«Δεν είναι πολλά 1,4 δισ. δολ. για άμυνα!» – Οι ΗΠΑ δεν μπορούν να νικήσουν Κίνα και Ρωσία
Επειδή οι πόλεμοι είναι στη «μόδα» τα τελευταία χρόνια, ανήσυχοι κάποιοι αναλυτές –γεράκια– στις ΗΠΑ αναρωτιούνται αν η χώρα τους είναι έτοιμη για μεγάλες συγκρούσεις με αντιπάλους στα «κυβικά» τους. Για πρώτη φορά μετά τον Ψυχρό Πόλεμο, η απάντηση είναι ένα μεγάλο όχι.
Η αρνητική απάντηση φέρνει τη σφραγίδα της Επιτροπής Εθνικής Αμυντικής Στρατηγικής του Κογκρέσου και έχει δημοσιευτεί ήδη από το καλοκαίρι του 2024, δίχως να πάρει έκταση.
Ειδικότερα, η έκθεση της Επιτροπής διαπιστώνει ότι, από πολλές απόψεις, η Κίνα ξεπερνά τις ΗΠΑ και έχει αναιρέσει σε μεγάλο βαθμό το στρατιωτικό πλεονέκτημα των ΗΠΑ στον Δυτικό Ειρηνικό μέσω δύο δεκαετιών εστιασμένων στρατιωτικών επενδύσεων.
Χωρίς σημαντικές αλλαγές από τις ΗΠΑ, η ισορροπία δυνάμεων θα συνεχίσει να μεταβάλλεται υπέρ της Κίνας. Η επιτροπή μάλιστα διαψεύδει ότι η Κίνα διαθέτει μόνο 222 δισ για την άμυνα εκτιμώντας το ποσό στα… 711 δισ. δολ. βάσει υπολογισμών του διοικητή της Διοίκησης Ινδο-Ειρηνικού των ΗΠΑ, ναύαρχος Σάμιουελ Παπάρο.
Το ύψος των δαπανών στην άμυνα καθρεπτίζει το επίπεδο των φιλοδοξιών
Η δε Ρωσία θα αφιερώσει το 29% του ομοσπονδιακού προϋπολογισμού της φέτος στην εθνική άμυνα, καθώς συνεχίζει την ανασύσταση του στρατού και της οικονομίας της μετά την εισβολή στην Ουκρανία το 2022. Η Ρωσία διαθέτει σημαντικές στρατηγικές, διαστημικές και ψηφιακές δυνάμεις και υπό τον Βλαντιμίρ Πούτιν επιδιώκει επιστροφή στον παγκόσμιο ηγετικό της ρόλο στον Ψυχρό Πόλεμο.
Η εταιρική σχέση «χωρίς όρια» Κίνας και Ρωσίας, που δημιουργήθηκε τον Φεβρουάριο του 2022, λίγες μέρες πριν από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, έχει μόνο εμβαθύνει και διευρυνθεί για να συμπεριλάβει μια στρατιωτική και οικονομική εταιρική σχέση με το Ιράν και τη Βόρεια Κορέα, καθεμία από τις οποίες αποτελεί τη δική της σημαντική απειλή για συμφέροντα των ΗΠΑ.
Αυτή η νέα ευθυγράμμιση κρατών που αντιτίθενται στα συμφέροντα των ΗΠΑ δημιουργεί έναν πραγματικό κίνδυνο, αν όχι την πιθανότητα, η σύγκρουση οπουδήποτε να μετατραπεί σε πόλεμο με πολλά μέτωπα ή παγκόσμιο πόλεμο. πάντα σύμφωνα με την έκθεση.
Η Κίνα (και, σε μικρότερο βαθμό, η Ρωσία) συγχωνεύει τη στρατιωτική, διπλωματική και βιομηχανική δύναμη για να επεκτείνει την εξουσία παγκοσμίως και να εξαναγκάσει τους γείτονές της.
Πολύ πίσω ο αμερικανικός στρατός
Ο αναλυτής της The Washington Post, Μαξ Μπουτ, αφού επιδοκιμάζει τα ευρήματα της έκθεσης, προσθέτει πόσο πίσω είναι οι ΗΠΑ. Επικαλούμενος αξιωματούχο του υπουργείου Άμυνας των αναφέρει ότι σύμφωνα με το Υπουργείο Άμυνας οι ΗΠΑ διαθέτουν μόλις 19.000 συστήματα μη επανδρωμένων αεροσκαφών, τη στιγμή που η Ουκρανία χάνει 10.000 τον μήνα.
Η κατάσταση είναι εξίσου τραγική όσον αφορά τη ναυπηγική. Σύμφωνα με το Ναυτικό Κολέγιο των ΗΠΑ, «η μεγαλύτερη πρόκληση που αντιμετωπίζει το Πολεμικό Ναυτικό στην προετοιμασία για έναν πιθανό πόλεμο με την Κίνα είναι η αποκατάσταση της ικανότητάς του να ναυπηγεί, να συντηρεί και να επισκευάζει πλοία. Η Κίνα επιδοτεί τη ναυτιλιακή της βιομηχανία, με 20 μεγάλα ναυπηγεία να κατασκευάζουν στρατιωτικά και πολιτικά εμπορικά πλοία και 140 αποβάθρες για να επιτρέψουν την ταχεία επέκταση και μια τεράστια ικανότητα συντήρησης και επισκευής ζημιών».
Ένα κινεζικό ναυπηγείο έχει περισσότερη χωρητικότητα από όλα τα ναυπηγεία των ΗΠΑ μαζί, αναφέρει το Κέντρο Στρατηγικών και Διεθνών Μελετών.
