Γάζα: «Οι γείτονές μας κάηκαν ζωντανοί» – Συγκλονιστικές μαρτυρίες από τον βομβαρδισμό του νοσοκομείου Αλ Άκσα
Η φωτιά που ξέσπασε από την ισραηλινή επίθεση σε καταυλισμό εκτοπισμένων στο νοσοκομείο Αλ Άκσα στη Γάζα τα ξημερώματα της Δευτέρας απλώθηκε ταχύτατα με τον κόσμο να τρέχει να σωθεί.
Η επίθεση διέλυσε τον πρόχειρο καταυλισμό με τις αυτοσχέδιες σκηνές σκοτώνοντας τουλάχιστον τέσσερις ανθρώπους και τραυματίζοντας άλλους σαράντα.
Επιζώντες γυρνούν πίσω μήπως βρουν κάτι από τα υπάρχοντά τους για να ξαναπάρουν τον δρόμο της προσφυγιάς προς άγνωστη κατεύθυνση καθώς κανένα μέρος στη Γάζα δεν είναι ασφαλές.
«Στον χώρο όπου έγινε η επίθεση, επικρατεί η μυρωδιά του καμένου ενώ κατεστραμμένες κονσέρβες και τρόφιμα είναι διάσπαρτα στο έδαφος ανάμεσα σε αποκαΐδια από κουβέρτες και ρούχα», γράφει η Μαράμ Χουμάιντ για το Al Jazeera στο σημείο και μίλησε με επιζώντες.
Η Αμάνι Μαντί εξακολουθεί να μην μπορεί να πιστέψει ότι αυτή και η οικογένειά της επέζησαν από τον βομβαρδισμό που έπληξε το νοσοκομείο Αλ Άκσα ενώ ο περισσότερος κόσμος κοιμόταν.
«Ήταν 1:10 π.μ. όταν μια τεράστια έκρηξη συγκλόνισε τα πάντα», θυμάται η Μαντί, μια 37χρονη μητέρα έξι παιδιών, καθώς κάθεται στα απομεινάρια της καμένης σκηνής της.
«Κοίταξα έξω και είδα τις φλόγες να καταβροχθίζουν τις σκηνές δίπλα στη δική μας», λέει η Μαντί. «Ο σύζυγός μου και εγώ κουβαλήσαμε τα παιδιά και τρέξαμε προς το κτίριο έκτακτης ανάγκης.
«Στην είσοδο, είδα τον πεντάχρονο γιο μου, ο οποίος ούρλιαζε και αιμορραγούσε. Τον πήγα στους γιατρούς για να ανακαλύψω ότι είχε θραύσματα στο στομάχι του».
Οι γιατροί μπόρεσαν να βάλουν επιδέσμους στον Αχμέντ, αλλά αναγκάστηκαν να αφήσουν το θραύσμα στο σώμα του, καθώς όπως εξήγησαν στην Μαντί θα χρειαζόταν λεπτή χειρουργική επέμβαση για να αφαιρεθεί, μια επέμβαση που δεν είναι εφικτή στο κατεστραμμένο υγειονομικό σύστημα της Γάζας.
Πολλοί Παλαιστίνιοι που έχουν εκτοπιστεί πολλές φορές καταλήγουν σε σχολεία και νοσοκομεία, στήνοντας σκηνές ξανά και ξανά, χρησιμοποιώντας ό,τι υλικά μπορούν να βρουν, συγκεντρώνοντας τις σκηνές τους κοντά η μία στην άλλη λόγω έλλειψης χώρου.
Οι βόμβες είχαν σαν αποτέλεσμα να εξαπλωθεί η φωτιά στις σκηνές μέσα σε λίγα λεπτά, καθώς οι εργαζόμενοι της Πολιτικής Προστασίας προσπαθούσαν να τη σβήσουν με τα περιορισμένα μέσα που διαθέτουν.
