«H Συρία δεν θα ενοποιηθεί ποτέ ξανά και έτσι πρέπει» – Η πρόβλεψη κορυφαίου Αμερικανού αναλυτή
Μια ενιαία Συρία με ισχυρή κεντρική κυβέρνηση, όχι μόνο είναι αδύνατη, στο άμεσο μέλλον, σύμφωνα μα κάποιους ειδικούς, αλλά κάποιοι άλλοι υποστηρίζουν ότι θα έπρεπε να είναι και εκτός συζήτησης στα σχέδια των Δυτικών.
Ειδικότερα, στη τελευταία κατηγορία, ανήκει ο Έντουαρντ Λούτβακ, ο γνωστός πλην αμφιλεγόμενος αμερικανοεβραίος αναλυτής ειδικός στην Υψηλή Στρατηγική, στη στρατιωτική ιστορία και τις διεθνείς σχέσεις, υποστηρίζει ότι ένα ενιαίο συριακό κράτος χωρίς ισχυρές τοπικές κυβερνήσεις θα ήταν καταστροφικό.
Σημειώνεται ότι και ο Αμερικανός πολιτικός επιστήμονας στο Πανεπιστήμιο του Σικάγο, Τζον Μερσχάιμερ, έχει υποστηρίξει ότι «δεν υπάρχει καμία προοπτική για μια ενοποιημένη Συρία σύντομα και ξανά δεν υπήρχε μια ενοποιημένη Συρία πριν πέσει ο Άσαντ και η ερώτηση που πρέπει να κάνετε στον εαυτό σας είναι πώς θα μοιάζει αυτή η Συρία προχωρώντας μπροστά και νομίζω ότι είναι αρκετά σαφές ότι είναι θα είναι χαοτική».
Μια συνομοσπονδιακή Συρία θα ήταν μια πολύ καλύτερη εναλλακτική λύση
Ωστόσο, ο Λούτβακ, σε ανάλυσή του στο Unherd προχωράει πολύ παραπέρα, όντας πεπεισμένος ότι η Συρία δεν πρέπει ποτέ να ενοποιηθεί η Συρία στο μέλλον.
«Το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και το γαλλικό υπουργείο Εξωτερικών, που ήδη πιέζουν τώρα για την ανοικοδόμηση ενός ενιαίου συριακού κράτους, θα πρέπει να αναλογιστούν την ιστορία της χώρας» λέει ο Λούτβακ. «Η Συρία δεν προοριζόταν ποτέ να λειτουργήσει ως ενιαίο κράτος. Ούτε υπό την κυριαρχία της σουνιτικής αραβικής πλειοψηφίας, όπως είναι πιθανό τώρα».
Βουτιά στην ιστορία
O Λούτβακ κάνει αναδρομή στην ιστορία της χώρας, θυμίζοντας ότι δημιουργήθηκε από τις διακριτές εθνικές ταυτότητες των Αλαουιτών, Αράβων Χριστιανών-Ορθοδόξων, Δρούζων, Κούρδων, Αρμενίων, Ισμαηλιτών και Αράβων Σιιτών πληθυσμών, οι οποίοι ήταν αναγνωρισμένες από την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Μπορεί ο πρώτος σουνίτης Άραβας πρόεδρος της χώρας, ο Σούκρι Αλ-Κουβάτλι, το 1946 να μην έκανε διακρίσεις κατά των μειονοτήτων, αλλά για τα επόμενα 21 χρόνια, 17 πρόεδροι διαδέχονταν ο ένας τον άλλον. Και τρία από αυτά τα χρόνια ήταν υπό αιγυπτιακή κυριαρχία.
Η σταθερότητα, υποστηρίζει ο Λούρβακ θα ερχόταν τον Νοέμβριο του 1970 όταν ο Χαφέζ αλ-Άσαντ –πατέρας του Άσαντ- ανέλαβε τον έλεγχο ως στρατιωτικός δικτάτορας πριν ονομαστεί πρόεδρος τον Φεβρουάριο του 1971.
Με τον Χαφέζ αλ-Άσαντ δεν υπήρχε πια σύγκρουση στο ζήτημα της εθνότητας, που δεν αναφέρθηκε ποτέ από όλους τους προκατόχους του. Ήταν Αλαουίτης, επομένως μόνο κατ’ όνομα μουσουλμάνος (πίνουν κρασί και πιστεύουν στη μετεμψύχωση των ψυχών) και βασιζόταν σε μεγάλο βαθμό στους συναδέλφους του Αλαουίτες για τον έλεγχο των μοχλών της εξουσίας, από τη διοίκηση της αεροπορίας και τις τεθωρακισμένες μονάδες κοντά στη Δαμασκό, στην τελωνειακή υπηρεσία που παρήγαγε έσοδα πολύ πιο αξιόπιστα από τους φόρους, και στην αστυνομία που στρατολογούσε πληροφοριοδότες σε κάθε τμήμα της συριακής κοινωνίας.
