέλλοντας «εκσυγχρονισμό της σοσιαλδημοκρατίας».

Ήδη ορίστηκε επικεφαλής και της κοινοβουλευτικής ομάδας των Σοσιαλδημοκρατών στη νέα Μπούντεσταγκ.

«Στην ηγεσία του κόμματος καταλήξαμε στο συμπέρασμα ότι είναι καλό οι νεότεροι να τραβήξουν το κάρο προς τα εμπρός και οι δυνάμεις να ενωθούν», αναφέρει στην επιστολή παραίτησης ο Ρολφ Μούτσενιχ, κάτοχος του πόστου εδώ και έξι χρόνια.

Με τον διπλό ρόλο του, ο Λαρς Κλίνγκμπαϊλ διεκδικεί ισχυρή εντολή για τις μετεκλογικές διαπραγματεύσεις με την κεντροδεξιά Χριστιανή Ένωση για έναν «GroKo» («μεγάλο συνασπισμό»).

Λέγεται ότι εποφθαλμιά το υπουργείο Εξωτερικών.

Σε αυτή την περίπτωση, ωστόσο, ο κεντρώος Μπόρις Πιστόριους -ο πιο δημοφιλής πολιτικός όχι μόνο του SPD, αλλά στη Γερμανία- δύσκολα θα μπορούσε να παραμείνει υπουργός Άμυνας, ένα από τα πλέον κομβικά πόστα, με φόντο την αλλαγή της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής ασφάλειας.

Πληθαίνουν δε και πάλι οι φωνές στο SPD να είναι ο Πιστόριους υποψήφιος καγκελάριος στις επόμενες εκλογές.

Μέχρι τότε ωστόσο μεσολαβούν -θεωρητικά- άλλα τέσσερα χρόνια και για τους Σοσιαλδημοκράτες το πρωτεύον, σε αυτή τη φάση, είναι η διατήρηση ενιαίας γραμμής.

Ο Όλαφ Σολτς μαζί με τον Σοσιαλδημοκράτη υπουργό Άμυνας και δημοφιλέστερο πολιτικό της Γερμανίας, Όσκαρ Πιστόριους, σε προεκλογική εκδήλωση στο Ντόρτμουντ (REUTERS/Jana Rodenbusch)

Λογαριάζοντας χωρίς τον «ξενοδόχο»;

Μεταπολεμικά, η Γερμανία έχει κυβερνηθεί τέσσερις φορές από μια «GroKo» -έναν κυβερνητικό συνασπισμό μεταξύ Χριστιανοδημοκρατικών και Σοσιαλδημοκρατών.

Τρεις ήταν επί καγκελαρίας της Άνγκελα Μέρκελ.

Τώρα «η μπάλα είναι στο γήπεδο του Φρίντριχ Μερτς», λέει ο συμπρόεδρος του SPD, Λαρς Κλινγκμπάιλ.

Όμως η Χριστιανή Ένωση, υπό τους Χριστιανοδημοκράτες και τον Μερτς, έχουν πλέον απομακρυνθεί από το κέντρο, μετατοπιζόμενοι σαφώς προς όλο και πιο Δεξιά.

Έχουν υιοθετήσει μέρος της ατζέντας του AfD στο μεταναστευτικό -ουδείς εξάλλου μπορεί να ξεχάσει την πρόσφατη, σοκαριστική για τη Γερμανία και το «δημοκρατικό τόξο» κοινοβουλευτική σύμπραξη με την Ακροδεξιά για την έγκριση των πέντε αντιμεταναστευτικών προτάσεων του Μερτς.

Άκρως φιλική για τις επιχειρήσεις και εχθρική προς το κοινωνικό κράτος, η οικονομική ατζέντα του επόμενου καγκελάριου διαφέρει ριζικά από αυτή των Σοσιαλδημοκρατών, που μεταξύ άλλων ζητούν αύξηση των δημόσιων δαπανών και λύσιμο του «φρένου χρέους» στη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης, η οποία à propos δεν έχει ακόμη εγκεκριμένο προϋπολογισμό για το 2025.

Βασικό ζήτημα αναδεικνύεται εν τω μεταξύ η αύξηση των αμυντικών δαπανών, με φόντο το ουκρανικό και τη γεωπολιτική «λαίλαπα» της εποχής Τραμπ 2.0.

Τούτων λεχθέντων, ο Γενικός Γραμματέας του SPD, Ματίας Μιρς, τόνισε ότι αναμένει δύσκολες διαπραγματεύσεις για το σχηματισμό νέας ομοσπονδιακής κυβέρνησης στη Γερμανία.