Σύμφωνα με τον υποστράτηγο ε.α. Ντέιβιντ Μπάρνο και η αμυντική αναλύτρια Νόρα Μπενσάχελ οι ΗΠΑ παρήγαγαν μόνο 14.000 βλήματα πυροβολικού των 155 χιλιοστών το χρόνο. Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, το Κίεβο κατανάλωνε 8.000 βλήματα ημερησίως. Ο στρατός των ΗΠΑ επένδυσε δις. δολάρια για να αυξήσει την παραγωγή πυροβολικού μεταξύ 70.000 και 80.000 βολών το μήνα. «Αλλά χρειάστηκαν σχεδόν τρία χρόνια για να επιτευχθεί – και η σκληρή πραγματικότητα είναι ότι οι δαπάνες πυροβολικού από τον στρατό των ΗΠΑ και τους συμμάχους του σε οποιονδήποτε μεγάλο πόλεμο θα μπορούσαν γρήγορα να μειώσουν αυτό το ποσό», σημειώνουν οι δύο ειδικοί.
1,4 τρισ δολ. στην άμυνα δεν είναι πολλά
Αυτές οι ελλείψεις είναι ακόμη πιο εξοργιστικές, αν σκεφτεί κανείς ότι οι Αμερικανοί θα δαπανήσουν φέτος 850 δισ. στην Άμυνα.
Για τον Αμερικανό αναλυτή όμως τα χρήματα αυτά δεν είναι τόσο πολλά.
«Οι ισχυρισμοί ότι οι ΗΠΑ ξοδεύουν περισσότερα για την άμυνα από ό,τι οι επόμενες εννέα χώρες μαζί είναι παραπλανητικοί» τονίζει. «Οι δικτατορίες συχνά ξοδεύουν περισσότερα από όσα αποκαλύπτουν και δεν έχουν όλα τα έξοδα προσωπικού και υγειονομικής περίθαλψης που καταναλώνουν μεγάλο μέρος του στρατιωτικού προϋπολογισμού των ΗΠΑ. Η επιτροπή αμυντικής στρατηγικής υπολόγισε ότι η Κίνα δαπανά στην πραγματικότητα έως και 711 δισ. δολ. ετησίως για την άμυνα, τριπλάσιο αριθμό από τα επίσημα 222 δισ. δολ..
Την ίδια στιγμή, για τον «ψύχραιμο» Μπουτ, οι ΗΠΑ διαθέτουν «μόλις το 3% του ΑΕΠ, πολύ κάτω από τα επίπεδα του Ψυχρού Πολέμου».
Εάν η επερχόμενη κυβέρνηση του Ντόναλντ Τραμπ εφαρμόσει στις ΗΠΑ αυτό που ζητά και στις άλλες χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, δηλαδή, αύξηση των αμυντικών δαπανών στο 5% του ΑΕΠ, τότε μιλάμε για ένα ποσό μαμούθ πάνω από 1,4 τρισ. δολάρια μόνο για την άμυνα.
«Αυτό μπορεί να φαίνεται σαν ένα τρελό χρηματικό ποσό, αλλά εξακολουθεί να είναι πολύ φθηνότερο από το να μην κερδίσετε – ή να αποτρέψετε- μια μεγάλη σύγκρουση» λέει με σιγουριά ο Μπουτ.
Μερικές ανακρίβειες
Του Μπουτ, όμως και των συντακτών της Έκθεσης του Κογκρέσου όμως τους διαφεύγουν –μάλλον επίτηδες- κάποια στοιχεία:
- Οι ΗΠΑ δαπανούν εδώ και 25 χρόνια ποσά που Κίνα και Ρωσία ούτε φαντάζονταν. Εάν πάρουμε σοβαρά τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας και όχι τις φουσκωμένες αμερικανικές εκθέσεις, το πρόβλημα της Ουάσιγκτον δεν ήταν ότι δεν διέθετε χρήματα, αλλά ήθελε να ελέγχει τα πάντα. Το ύψος των δαπανών καθρεπτίζει το επίπεδο των φιλοδοξιών.
- Η εταιρική σχέση «χωρίς όρια» Κίνας και Ρωσίας, που υποτίθεται απειλεί τις ΗΠΑ, όπως λέει η αμερικανική έκθεση, δεν προέκυψε από το πουθενά. Ήταν η επιθετική πολιτικών των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, που οδήγησε σε συσπείρωση την Ανατολή. Σίγουρα ο Θουκυδίδης είναι μεταφρασμένος και στα αγγλικά ώστε να τον διαβάσουν οι συντάκτες της έκθεσης.
- Οι ΗΠΑ κόπτονται, δείχνουν να «ανησυχούν» τόσο για την γειτονιά τους –φοβούνται κινεζική παρουσία στον Παναμά- όσο και για τη γειτονιά της Κίνας, (Ειρηνικό Ωκεανό, Κίτρινη Θάλασσα κτλ.). Η Ουάσιγκτον συμπεριφέρεται λες και ο πλανήτης είναι δικός τους και απειλείται από τους κακούς «Ανατολικούς».
Κοντολογίς, τα γεράκια μυρίζονται χρήμα και μόνο αν υπάρχουν ή δημιουργηθούν εφάμιλλοι αντίπαλοι μπορεί να γεμίσουν οι τσέπες δεξαμενών σκέψης, αμυντικών βιομηχανιών και πολιτικών φερέφωνων. in