Επιζώντες ξαναπαίρνουν τον δρόμο της προσφυγιάς προς άγνωστη κατεύθυνση καθώς κανένα μέρος στη Γάζα δεν είναι ασφαλές
«Οι άνθρωποι – γυναίκες, άνδρες και παιδιά – έτρεχαν μακριά από την φωτιά, ουρλιάζοντας», λέει η Μαντί. «Κάποιοι από αυτούς εξακολουθούσαν να καίγονται, τα σώματά τους φλέγονταν καθώς έτρεχαν. Τρομακτικό, φρικτό, απίστευτο.
«Πού υποτίθεται ότι πρέπει να πάμε; Είναι σχεδόν χειμώνας. Δεν υπάρχει κανείς να σταματήσει αυτό το ολοκαύτωμα εναντίον μας;»
Η σκηνή της Μαντί ήταν δίπλα στη σκηνή της Τζαμαλάτ Γουαντί, η οποία βρισκόταν πρακτικά στο κέντρο του βομβαρδισμού.
Η Γουαντί, 43 ετών, λέει: «Ήταν θαύμα που επιβιώσαμε, εγώ και οι επτά κόρες μου».
«Τις ξύπνησα ουρλιάζοντας, καθώς η φλεγόμενη σκηνή μας έπεφτε στα κεφάλια μας.
«Η γειτόνισσά μου, ο γιος της και ο σύζυγός της κάηκαν μέχρι θανάτου. Κανείς δεν μπόρεσε να τους σώσει», λέει κλαίγοντας.
Όπως και πολλοί άλλοι, η Γουαντί αναγκάστηκε να φύγει πολλές φορές, ξεκινώντας από τη Σουτζάιγια, στη συνέχεια στη Ράφα, τη Νουσεϊράτ και τη Χαν Γιούνις πριν αναζητήσει καταφύγιο στο νοσοκομείο Αλ Άκσα.
«Τώρα είμαστε πάλι στους δρόμους, αλλά δεν θα μείνω εδώ μετά από αυτό. Δεν υπάρχει πουθενά ασφαλές μέρος.
«Τα νοσοκομεία και τα σχολεία βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της ισραηλινής στοχοποίησης. Τι έχουμε κάνει για να το αξίζουμε αυτό;»
Φρίκη στη Γάζα – «Ένα πόδι έπεσε στο έδαφος»
Η Μάχα Αλ Σαρσάσκ, 17 ετών, ζει σε μια σκηνή δίπλα σε αυτές που κάηκαν. Η σκηνή της οικογένειάς της δεν επλήγη, αλλά ήταν μάρτυρας των πρώτων στιγμών της έκρηξης και της πυρκαγιάς.
Είναι εκτοπισμένη στην Αλ-Άκσα μαζί με την οικογένειά της εδώ και εννέα μήνες.
Αφού οι χώροι του νοσοκομείου έγιναν στόχος πολλές φορές σταμάτησε να κοιμάται τη νύχτα από το φόβο ενός νέου ισραηλινού βομβαρδισμού.
«Ήμουν ξύπνια. Αυτό που φοβόμουν συνέβη για έβδομη φορά. Άκουσα το χτύπημα από την κατεύθυνση των σκηνών απέναντί μας. Φώναξα τη μητέρα μου και τα οκτώ αδέλφια μου και τρέξαμε προς το κτίριο του νοσοκομείου».
«Είδα τη γειτόνισσά μας Umm Shaaban να έχει καεί εντελώς και το σώμα της να έχει απανθρακωθεί μαζί με τον γιο της.
«Όταν μετέφεραν τα θύματα από εκεί, είδα ένα πόδι να πέφτει στο έδαφος», προσθέτει η Αλ Σαρσακ με δάκρυα στα μάτια.
«Είπαν ότι ο νότος είναι ασφαλής, αλλά δεν υπάρχει ασφάλεια. Οι άνθρωποι κάηκαν ζωντανοί και περάσαμε μια πολύ τρομακτική νύχτα. Κάθε φορά που το νοσοκομείο γίνεται στόχος, τρομοκρατούμαστε», λέει η Αλ Σαρσάκ.
«Αλλά η χθεσινή νύχτα ήταν η πιο τρομακτική. Η φωτιά κατάπιε τις σκηνές και τα σώματα των ανθρώπων μέσα σε λίγα λεπτά. Ω, Θεέ μου, δείξε έλεος».