Το μόνο βέβαιο, υπογράμμισε, είναι ότι η συμμετοχή των Σοσιαλδημοκρατών «θα είναι τελικά μια απόφαση που θα ληφθεί από τα μέλη του SPD».

Όμως η βάση είναι διχασμένη μεταξύ διάφορων ρευμάτων.

Ορισμένοι υποστηρίζουν ότι ίσως το κόμμα θα έπρεπε να μείνει στην αντιπολίτευση -πρώτη φορά από το 2013- για την ανασύνταξή του.

Πολλοί -όπως ο αρχηγός της νεολαίας, Φίλιπ Τούρμερ- καλούν σε συνολικότερο απολογισμό της εκλογικής αποτυχίας, βάζοντας στο «μικροσκόπιο» και το προεδρικό δίδυμο των Σοσιαλδημοκρατών -αν και στον γερμανικό Τύπο γράφεται ότι, εάν «πέσει» κάποιο «κεφάλι» θα είναι αυτό της Σάσκια Έσκιεν κι όχι του φιλόδοξου Λαρς Κλίνγκμπαϊλ.

Ο απερχόμενος καγκελάριος της Γερμανίας, Όλαφ Σολτς, με φόντο τον συμπρόεδρο των Σοσιαλδημοκρατικών, Λαρς Κλίνγκμπαϊλ, στο Βερολίνο (REUTERS/Liesa Johannssen)

«Ώρα ευθύνης»

Προσώρας ο Όλαφ Σολτς -που φέτος συμπληρώσει μισό αιώνα ως μέλος του SPD- δηλώνει αποφασισμένος να ολοκληρώσει «σωστά» το έργο του ως απερχόμενος καγκελάριος «μέχρι την τελευταία μέρα».

Η άνοδος του AfD σε δεύτερη κοινοβουλευτική δύναμη «είναι κάτι που δεν πρέπει ποτέ να αποδεχθούμε», τόνισε το βράδυ της συντριπτικής του ήττας.

Παρουσίασε το κόμμα του ως μπροστάρη σε αυτή τη μάχη.

Ως φόντο ωστόσο είχε την εντυπωσιακή άνοδο της Αριστεράς (Die Linke), που κέρδισε τους νέους μιλώντας για αλλαγή και καταφέρθηκε με δριμύτητα κατά της ακροδεξιάς και των ρωγμών που προκάλεσε με τις προεκλογικές μεθοδεύσεις του ο Μερτς στο δημοκρατικό «τείχος προστασίας».

Υπό αυτό το πρίσμα, αναλυτές τονίζουν ότι δεν αρκεί μια αλλαγή ρόλων και προσώπων στις τάξεις των Σοσιαλδημοκρατών για τον «εκσυγχρονισμό» που ευαγγελίζεται ο Λαρς Κλίνγκμπαϊλ.

Κατά τα λοιπά, ένας μεγάλος συνασπισμός θα ήταν ευκαιρία για το SPD να κρατήσει «ζεστές» με κορυφαία στελέχη του τις «καρέκλες» στην εξουσία.

Το είχε κάνει και μετά την ήττα στις ομοσπονδιακές εκλογές του 2017, ανακοινώνοντας το βράδυ των εκλογών ότι θα έμενε στην αντιπολίτευση, αλλά έπειτα από έξι μήνες διαπραγματεύσεων έγινε εταίρος στην τέταρτη κυβέρνηση Μέρκελ.

Αυτή τη φορά, οι διαπραγματεύσεις δεν μπορούν να περιμένουν τόσο, καθώς στιβάζονται οι προκλήσεις εντός και εκτός των συνόρων της Γερμανίας.

«Οι αποφάσεις δεν περιμένουν», τόνισε ο Κλίνγκμπαϊλ.

«Βλέπουμε τι κάνει ή δεν κάνει η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ. Δεν γνωρίζουμε ποιες αποφάσεις μπορεί να ληφθούν τις επόμενες ημέρες όσον αφορά την Ουκρανία και τη Γερμανία.

»Είναι καθήκον της γερμανικής πολιτικής να κάνει την Ευρώπη ισχυρή σ’ αυτή την ιστορική συγκυρία. Και αυτό απαιτεί μια σοσιαλδημοκρατία ικανή να δράσει».

in.gr

Περισσότερα Video

Ακολουθήστε το Politica στο Google News και στο Facebook