Κλιμακώνεται ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ – Κίνας: Ανοιχτή ρήξη ή προεργασία για συμφωνία;

Δημοσιεύτηκε στις 12/05/2019 23:31

Κλιμακώνεται ο εμπορικός πόλεμος ΗΠΑ – Κίνας: Ανοιχτή ρήξη ή προεργασία για συμφωνία;

Η ανακοίνωση προχθές του Ντόναλντ Τραπ για την επιβολή επιπλέον δασμών σε κινεζικά προϊόντα αξίας 200 δισεκατομμυρίων σηματοδοτεί μια νέα φάση στις συγκρούσεις για το παγκόσμιο εμπόριο

Παρότι ο ίδιος υποστηρίζει ότι η θεωρία του για τη διαπραγμάτευση αποτυπώθηκε στο βιβλίο του «Theart of the deal» (Η τέχνη της συμφωνίας), πολλοί υποστηρίζουν ότι μπορούμε να καταλάβουμε πώς αντιλαμβάνεται την διαπραγμάτευση ο Ντόναλντ Τραμπ εάν κοιτάξουμε το πώς κράτησε για 14 σαιζόν ένα πετυχημένο realityshow. Και το έκανε κοιτώντας πολύ προσεκτικά και σε βάθος τις μετρήσεις ακροαματικότητας και παίρνοντας προληπτική μέτρα ώστε να αποφύγει οποιαδήποτε μεγάλη και μη αντιστρέψιμη πτώση.

Σε αυτό στηρίζονται ορισμένοι για να υποστηρίξουν ότι ανεβάζοντας τους δασμούς σε κινεζικά προϊόντα αξίας 200 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως από 10% σε 25% ο Ντόναλντ Τραμπ δεν προσπαθεί τόσο να κηρύξει ένα γενικευμένο εμπορικό πόλεμο όσο να πιέσει στην κατεύθυνση για συμφωνίας για το εμπόριο ανάμεσα στις δύο χώρες.

Ωστόσο, μεγάλο μέρος και της αμερικανικής επιχειρηματικής κοινότητα δεν δείχνει και τόσο καθησυχασμό και παρότι ο Τραμπ επαίρεται για την καλή πορεία της αμερικανικής οικονομίας, υπάρχουν και ανησυχητικά σημάδια όπως η επιφυλακτικότητα για νέες επενδύσεις, που αποτυπώθηκε και στο γεγονός ότι η καθαρή συνεισφορά των νέων εγκαταστάσεων και του νέου εξοπλισμού στην αύξηση του αμερικανικού ΑΕΠ κατά το πρώτο τρίμηνο του 2019 ήταν μηδενική.

Μια κλιμακούμενη αντιπαράθεση

Η ανακοίνωση των νέων δασμών, που αναμένεται να απαντηθούν με ανάλογα αντίμετρα από την κινεζική πλευρά, έρχεται σε συνέχεια αντίστοιχων κινήσεων το προηγούμενο διάστημα. Τον περασμένο Ιούλιο οι ΗΠΑ επέβαλαν τιμωρητικούς δασμούς 25% σε κινεζικά προϊόντα αξίας 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων ετησίως και το Σεπτέμβρη επέβαλαν δασμούς 10% σε προϊόντα αξίας 200 δισεκατομμυρίων ετησίως, αυτά που σήμερα αύξησαν σε 25%. Επιπλέον ο Ντόναλντ Τραμπ δήλωσε ότι οι ΗΠΑ ξεκινούν «να ετοιμάζουν τα χαρτιά» για να επιβάλουν δασμούς 25% στα υπόλοιπα εισαγόμενα κινεζικά προϊόντα αξίας 325 δισεκατομμυρίων ετησίως.

Η αμερικανική κυβέρνηση επιμένει ότι όλα αυτά εντάσσονται στην προσπάθειά της να επιτευχθεί μια συμφωνία και αναφέρθηκαν και σε υπαναχωρήσεις της κινεζικής πλευράς ως προς ζητήματα όπως τα ζητήματα πνευματικής ιδιοκτησίας.