Ένα τάγμα της Χεζμπολάχ αρκούσε
Ο δυσανάλογος αριθμός των Αλαουιτών στο σώμα αξιωματικών επέτρεψε στον Χαφέζ αλ-Άσαντ να καταλάβει τον έλεγχο των ενόπλων δυνάμεων το 1970. Ωστόσο, αυτό ήταν επίπλαστο, καθώς η αδυναμία των Αλαουιτών να επιβληθούν απλά καλυπτόταν από το Ιράν. «Η υποστήριξη του Ιράν επέτρεψε στο καθεστώς Άσαντ να κολλήσει στην εξουσία για χρόνια, ακόμη και ενόψει των μαζικών διαδηλώσεων της «Αραβικής Άνοιξης» τον Δεκέμβριο του 2010».
Οι χίλιοι περίπου σουνίτες φονταμενταλιστές αντάρτες της Χαγιάτ Ταχρίρ αλ-Σαμ που εισέβαλαν στο Χαλέπι στις 29 Νοεμβρίου, θα είχαν ανακοπεί εύκολα από ένα τάγμα της Χεζμπολάχ στο παρελθόν, λέει ο Λούτβακ, αλλά όχι αυτή τη φορά, λόγω του πολέμου με το Ισραήλ, λέει.
Κάντο όπως η Ελβετία
«Το Υπουργείο Εξωτερικών, το Υπουργείο Εγγύς Ανατολή του Στέιτ Ντιπάρτμεντ και το γαλλικό υπουργείο Εξωτερικό θα πρέπει να σταματήσουν για να επανεξετάσουν αυτήν την ιστορία» υπογραμμίζει ο ειδικός, υπογραμμίζοντας ότι «μπορεί να μεν να χτυπηθούν οι Αλαουίτες, αλλά όχι οι Κούρδοι στα βορειοανατολικά, ούτε οι Δρούζοι στα νοτιοανατολικά».
Μάλιστα για τακτοποιηθούν οι διαφορετικές εθνοτικές ομάδες, ο Λούτβακ προτείνει ως πρότυπο το μοντέλο της Ελβετίας. «Η Ελβετία, για παράδειγμα, κάποτε που ήταν θέατρο εμφύλιο πολέμου, ανταποκρίνεται στις διαφορετικές προτιμήσεις του πολυεθνικού, πολύγλωσσου και πολυθρησκευτικού πληθυσμού της με 26 διαφορετικά καντόνια, καθένα από τα οποία έχει τη δική του κυβέρνηση, σύνταγμα και κύρια γλώσσα. Η τελευταία φορά που οι Ελβετοί πήραν τα όπλα ο ένας εναντίον του άλλου ήταν το 1847, αλλά το νεότερο καντόνι, το γαλλόφωνο Jura, απέκτησε την ανεξαρτησία του μόλις το 1979».
Αν και του Λούτβακ δεν του διαφεύει ότι υπάρχουν τεράστιες διαφορές ανάμεσα στην ζάμπλουτη Ελβετία και την κατεστραμμένη Συρία, ωστόσο, πιστεύει ότι η προσαρμογή της διαφορετικότητας σε τοπικό επίπεδο είναι πολύ καλύτερη από οποιαδήποτε προσπάθεια για εθνοτικές/θρησκευτικές προσαρμογές σε εθνικό επίπεδο, όπως συνέβη στην Ινδία.
Ο Λούτβακ υπενθυμίζει ότι στην Ινδία η αρχική ιδέα ήταν να βοηθηθούν εκείνοι της κατώτερης κάστας, αλλά εξελίχτηκε σε ένα σύστημα προνομίων για οποιαδήποτε ομάδα είναι αρκετά ισχυρή στην κάλπη.
Καλύτερα συνομοσπονδία
«Ένα ενιαίο συριακό κράτος χωρίς ισχυρές τοπικές κυβερνήσεις θα ήταν καταστροφικό, ειδικά επειδή κάθε πόλη και ορισμένες μεγαλύτερες πόλεις έχουν τη δική τους ξεχωριστή αστική κουλτούρα που μοιράζονται οι περισσότερες εθνότητες και θρησκείες» επισημαίνει ο αμερικανοεβραίος αναλυτής, προτρέποντας τη Δύση να αφήσει του Σύρους να ξαναχτίσουν μόνοι τους το μέλλον που τους βολεύει.
«Αλλά αν επεμβαίνουν καλοπροαίρετοι δυτικοί αξιωματούχοι, δεν θα πρέπει αυτόματα να ευνοούν ένα ενιαίο και συγκεντρωτικό κράτος – μια προτίμηση που δυστυχώς συμμερίζονται ακόμη και Αμερικανοί αξιωματούχοι που προέρχονται από ένα ομοσπονδιακό κράτος. Μια συνομοσπονδιακή Συρία θα ήταν μια πολύ καλύτερη εναλλακτική λύση» καταλήγει ο Λούτβακ.
IN