Άλλωστε, η αμερικανική κυβέρνηση δέχεται μεγάλη πίεση να μπορέσει να λύσει το θέμα με μια τελική συμφωνία και από ένα σημαντικό αριθμό αμερικανικών επιχειρήσεων που επηρεάζονται αρνητικά από τους αυξημένους δασμούς. Η αμερικανική γεωργία έχει ήδη πληγεί από τους δασμούς που επέβαλε η κινεζική κυβέρνηση σε ανταπόδοση και μάλιστα η αμερικανική κυβέρνηση πέρσι ενέκρινε έκτακτο πακέτο βοήθειας 12 δισεκατομμυρίων δολαρίων στους αμερικανούς αγρότες, ενώ ο αμερικανός Αντιπρόεδρος Μάικ Πένς υποστήριξε ότι ανάλογο πακέτο εξετάζεται και για φέτος.

Ορισμένοι κλάδοι της αμερικανικής οικονομίας θα υποστούν σημαντικό πλήγμα γιατί εξαρτώνται από τις εισαγωγές προϊόντων που υπόκειται στους νέους υψηλούς δασμούς. Ας μην ξεχνάμε ότι οι ΗΠΑ εισάγουν από την Κίνα από θαλασσινά μέχρι εργαλεία, χημικά, παιχνίδια, ρούχα και προϊόντα υψηλής τεχνολογίας. Η κατασκευαστική βιομηχανία υποστήριξε ότι καθώς εισάγει περίπου 10 δισεκατομμύρια κινεζικών προϊόντων ετησίως, οι νέοι δασμοί ισοδυναμούν με επιπλέον φορολόγησή της κατά 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια και αυτό θα μεταφερθεί στην αύξηση του κόστους των κατοικιών.

Εάν περάσουμε στην πλήρη εφαρμογή των αυξημένων δασμών τότε μιλάμε για ένα συνολικό επιπλέον κόστος 125 δισεκατομμυρίων για τους αμερικανούς καταναλωτές. Επιπλέον, το αυξημένο κόστος αρκετών προϊόντων και εξαρτημάτων θα μπορούσε να διακυβεύσει αρκετές από τις 450.000 επιπλέον θέσεις εργασίας στη μεταποίηση που δημιουργήθηκαν αφότου ανέλαβε τα καθήκοντά του ο Τραμπ.

Ωστόσο, ο Τραμπ σε αυτή του την κίνηση έχει και έναν σύμμαχο από τα αριστερά. Ο Μπέρνι Σάντερς, που διεκδικεί ξανά το χρίσμα των Δημοκρατικών για τις προεδρικές εκλογές του 2020 κατηγόρησε πρόσφατα τον αμερικανό Πρόεδρο ότι δεν καταγγέλλει τη χειραγώγηση των συναλλαγματικών ισοτιμιών που κάνει η Κίνα και ότι δεν υψώνει ανάστημα ενάντια στο Πεκίνο. «Χρειαζόμαστε έναν πρόεδρο που θα αγωνιστεί πραγματικά για τους αμερικανούς εργάτες, θα τηρήσει τις υποσχέσεις τους και θα σταθεί απέναντι στις γιγάντιες επιχειρήσεις που κλείνουν εργοστάσια και στέλνουν θέσεις εργασίας στο εξωτερικό», υποστήριξε ο κ. Σάντερς.

Η σταδιακή αλλαγή της αμερικανικής στάσης

Είναι προφανές ότι η στάση του αμερικανού Προέδρου αποτελεί μια σημαντική διαφοροποίηση από τη στάση των ΗΠΑ τις προηγούμενες δεκαετίες. Από το 1998 έως το 2008 οι Ηνωμένες Πολιτείες απορρόφησαν πολύ μεγάλο μέρος των εξαγωγών άλλων κρατών, σε μια τάση που ενισχύθηκε από το γεγονός ότι είχαν ελλείμματα τρεχουσών συναλλαγών έως και 600 δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως.

Άλλωστε, ήταν σε μεγάλο βαθμό οι ΗΠΑ αυτές που προώθησαν την πλήρη ένταξη της Κίνα στην παγκόσμια αγορά, παρότι πολλά από τα προβλήματα άμεσης ή έμμεσης κρατικής ενίσχυσης ή εμποδίων στις εισαγωγές στην Κίνα, ήταν γνωστά εδώ και χρόνια.

Όπως ακριβώς στη μεταπολεμική περίοδο οι ΗΠΑ επέλεξαν να διευκολύνουν χώρες όπως η Ιαπωνία, η Δυτική Γερμανία ή η Νότια Κορέα να αναπτυχθούν και να διεκδικήσουν αυξημένο μερίδιο στην παγκόσμια αγορά, εφόσον αυτό παγίωνε τη συνοχή της Δύσης, έτσι και μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και τα ανοίγματα της Κίνας προώθησαν την απελευθέρωση του παγκόσμιου εμπορίου, με αποκορύφωμα τη διαμόρφωση του ΠΟΕ.

Όμως, αποδείχθηκε ότι το πεδίο της παγκόσμιας οικονομίας είναι πολύ πιο συγκρουσιακό και αντιφατικό. Είναι προφανές ότι μεγάλο μέρος των αμερικανικών επιχειρήσεων θεωρεί ότι έχει διαμορφωθεί μια άνιση σχέση. Θα ήθελαν και καλύτερους όρους ανταγωνισμού με τις κινεζικές εισαγωγές και αντίστοιχα μεγαλύτερη πρόσβαση στην κινεζική αγορά, ιδίως από τη στιγμή που η Κίνα διατηρεί εμπόδια στην πλήρη πρόσβαση στη μεγάλη εσωτερική της αγορά, ενώ εξακολουθεί να ζητά σημαντικές μεταφορές τεχνολογίας ως προϋπόθεση για επενδύσεις. Όμως την ίδια στιγμή άλλες αμερικανικές επιχειρήσεις βλέπουν μια ανησυχία τυχόν κλιμάκωση τέτοιων αντιπαραθέσεων και γιατί εξαρτώνται από εισαγωγές προϊόντων και γιατί είναι κατεξοχήν διεθνοποιημένες.

Η Κίνα προσανατολίζεται στο νέο τοπίο

Την ίδια στιγμή η Κίνα δείχνει να αναπροσαρμόζει και αυτή τη στρατηγική της. Κομβική πλευρά εδώ η προσπάθεια να διεκδικήσει τα πρωτεία και στην τεχνολογική καινοτομία, που μέχρι τώρα τα διατηρούσαν οι ΗΠΑ ενώ η Κίνα κυρίως αντέγραφε  τεχνολογία. Δεν είναι τυχαία η αντιπαράθεση για τα δίκτυα 5G όπου η Κίνα διεκδικεί να έχει τον πρώτο λόγο , αφού κινεζικές επιχειρήσεις έχουν ήδη αναπτύξει τη σχετική τεχνολογία. Η Huawei σήμερα καταθέτει περισσότερες ευρεσιτεχνίες από οποιαδήποτε άλλη εταιρεία στον κόσμο και μαζί με την ΖΤΕ κατέχουν το 40% των ευρεσιτεχνιών για την τεχνολογία 5G.

Παράλληλα, έχει ενδιαφέρον ότι η Κίνα έχει ήδη εν μέρει αναπροσαρμόσει τη γεωγραφική κατανομή και των εισαγωγών και των εξαγωγών τους. Οι στατιστικές δείχνουν ότι το διεθνές εμπόριο της Κίνας μετατοπίζεται όλο και περισσότερο προς τον ευρύτερο χώρο της Ευρασίας. Η δυναμική αυτής της τάσης σημαίνει ότι θα μειώνεται και η επίπτωση από έναν γενικευμένο και διαρκή εμπορικό πόλεμο με τις ΗΠΑ.

Μάλιστα ορισμένοι υποστηρίζουν ότι ο Ντόναλντ Τραμπ μπορεί τελικά με τις κινήσεις του αυτές να διευκολύνει τους κινεζικούς σχεδιασμούς, τόσο σε σχέση με την σχετική αποσύνδεση από τη βαρύτητα της αμερικανικής αγοράς προς άλλες κατευθύνσεις (ενδεικτική και η στρατηγική «ένας δρόμος μία ζώνη» που αφορά κατεξοχήν την Ευρασία) όσο και σε σχέση και ένα μεγαλύτερο άνοιγμα της κινεζικής οικονομίας και περιορισμό της βαρύτητας των κρατικών επιχειρήσεων.

Το φόντο του «νέου Ψυχρού Πολέμου»

Ωστόσο, όλα αυτά δεν μπορούν να γίνουν κατανοητά χωρίς αναφορά και στο φόντο ευρύτερων γεωπολιτικών ανταγωνισμών. Είναι γεγονός ότι η κινεζική ηγεσία δείχνει να κατανοεί ότι στην μεταψυχροπολεμική εποχή η μάχη για την ηγεμονία δεν αφορά τόσο μεγάλες «υπαρξιακές» αντιπαραθέσεις ανάμεσα σε αντίπαλα κοινωνικά συστήματα, όσο ανταγωνισμούς στο εμπορικό, οικονομικό και τεχνολογικό επίπεδο. Όμως, την ίδια στιγμή είναι εμφανές ότι ορισμένες πρωτοβουλίες της Κίνας όπως είναι η «μία ζώνη – ένας δρόμος» ή τα μεγάλα τεχνολογικά ανοίγματα έχουν και ένα πολιτικό αποτύπωμα εξ ου και οι αντιδράσεις άλλων χωρών. Η ίδια η κινεζική ηγεσία δείχνει να θέλει να αποφύγει το να προκαλέσει πρόωρες αντιδράσεις, όμως είναι σαφές ότι ιδίως οι ΗΠΑ θέλουν δείξουν ότι δεν πρόκειται εύκολα να παραιτηθούν της ηγεμονικής θέσης τους, έστω και μέσα από προληπτικές επιθετικές κινήσεις.

Ας μην ξεχνάμε ότι ούτως ή άλλως πέραν του εμπορικού πολέμου έχουμε και το πλέγμα αντιπαραθέσεων που συνήθως χαρακτηρίζονται ως «ο νέος Ψυχρός Πόλεμος» και οι οποίες δεν περιορίζονται μόνο στην κλιμακούμενη αντιπαράθεση με την Ρωσία αλλά σε μεγάλο βαθμό αφορούν και τη σταδιακή κινεζική διεκδίκηση αναβαθμισμένου διεθνούς ρόλου.

Πυκνώνουν τα σύννεφα για την παγκόσμια οικονομία

Όλα αυτά διαμορφώνουν ένα τοπίο που μπορεί τελικά να οδηγήσει σε ένα νέο πλαίσιο ισορροπιών και ένα νέο πλέγμα συμφωνιών για το παγκόσμιο εμπόριο ή σε μια κλιμάκωση των ανταγωνισμών και έναν κόσμο περισσότερο κατακερματισμένο ως προς τις οικονομικές ζώνες και με εντονότερους πολιτικούς ανταγωνισμούς, έστω και εάν ο βαθμός οικονομικής αλληλεξάρτησης δεν θα υποχωρήσει σημαντικά.

Όμως, όποια και εάν είναι η έκβαση είναι προφανές ότι σε μια παγκόσμια οικονομία που ήδη βρίσκεται σε επιβράδυνση των ρυθμών ανάπτυξης, όπως αποτυπώνουν και οι αναθεωρήσεις προς τα κάτω των προβλέψεων των διεθνών οργανισμών, η κλιμάκωση της αντιπαράθεσης και το ενδεχόμενο ενός γενικευμένου εμπορικού πολέμου θα ενισχύσει τις τάσεις επιβράδυνσης και πιθανώς να οδηγήσει και σε μια νέα ύφεση. Αυτός δείχνει να είναι και ο φόβος των σημαντικού μέρους των διεθνών αγορών.

Και βέβαια οποιαδήποτε υποχώρηση της παγκόσμιας οικονομίας θα έχει αρνητικές επιπτώσεις για την ελληνική οικονομία που έχει στηρίξει την έστω και αναιμική τρέχουσα ανάπτυξη σε σημαντικό βαθμό και στην ενισχυμένη εξαγωγική δυναμική.

in.gr